H ζωή και ο θάνατος της αναρχικής επαναστάτριας κομμουνάριας Λουϊζ Μισέλ-Louise Michel
Επιμέλεια δημοσίευσης: Γιώργος Μεριζιώτης
Λουϊζ Μισέλ (Louise Michel, Vroncourt, 29 Μαϊου 1830 – Marseille, 9 Ιανουαρίου 1905). Γαλλίδα συγγραφέας και ποιήτρια, δασκάλα, σοσιαλίστρια και αναρχική πολιτική οργανώτρια, πρωταγωνίστρια της Παρισινής Κομμούνας του 1871, γνωστή ως «Κόκκινη Παρθένα της Μονμάρτης» («Vierge Rouge de Montmartre»).Η Louise Michel ονομάστηκε από τους αντιπάλους της «Κόκκινη Μέγαιρα».

(Δείτε στο τέλος και την ταινία La Rebelle, μια βιογραφική ταινία για τη Λουίζ Μισέλ)
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στο Bρονκούρ (Château de Vroncourt) του Ωτ Μαρν (Haute – Marne), νόθα θυγατέρα του εύπορου νεαρού Laurent Demahis με την υπηρέτριά του Marianne Michel, αλλά ανατράφηκε με μεγάλη αγάπη, ιδίως από τους γονείς του πατέρα της, σαν να ήταν τέκνο νόμιμου γάμου. Την πρώτη ανατροφή και εκπαίδευσή της ανέλαβε προσωπικά ο παππούς της, που ήταν ορθολογιστής και στα νιάτα του είχε συμμετάσχει ως Ιακωβίνος στην Γαλλική Επανάσταση.
Όταν κατά την εφηβεία της πέθαναν και οι δύο γονείς του πατέρα της, η Λουϊζ στάλθηκε στο Chaumont, σε ένα ειδικό σχολείο για να γίνει δασκάλα και όταν τελείωσε τοποθετήθηκε στο Audeloncourt κοντά στο Vroncourt, παίρνοντας μαζί της την μητέρα της. Όσοι την γνώρισαν, μαρτυρούν ότι η στενότερη σχέση που ανέπτυξε στην ζωή της η Λουϊζ ήταν με την μητέρα της. Οι διδακτικές της μέθοδοι στο Audeloncourt δυσαρέστησαν κάποιους γονείς που έβλεπαν με δυσπιστία τις συνεχείς εκδρομές στην φύση ή το τραγούδι της «Μασσαλιώτιδας» που δίδασκε στα παιδιά, με αποτέλεσμα μετά από λίγο, τον Οκτώβριο του 1855, να υποχρεωθεί να μετακινηθεί σε ένα σχολείο θηλέων στο Millières, όπου έμεινε και δίδαξε επί ενάμιση περίπου χρόνο.
Όντας κριτικό και ανήσυχο πνεύμα, είχε στραφεί εξαρχής στις δημοκρατικές ιδέες και τον σοσιαλισμό και τελικά το 1856 εγκατέλειψε την συντηρητική επαρχία για να εγκατασταθεί μόνιμα στο Παρίσι, όπου τα μεγαλύτερα πλήθη υπόσχονταν συναρπαστικές στιγμές στους επαναστάτες της εποχής. Η ίδια περιέγραψε τον παλμό εκείνων των χρόνων στο βιβλίο της «Αναμνήσεις» («Memoires») με τα ακόλουθα λόγια: «Οι άνθρωποι ήθελαν να τα αγκαλιάσουν όλα μεμιάς, τις τέχνες, τις επιστήμες, την λογοτεχνία, τις ανακαλύψεις. Η ζωή έβραζε και όλοι βιάζονταν να ξεφύγουν από τον παλαιό κόσμο».
Σοσιαλίστρια στο Παρίσι
Ασχολήθηκε με το γράψιμο και στις 27 Ιανουαρίου 1862 έγινε γραμματέας της παρισινής «Ένωσης των Ποιητών» («L’ Union des poètes»), ενώ αρκετά από τα λογοτεχνικά της κείμενα τα υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Ενζωλοράς» («Enjolras»), όπως ονομαζόταν στους «Άθλιους» του Ουγκώ ο φοιτητής ηγέτης των επαναστατών του 1832 που εκτελέστηκε στα οδοφράγματα του Παρισιού. Τον επιούσιο τον κέρδιζε αρκετά άνετα, εργαζόμενη ως δασκάλα. Όμως, επειδή αρνήθηκε να δώσει τον απαιτούμενο όρκο πίστης στον αυτοκράτορα και την Εκκλησία, τιμωρήθηκε με αποκλεισμό από την δημόσια εκπαίδευση και έτσι υποχρεώθηκε να ιδρύσει το 1865 δικό της ιδιωτικό σχολείο στην περιοχή της Μονμάρτης.
Γράφτηκε στην πολιτική Λέσχη «Η πατρίδα σε κίνδυνο» («La Patrie en dager»), που αποσκοπούσε στο να εξασφαλίσει την σωτηρία των λαϊκών τάξεων απέναντι στους εισβολείς Γερμανούς. Το 1869 ηγήθηκε του συλλόγου αλληλοβοήθειας των εργατριών του Παρισιού και την επόμενη χρονιά πρωτοστάτησε στην «Επιτροπή Επαγρύπνησης των Δημοκρατικών Γυναικών» («Le Comité de Vigilance des Citoyennes») στο διαμέρισμα της Μονμάρτης, από όπου και πήρε το προσωνύμιο της «Κόκκινης Παρθένας της Μονμάρτης».

Στις 12 Ιανουαρίου 1870 ήταν ανάμεσα στους 100.000 διαδηλωτές που συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία τον δημοσιογράφο Βίκτορα Νουάρ (Victor Noir, 1848 – 1870) και συμμετείχε στην ανεπιτυχή απόπειρα των «μπλανκιστών» να εκτρέψουν την κηδεία σε εξέγερση. Στις 15 Αυγούστου συμμετείχε στην διαδήλωση για την απελευθέρωση των μπλανκιστών Eudes και Brideau, που είχαν συλληφθεί για την απόπειρα εξέγερσης στην εργατική συνοικία Belleville και είχαν καταδικαστεί σε θάνατο. Από την έναρξη της πολιορκίας του Παρισιού από τους Πρώσους το φθινόπωρο του 1870, αγωνίστηκε πολύ με την βοήθεια του φίλου της Κλεμασώ (Georges Clemenceau), τότε δημάρχου Μονμάρτης, για να κρατήσει ανοικτό το σχολείο της και να σιτίσει τους μαθητές της.
Στέλεχος της Κομμούνας

Το ηρωϊκό δίμηνο Απριλίου – Μαϊου 1871 συμμετείχε ενεργά στην Κεντρική Επιτροπή της Παρισινής Κομμούνας όπου εκπροσώπησε τις οργανώσεις των γυναικών, οργάνωσε την «Ένωση των Γυναικών για την Άμυνα του Παρισιού», ντύθηκε την στολή της Εθνοφρουράς, ορκίστηκε να σκοτώσει τον Αδόλφο Θιέρσο (Louis – Adolphe Thiers, 1797 – 1877) και πολέμησε μαζί με τον 25χρονο σύντροφό της Θεόφιλο Φερρέ (Théophile Ferré, 1846 – 1871) στα τελευταία οδοφράγματα κοντά στο νεκροταφείο της Μονμάρτης, προτού συλληφθούν και κλειστούν στις φυλακές.
Η Λουϊζ είχε κατορθώσει αρχικά να διαφύγει, παραδόθηκε όμως στις 24 Μαϊου, όταν οι δυνάμεις της καταστολής των «Βερσαλιέζων» συνέλαβαν την μητέρα της και απειλούσαν να την τουφεκίσουν, φυλακίστηκε τελικά στις φυλακές «Satory».

Μετά από λίγους μήνες ο Φερρέ καταδικάστηκε σε θάνατο, αποχαιρέτησε τους δικαστές με τα λόγια «έζησα ελεύθερος και επιθυμώ επίσης ελεύθερος να πεθάνω» και εκτελέστηκε στις 22 Νοεμβρίου του 1871. Η Λουϊζ του αφιέρωσε το συγκινητικό ποίημα «Το κόκκινο γαρύφαλλο» («L’ oeillet rouge»). Η ίδια δικάστηκε στο 6ο Πολεμικό Στρατοδικείο στις 16 Δεκεμβρίου 1871 με τις κατηγορίες της ένοπλης στάσης, της προτροπής των πολιτών σε τέλεση κακουργημάτων, της πλαστογραφίας και της συνομωσίας για θανάτωση ομήρων.
Απέναντι στους δικαστές η Λουϊζ στάθηκε άφοβη, αγέρωχη και ασυμβίβαστη και τους προκάλεσε ανοικτά να την καταδικάσουν σε θάνατο: «έπραξα αυτό που ήμουν υποχρεωμένη να πράξω, δηλαδή το επαναστατικό μου καθήκον, χωρίς μίσος, χωρίς οργή, χωρίς οίκτο, ούτε για τους άλλους ούτε καν για τον εαυτό μου… δεν υπερασπίζομαι τον εαυτό μου και ούτε επιθυμώ να με υπερασπιστεί άλλος.

Ανήκω ολοκληρωτικά στην κοινωνική επανάσταση και εφόσον κάθε καρδιά που πάλλεται για την ελευθερία δεν έχει κανένα άλλο δικαίωμα πέρα από ένα βόλι από μολύβι, εγώ απαιτώ το μερίδιό μου. Εάν με αφήσετε να ζήσω, δεν θα πάψω ποτέ να φωνάζω για εκδίκηση και κάποτε θα κατορθώσω να την πάρω. Αυτά μόνο είχα να πω. Τώρα, εάν δεν είστε δειλοί, μπορείτε να με σκοτώσετε».
Έχοντας καταδικαστεί σε ισόβια εξορία, έμεινε επί 20 μήνες φυλακισμένη στις φυλακές «Auberive» του Ωτ Μαρν. Ο Βίκτωρ Ουγκώ (Victor Hugo) της αφιέρωσε τον ίδιο Δεκέμβριο το ποίημά του «Viro Major», ενώ από την άλλη οι καθεστωτικές εφημερίδες της εποχής την περιέγραφαν ως «κόκκινη λύκαινα» («la louve rouge») και αιμοσταγές τέρας.
Εξορία στην Νέα Καληδονία
Στις 8 Αυγούστου 1873 φορτώθηκε αλυσοδεμένη στο πλοίο «Virginie» με προορισμό την Νέα Καληδονία (Nouvelle Calédonie) του Ειρηνικού, στης οποίας την φυλακή «Numbo» έφτασε μετά από ένα σκληρό ταξίδι τεσσάρων μηνών, στην διάρκεια του οποίου έγινε στενή φίλη των συγκρατουμένων της «κομμουνάρων» Ανρί Ροσφόρ (Victor Henri Rochefort, 1831 – 1913, δημοκρατικού μαρκήσιου, εκδότη και δημοσιογράφου της απαγορευμένης εφημερίδας «La Marseillaise») και Ναταλί Λεμέλ (Nathalie Lemel, 1826 – 1921, φεμινίστρια και στέλεχος της Πρώτης Διεθνούς, η οποία μύησε την Λουϊζ στον Αναρχισμό). Έμεινε στην εξορία 7 σχεδόν χρόνια και δημιούργησε και εκεί προβλήματα στους κρατούντες, όταν η μοναδική μέσα σε όλους τους εξόριστους όχι μόνο πήρε το 1878 θέση υπέρ των εξεγερμένων αυτοχθόνων Κανάκ (Kanak), αλλά επιπλέον είχε προσπαθήσει ήδη από τον Μαϊο του 1875 να τους μορφώσει και να τους δημιουργήσει πολιτική θεωρία.
Σύμβολο της Επανάστασης
Η Λουϊζ επέστρεψε στο Παρίσι στις 9 Νοεμβρίου 1880 μετά από πολιτική αμνηστία που χορηγήθηκε για όλους όσους ακόμα εξέτιαν ποινές που είχαν να κάνουν με την «Κομμούνα» και την υποδέχθηκε πανηγυρικά ένα απέραντο πλήθος 10.000 ομοϊδεατών της στον σταθμό St Lazare. Έχοντας πλέον ενταχθεί στον αναρχισμό, μίλησε σε ένα εξίσου μεγάλο πλήθος σοσιαλιστών και αναρχικών στις 21 Νοεμβρίου και τους επόμενους μήνες αύξησε την επαναστατική της δραστηριότητα, την αρθρογραφία της και τις ομιλίες της σε δημόσιες συγκεντρώσεις.

Πενηντάχρονη πια, αποχαιρέτησε τον Ιανουάριο του 1881 τον μεγάλο επαναστάτη Ωγκίστ Μπλανκί (Louis Auguste Blanqui, 1805 – 1881), εκφωνώντας στην κηδεία του έναν συγκινητικό επικήδειο και καθιέρωσε έκτοτε να ορκίζεται στο όνομά του κάθε φορά που την έσερναν, ως κατηγορούμενη, στα δικαστήρια. Τον Ιούλιο του 1881 εκπροσώπησε το γαλλικό αναρχικό κίνημα στο διεθνές συνέδριο του Λονδίνου («London International Social RevolutionaryCongress»), στο οποίο υιοθετήθηκε η λεγόμενη «έμπρακτη προπαγάνδα («propaganda bydeed», «propagande par le fait», «propaganda durch die Tat») ως μέσο προετοιμασίας της κοινωνικής Επανάστασης.
Τον Ιανουάριο του 1882, σε συγκέντρωση για την πρώτη επέτειο του θανάτου του Μπλανκί, συνελήφθη για μία ακόμη φορά με την κατηγορία της περιύβρισης αρχής και έμεινε στην φυλακή επί 2 εβδομάδες, ενώ παρουσιάζεται από πολλούς να έχει καθιερώσει στις 9 Μαρτίου 1883 στο Παρίσι την μαύρη σημαία των αναρχικών, όταν, κρατώντας μία τέτοια στα χέρια της, ηγήθηκε μαζί με τον μόλις 22χρονο τότε Αιμίλιο Πουζέ (Εmile Pouget, 1860 – 1931) ενός πλήθους εξαγριωμένων ανέργων, μερικοί από τους οποίους άρπαξαν ψωμιά από τρεις φούρνους της πόλης.
Σύμφωνα με άλλες αναφορές, η ίδια είχε υψώσει ξανά την μαύρη σημαία και παλαιότερα, πριν από 12 χρόνια, κατά την διάρκεια της Παρισινής Κομμούνας, τότε όμως με χιαστί οστά και νεκροκεφαλή, η Ιστορία όμως πρωτοεμφανίζει την ύψωση μαύρης σημαίας με πολιτικό – επαναστατικό νόημα νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 1865, στο «Διεθνές Φοιτητικό Συνέδριο» της Λιέγης (Liége), από τους Γάλλους μπλανκιστές. Ως καθοδηγήτρια πάντως εκείνων που λεηλάτησαν τους παρισινούς φούρνους συνελήφθη μετά από αναζήτηση τριών εβδομάδων και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 6 ετών.
Έμεινε στην φυλακή μέχρι τον Ιανουάριο του 1886, οπότε και αποφυλακίστηκε μαζί με άλλα μέλη του αναρχικού κινήματος (Κροπότκιν, Μπορντά, Πουζέ, κ.ά.), έπειτα από χορήγηση πολιτικής αμνηστίας από τον πρόεδρο Grevy, ενώ στα τέλη του ίδιου έτους ο ποιητής Πωλ Βερλαίν (Paul – Marie Verlaine, 1844 – 1896) της αφιέρωσε το ποίημά του «Μπαλάντα προς τιμήν της Λουϊζ Μισέλ» («Ballade en l’ honneur de Louise Michel»).
«Ηθική Αυτουργός»
Aκολούθησε νέα σύλληψη και φυλάκισή της με αφορμή την άγρια απεργία στην Decazeville του Αβεϋρόν (Aveyron), κατά την οποία οι εκεί ανθρακωρύχοι είχαν στις 26 Ιανουαρίου 1886 κακοποιήσει και εκπαραθυρώσει τον εκπρόσωπο της εργοδοσίας μηχανικό Jules Watrin. Οκτώ άντρες απεργοί και δύο γυναίκες είχαν συλληφθεί ως αυτουργοί του λιντσαρίσματος, το οποίο όμως είχε χαιρετιστεί ως «εκτέλεση» από τους επαναστατικούς σοσιαλιστικούς και αναρχικούς κύκλους του Παρισιού και τις εφημερίδες τους. Ακολούθησε η σύλληψη και καταδίκη σε 15μηνη φυλάκιση των επαναστατών σοσιαλιστών αγκιτατόρων Ερνέστου Ρος (Ernest Roche, 1850 – 1917, εκδότη της εφημερίδας «L’ Intransigeant») και Αλμπέρτου Ντουκερσύ (AlbertDucQuercy, 1856 – 1934, συντάκτη της ««Cri du Peuple»») που δρούσαν στην περιοχή.
Οι συλλήψεις και φυλακίσεις έγιναν αφορμή για γενίκευση της απεργίας και σε άλλους κλάδους εργατών της περιοχής, ενώ ανάλογες άγριες απεργίες ξεσπούσαν και σε διάφορες περιοχές του Βελγίου, με πυρπολήσεις εργοστασίων, δημοσίων κτιρίων, εκκλησιών, μοναστηριών και σπιτιών πλουσίων, στην δε γαλλική πρωτεύουσα ο 27χρονος αναρχικός Σαρλ Γκαλό (Charles Gallo, 1859 – 190?), φωνάζοντας «Vive l’ Anarchie!» έστρεφε στις 5 Μαρτίου το περίστροφό του προς τους πανικόβλητους υπαλλήλους του παρισινού Χρηματιστηρίου.
Στην καταστολή που ακολούθησε, εκτός από τους πρωτεργάτες των απεργών συνελήφθησαν και όσοι επαναστάτες σοσιαλιστές και αναρχικοί είχαν, είτε σε άρθρα τους είτε σε ομιλίες τους, επαινέσει την βία. Ανάμεσα σε εκείνους που κατηγορήθηκαν ως «ηθικοί αυτουργοί» ήταν και η Λουϊζ Μισέλ, η οποία εξαιτίας μιας ομιλίας της στο θέατρο «Chateau–d’ Εau» στις 3 Ιουνίου υπέρ των απεργών, κλείστηκε για μία ακόμη φορά στις φυλακές, αυτή την φορά όμως για τέσσερις μήνες.
Απόπειρα κατά της ζωής της
Την Κυριακή 22 Ιανουαρίου 1888 έγινε απόπειρα δολοφονίας της στην Χάβρη (Le Havre) από τον φτωχό 32χρονο βασιλόφρονα Πιέρ Λουκάς (Pierre Lucas). Από τις δύο σφαίρες που ρίχτηκαν εναντίον της, η μία τραυμάτισε το δεξί αυτί της και η άλλη χαράκωσε το αριστερό της μάγουλο. Εκπλήσσοντας τους πάντες, η Λουϊζ όχι μόνο ανέλαβε η ίδια να βρει συνήγορο για τον επίδοξο δολοφόνο της, αλλά επιπρόσθετα τον υπερασπίστηκε και η ίδια στην δίκη του, λέγοντας ότι «είχε απλώς παρασυρθεί από μια άθλια κοινωνία».
Τα τελευταία χρόνια
Το 1890 την συνέλαβαν για μία ακόμη φορά μετά από πύρινους λόγους της με την κατηγορία της «διέγερσης σε στάση» και μόλις μετά βίας γλίτωσε τα χειρότερα, καθώς κατά την μόδα της εποχής στην αντιμετώπιση των αναρχικών οι κρατούντες είχαν πρόθεση να την κλείσουν σε φρενοκομείο. Εγκατέλειψε λοιπόν την Γαλλία, και έζησε κάποια χρόνια σε πολιτική αυτοεξορία στην Αγγλία, όπου όμως το 1895 ήλθε σε πλήρη διάσταση με τους εκεί, επικρατούντες έναντι των αναρχικών, μαρξιστές. Αυτό που υποστήριζε μέχρι τον θάνατό της ήταν η αμεσότητα και η διαύγεια των προθέσεων: «στις ημέρες μας έχουμε ως κύρια όπλα μας την ειλικρίνεια και την αμεσότητα. Είναι προς το συμφέρον μας να εμφανιζόμαστε προς τα έξω όπως ακριβώς είμαστε και σύμφωνα με αυτά που πιστεύουμε».
Κατά την παραμονή της στο Λονδίνο άνοιξε ένα σχολείο για τα παιδιά των πολιτικών προσφύγων (το «International School»), το οποίο κατά τον Τζων Σόττον (John Shotton) απετέλεσε το πρώτο ελευθεριακό σχολείο της Αγγλίας. Μέχρι τον θάνατό της, και πάντα παρακολουθούμενη από την αστυνομία, συνέχισε να περιοδεύει και να δίνει διαλέξεις, τόσο στην Αγγλία όσο και στην Ολλανδία, το Βέλγιο, αλλά και την Γαλλία, στην οποία είχε επιστρέψει από το 1895 για να εκδώσει με τον Σεμπαστιάν Φωρ (Sébastien Faure, 1858 – 1942) την αναρχική εφημερίδα «Libertaire».
Κατά την διάρκεια μιας τέτοιας περιοδείας στην Αλγερία και την νότια Γαλλία πέθανε στις 9 Ιανουαρίου 1905 στο δωμάτιο 11 του «Hotel Oasis» της Μασσαλίας, σε ηλικία 74 ετών. Θάφτηκε στο νεκροταφείο του Λεβαλουά Περέ (Levallois – Perret) του Παρισιού με πολιτική, όπως η ίδια είχε ζητήσει, κηδεία στις 21 Ιανουαρίου και το πλήθος στην κηδεία της ξεπερνούσε σε μήκος το ένα χιλιόμετρο.
Τα μετά θάνατον
Τουλάχιστον μέχρι το 1916 γινόταν κάθε χρόνο μία αγωνιστική εργατική διαδήλωση δίπλα στον τάφο της, ενώ δύο σώματα γαλλόφωνων εθελοντών μαχητών στον Ισπανικό Εμφύλιο ονομάστηκαν «Bataillons Louise Michel» για να τιμηθεί η μνήμη της. Την πρωτομαγιά του 1946 ο σταθμός του Μετρό «Vallier» μετονομάστηκε προς τιμήν της «Louise Michel» και το 1975 ονομάστηκε το ίδιο ο χώρος μπροστά από τον καθεδρικό της «Σακρέ Καιρ» («Sacre Coeur»). Τον Ιανουάριο του 2005, τέλος, η πόλη του Παρισιού αφιέρωσε ολόκληρο τον μήνα στην εκατοστή επέτειο του θανάτου της, και ο Δήμος Παρισιού με το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και τον πολιτιστικό σύλλογο «Actazé» διοργάνωσαν στις 11 και 12 Μαρτίου το συμπόσιο «Louise Michel, figure de la transversalité», στο οποίο μίλησαν περισσότεροι από είκοσι ειδικοί ιστορικοί.
Επίμετρο
«… Γιατί η Louise Michel είναι από τις ελάχιστες γυναίκες που αναγνωρίστηκαν από τη Γαλλική Ιστορία ; Γιατί είναι η μοναδική γυναίκα που έδωσε το ονομά της σε σταθμό του παρισινού μετρό ; Επειδή πολέμησε, είναι αλήθεια, πάνω στα οδοφράγματα για την υπεράσπιση της Κομμούνας του Παρισιού το 1871. Ντυμένη με τη στολή της Εθνοφρουράς, έδωσε τη μάχη με το 61ο Τάγμα της Μονμάρτης. Κραδαίνοντας σημαία, επιτέθηκε στα στρατεύματα των Βερσαλλιών, πυροβόλησε με καραμπίνα Remington χωρίς να δειλιάσει, χωρίς κανένα φόβο. Νύχτες ολόκληρες, υπερασπίστηκε χαρακώματα που βομβάρδιζε ο στρατός του Thiers. ‘Ηταν από τους τελευταίους που είχαν οχυρωθεί στο νεκροταφείο της Μονμάρτης κατά τη διάρκεια της Αιματηρής Εβδομάδας. Το θάρρος της εντυπωσιάζει.
Όταν δικάστηκε από το καθεστώς των Βερσαλλιών, απευθύνθηκε στους δικαστές της, που την καταδίκασαν στην εξορία, με την εξής φράση : «Αν δεν είστε δειλοί, σκοτώστε με». Ο τολμηρός, προβοκατόρικος λόγος της, που ολόκληρος ο τύπος αναπαρήγαγε, την καθιέρωσε ως την ψυχή της Κομμούνας, την εκπρόσωπο του καταπιεσμένου λαού, το πρότυπο των ανυπότακτων γυναικών. Στη Νέα Καλυδωνία, όπου εξορίστηκε επτά χρόνια, η φωνή της εξακολούθησε να κάνει θαύματα : δίδαξε τα μικρά παιδιά, κήρυξε την εξέγερση στους αυτόχθονες Kanaks.
Από τη στιγμή που επέστρεψε θριαμβευτικά στη Γαλλία το 1880 μέχρι το θανατό της, δεν έπαψε να διασχίζει τη χώρα, από πόλη σε πόλη, μνημονεύοντας την Κομμούνα, προφητεύοντας το λαμπρό μέλλον της αναρχίας -την αποθέωση της επανάστασης που θα διώξει σαν κυκλώνας τον παλιό κόσμο και τη φρίκη του και θα μεταμορφώσει κάθε άνθρωπο σε πεταλούδα… ‘Ολοι πια την ξέρουν ως αναρχική ηγέτιδα, αυτήν που δεν πέταξε ποτέ βόμβες, αλλά εξύμνησε τους δράστες βομβιστικών επιθέσεων : «αυτούς που σκοτώνουν τέρατα για να ζήσει η ανθρωπότητα». Πολυγραφότατη, καταπιάστηκε με όλα τα λογοτεχνικά είδη, δημοσιεύοντας ποιήματα, τραγούδια, μυθιστορήματα, δοκίμια, απομνημονεύνατα, θεατρικά έργα, λιμπρέτα, παιδικές ιστορίες, διηγήματα.
Η ζωηρή της πέννα, ενθουσιώδης, εμφατική, εξπρεσιονιστική, όπως και ο βασανισμένος, πυρετώδης, συγκινητικός της λόγος, έχουν την ίδια παλέτα από σκούρο γκρι και έντονο κόκκινο για να περιγράψουν την κοινωνία «με τα σαγόνια δράκου» και τον επικό αγώνα ως «την υπέροχη αυγή της απελευθέρωσης». Υπήρξε μία γυναίκα με δυνατή φωνή….»
(Xavière Gauthier, καθηγήτρια, πρόεδρος της Διεθνούς ‘Ενωσης Louise Michel, συγγραφέας του βιβλίου La Vierge rouge. Biographie de Louise Michel, éditions de Paris, 1999).
Φώτο Γκαλερί

Με τις στενές της φίλες Marie Ferré και Paule Mink, φεμινίστριες και αγωνίστριες της Κομμούνας. Πάνω δεξιά, μια φωτογραφία της Marie Ferré, της καλύτερής της φίλης, που η Louise Michel ήταν πάντα μαζί της (Lucien Descaves papers).
Η φεμινίστρια και αναρχική συγγραφέας και δημοσιογράφος Séverine (Caroline Rémy). Προσωπογραφία του Pierre-Auguste Renoir. The National Gallery of Art, Washington, DC, USA. Βλ. Wikipaintings. Δεξ., γλυπτό του Auguste Rodin.
Η Louise Michel το 1880
Αριστερά, η Louise Michel στο βήμα μιας συγκέντρωσης.
Αριστερά, η Louise Michel σε σκίτσο του γάλλου ζωγράφου Louis Tinayre (γιος Κομμουνάρων ο ίδιος). Βλ. cartoliste.ficedl.
Καρικατούρες της εποχής (Alfred Le Petit, κ.α.).
«Ψωμί ή Θάνατος», καρικατούρα του H. Demare (1883), με αφορμή τη διαδήλωση των ανέργων και τις λεηλασίες.
Η Louise Michel με τη στρατιωτική στολή των Κομμουνάρων. Φωτ. Fontange, 1871. Montreuil – Μusée de l’Histoire vivante.
Οδόφραγμα σε δρόμο του Παρισιού κατά τη διάρκεια της Κομμούνας. Βλ. The Funambulist.
Αναχώρηση καταδίκων για τα στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων της Νέας Καληδονίας. Καρτ ποστάλ Delcampe.
Αριστερά, στρατοπέδο της Νέας Καληδονίας. Καρτ ποστάλ Delcampe. Δεξιά, η Louise Michel εξόριστη (για επτά χρόνια) στη Nouméa, πρωτεύουσα της Νέας Καληδονίας.
Η απόδραση του Rochefort, έργο του γάλλου ζωγράφου Edouard Manet (1881). Υποστηρικτής της Κομμούνας πριν στραφεί σε ακροδεξιές λαικίστικες θέσεις, ο δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας Henri Rochefort πραγματοποίησε τη μοναδική επιτυχημένη απόδραση από τα κάτεργα της Νέας Καληδονίας. Φίλος και θαυμαστής της Louise Michel, ήταν από τους πρώτους που την υποδέχτηκαν όταν επέστρεψε στο Παρίσι. Σ’ αυτόν θα χαρίσει η Louise Michel μετά από χρόνια τη μία από τις δύο σφαίρες που της έριξαν σε μία συγκέντρωση με το εξής σημείωμα : «Ενθύμιο από τη σφαίρα με το κομμένο αυτί που βρέθηκε στο καπέλο μου».
Η άφιξη της Louise Michel στο σιδηροδρομικό σταθμό Saint-Lazare του Παρισιού το 1880, όπου την υποδέχτηκαν οι Henri de Rochefort, Louis Blanc και Georges Clémenceau. Βλ. Ateneu Libertari Estel Negre.
Στις 22 Ιανουρίου του 1888, κι ενώ είχε πάρει το λόγο σε μία μεγάλη συγκέντρωση στη Χάβρη, η Louise Michel πυροβολήθηκε από πίσω δύο φορές από έναν μοναρχικό Βρετόνο, τον Pierre Lucas. Μία σφαίρα διαπέρασε το καπέλο της και η άλλη σφηνώθηκε στον αριστερό κροταφικό λοβό του εγκεφάλου της (απ’ όπου δεν βγήκε ποτέ). Ατάραχη, καθησύχασε τους 2.000 ακροατές της, λέγοντας πως επρόκειτο μόνο για έναν ηλίθιο που έριξε με άσφαιρα.
Η Louise Michel όχι μόνο αρνήθηκε να μηνύσει τον απλοικό επίδοξο δολοφόνο της, αλλά τον συνέδραμε και με έναν δικηγόρο, ώστε να αθωωθεί. Επικοινωνούσε μαζί του και στο τέλος του αφιέρωσε κι ένα ποιημά της, τον Βρετόνο :»Ο γιος αυτός των ακτών της Αρμορικής, των ακτών όπου η θάλασσα ουρλιάζει, πήγαινε χαμένος στις σκέψεις και τον μυστικισμό του… Ας παραμείνει ελεύθερος μέσ’ τη σκιά του, γι’ αυτόν δεν έχουμε νόμο».
Στο σπίτι της. Φωτ.Dornac (Paul Francois Arnold Cardon). Archives Larousse, Paris. Giraudon, The Bridgeman Art Library.
Η κηδεία της Louise Michel, έργο του χαράκτη Albert Peters Desteray.
Η νεκρική πομπή βγαίνει από το Παρίσι από την Πύλη της Asnières. Ο επικήδειος λόγος της δημοσιογράφου Séverine στο νεκροταφείο του Levallois-Perret. Οι φίλες της Louise Michel πίσω από το φερετρό της. O τάφος της Louise Michel. Βλ. Histoire de la Commune de Paris 1871, The Project Gutenberg eBook of L’illustration, BNF/Agence Meurisse.
«Η εξουσία είναι καταραμένη. Να γιατί είμαι αναρχική». Αφίσα στο γαλλικό Μάη του ’68.
«Ενα πλοίo για τη Γάζα«. Το γαλλικό σκάφος Louise Michel ακινητοποιημένο στον Πειραιά το 2011 εξαιτίας της κυβερνητικής απαγόρευσης απόπλου.
Η Louise Michel στην εξορία μέσα από τις είκόνες της ταινίας Louise Michel la rebelle της σκηνοθέτριας Sólveig Anspach (2010). Σε αντίθεση με άλλους Κομμουνάρους, που περιφρονούσαν τους αυτόχθονες Κanaks, η Louise Michel υποστήριξε την εξεγερσή τους το 1878, και αφιερώθηκε στη μορφωσή τους για έναν ακόμη λόγο, ήταν δασκάλα. (Περισσότερα για την ταινία εδώ: Βιβλία,ταινίες & ντοκιμαντέρ για την Παρισινή Κομμούνα)
Βιβλία (στα ελληνικά) για την Λουίζ Μισέλ
Louise Michel: «σας γράφω από τη νύχτα μου»
εκδ. συντεχνίαπλην και σε pdf https://syntexnia.net
«Ανήκω ολόκληρη στην κοινωνική επανάσταση και δηλώνω ότι αποδέχομαι την ευθύνη των πράξεών μου… Αυτό που ζητώ από εσάς… είναι το στρατόπεδο του Satory όπου βρίσκονται ήδη πεσμένα τα αδέρφια μας… Επειδή φαίνεται πως κάθε καρδιά που χτυπά για την ελευθερία, δεν δικαιούται τίποτε άλλο παρά μονάχα λίγο μολύβι, απαιτώ το μερίδιό μου. Αν με αφήσετε να ζήσω, δεν θα σταματήσω να φωνάζω εκδίκηση και θα καταγγέλλω, σε εκδίκηση των αδερφών μου, τους δολοφόνους της Επιτροπής Απονομής Χάριτος…» Louise Michel
Η Κόκκινη Παρθένα και το Όραμα της Ουτοπίας
Με υπόβαθρο τη βία και την κρατική καταστολή, σε μια ταραχώδη περίοδο της γαλλικής ιστορίας, το graphic novel Η Κόκκινη Παρθένα και το όραμα της ουτοπίας καταγράφει την ασύλληπτη ζωή της Λουίζ Μισέλ, της επαναστάτριας φεμινίστριας γνωστής και ως η «Κόκκινη Παρθένα της Μονμάρτρης».
Η Λουίζ ήταν μια ξεχωριστή γυναίκα αλλά λίγα είναι γνωστά γι’ αυτήν εκτός Γαλλίας. Περιβόητη αναρχική, δασκάλα, αγορήτρια και ποιήτρια, ήταν δεκαετίες μπροστά από την εποχή της…
Η Κόκκινη Παρθένα και το όραμα της ουτοπίας, ένας φόρος τιμής στην ανάγκη της ουτοπίας στη λογοτεχνία και την πολιτική του δεκάτου ενάτου αιώνα καθώς και στις ρίζες της επιστημονικής φαντασίας, είναι η τρίτη συνεργασία της ακαδημαϊκού και σεναριογράφου επιτυχημένων graphic novels Mary Talbot, με τον σύζυγό της, πρωτοπόρο των graphic novels, Bryan Talbot. Το πρώτο τους βιβλίο Dotter of Her Father’s Eyes κέρδισε το 2012 το βραβείο βιογραφίας στο διαγωνισμό Costa Book Awards.
Louise Michel La Rebelle(ταινία)
Το La Rebelle αποτελεί τη βιογραφική ταινία της Λουίζ Μισέλ, γυναίκας επαναστάτριας που συμμετείχε στην Παρισινή Κομμούνα.Βγήκε το 2009 και αναφέρεται στη ζωή της Λουίζ από τη στιγμή της καταδίκης της και της εξορίας της στην Ωκεανία ως την επιστροφή της στη διδασκαλία όταν έγινε η γενική αμνηστία. Επικεντρώνεται στη σχέση που αναπτύσσει με τους συντρόφους της στη διάρκεια του εγκλεισμού της και στη σχέση με τους ιθαγενείς και τη συμμετοχή της στην αντίστασή τους στην αποικιακή Γαλλία.
Η μετάφραση και ο υποτιτλισμός έγινε από την Κατάληψη Σινιάλο τον Μάη του 2014, όπου και προβλήθηκε στο πλαίσιο των γενεθλίων για τα 4 χρόνια της κατάληψης. Επίσης προβλήθηκε στο 1 φεστιβάλ αναρχικού βιβλίου στην Πάτρα.Το κατεβάζετε από το http://www.black-tracker.gr/details.p…Το torrent περιέχει 3 αρχεία:
Louise Michel La Rebelle
Δείτε και αυτό το αφιέρωμα :
1871-2021: 150 χρόνια από την Παρισινή Κομμούνα