Του Δημήτρη Αγγελίδη
Υπό σοβαρή αμφισβήτηση ο οργανισμός που η Ευρώπη θέλει για εμπροσθοφυλακή, με γιγαντωμένο προϋπολογισμό και με 10.000 μόνιμους αξιωματικούς να τοποθετούνται στα σύνορα τα επόμενα χρόνια με αυξημένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες. ● Οι κρυφές συναντήσεις με εταιρείες όπλων και συστημάτων ασφαλείας, ενώ δεν υπάρχει σήμερα νομική ρύθμιση που επιτρέπει στους αξιωματούχους ευρωπαϊκών υπηρεσιών να φέρουν όπλα και δεν έχουν ρυθμιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα ζητήματα συλλογής και επεξεργασίας βιομετρικών δεδομένων.
Πιο βαθιά στην ανυποληψία και το χάος βυθίζεται η Frontex ύστερα από τις νέες αποκαλύψεις του ευρωπαϊκού Τύπου τις τελευταίες ημέρες για καταγγελίες σχετικά με σκάνδαλα διαφθοράς, μυστικές και αμφιλεγόμενες επαφές με το λόμπι της ευρωπαϊκής βιομηχανίας όπλων και συστημάτων ασφαλείας, για υποβάθμιση του μηχανισμού επιτήρησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για αδιαφάνεια και ψέματα, όπως και για το χαμηλό ηθικό και τις εσωτερικές διαμάχες που επικρατούν στην υπηρεσία την ώρα που γιγαντώνεται και ετοιμάζεται να αναλάβει κομβικό ρόλο στη λεγόμενη φύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων.
Οι νέες αποκαλύψεις έρχονται σε μια στιγμή που η υπηρεσία εξακολουθεί να ελέγχεται για τις αποκαλύψεις για εμπλοκή σε παράνομες επιχειρήσεις επαναπροώθησης του ελληνικού Λιμενικού στο Αιγαίο όπως και για συγκάλυψη των υποθέσεων. Τόσο εκείνες οι αποκαλύψεις όσο και οι νέες θέτουν σε αμφισβήτηση το ίδιο το θολό και αμφιλεγόμενο δόγμα της φύλαξης των συνόρων, που θέλει τη Frontex εμπροσθοφυλακή της Ευρώπης-φρούριο, με γιγαντωμένο προϋπολογισμό και με 10.000 μόνιμους αξιωματικούς να τοποθετούνται στα σύνορα τα επόμενα χρόνια με αυξημένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες.
Οι αποκαλύψεις, νέες και προηγούμενες, αναδεικνύουν επίσης τις νέες διεργασίες που επιχειρούνται στον ευρωπαϊκό Τύπο, με συνέργειες μεταξύ δημοσιογραφικών ομάδων από διαφορετικά μέσα ενημέρωσης και από διαφορετικές χώρες, με εντυπωσιακά αποτελέσματα αξιοπιστίας και παρέμβασης στον δημόσιο λόγο, στην κατεύθυνση του κριτικού ελέγχου των ευρωπαϊκών θεσμών που διολισθαίνουν επικίνδυνα στην αυθαιρεσία και την αδιαφάνεια.
Εξηγείται έτσι και στους πιο δύσπιστους γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία έχει εναποθέσει τις ελπίδες της αντιπροσφυγικής πολιτικής της στην αναβαθμισμένη Frontex, επιχειρεί συστηματικά εδώ και έναν χρόνο να απαξιώσει με φαιδρά επιχειρήματα τις αποκαλύψεις του Τύπου, μιλώντας τάχα για αναπαραγωγή ψευδών ειδήσεων της τουρκικής προπαγάνδας.
Κρυφές συναντήσεις
Εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία για τις υπόγειες και μυστικές επαφές της Frontex με τις μεγαλύτερες εταιρείες όπλων και συστημάτων ασφαλείας, αυτές στις οποίες αναθέτει η υπηρεσία την προμήθεια πανάκριβου εξοπλισμού.
Τα στοιχεία για τις επαφές με το λόμπι της βιομηχανίας προέρχονται από την επεξεργασία και ανάλυση των αρχείων της Frontex που παρουσιάζονται σε έκθεση της οργάνωσης Corporate Europe Observatory και σε δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού περιοδικού ZDF Magazine Royale με τη συνεργασία της ερευνητικής ομάδας Disinfaux Collective και την οργάνωση Ask the State. Τα αρχεία δημοσιοποιήθηκαν με τη διαδικασία της αίτησης εγγράφων δημοσίου συμφέροντος της Ε.Ε. από το περιοδικό. H ίδια η Frontex δεν έχει δημοσιεύσει το μητρώο διαφάνειας για τις επαφές με ομάδες συμφερόντων αγνοώντας σχετικό αίτημα ευρωβουλευτών πριν από δύο χρόνια.
Σε ερώτηση του περιοδικού στα τέλη Ιανουαρίου, η υπηρεσία απάντησε ότι δεν πραγματοποιεί συναντήσεις με ομάδες λόμπι. Αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι από το 2017 μέχρι το 2019 έγιναν 16 συναντήσεις με περισσότερους από 150 εκπροσώπους των λόμπι της βιομηχανίας όπλων και συστημάτων επιτήρησης, η μεγάλη πλειονότητα των οποίων δεν είναι γραμμένοι στο σχετικό μητρώο της Ε.Ε.
Στις συναντήσεις αυτές οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας έκαναν εμπορικού τύπου παρουσιάσεις όπλων και συστημάτων επιτήρησης, από περίστροφα και σφαίρες μέχρι αισθητήρες κίνησης, ντρόουν, κάμερες και σέρβερ αποθήκευσης βιομετρικών δεδομένων. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει σήμερα νομική ρύθμιση που επιτρέπει στους αξιωματούχους ευρωπαϊκών υπηρεσιών να φέρουν όπλα, ενώ δεν έχουν ρυθμιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα ζητήματα συλλογής και επεξεργασίας βιομετρικών δεδομένων.
Με άλλα λόγια, οι συναντήσεις της Frontex με τους εκπροσώπους της βιομηχανίας δεν έγιναν σε εφαρμογή μιας πολιτικής που έχει αποφασιστεί, αλλά προηγήθηκαν, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στη βιομηχανία να επηρεάζει τη μεταναστευτική και προσφυγική πολιτική της Ε.Ε. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις συναντήσεις αυτές οι πρόσφυγες και οι μετανάστες αντιμετωπίζονται σχεδόν αποκλειστικά σαν απειλή ή σαν αντικείμενο προς διαχείριση, γεγονός που βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με το διεθνές δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το γεγονός ότι στις συναντήσεις δεν συμμετείχαν εκπρόσωποι οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πως φαίνεται ότι η Frontex υπονομεύει συστηματικά στην πράξη τους μηχανισμούς επιτήρησης δικαιωμάτων μέσα στην υπηρεσία ενισχύει την εντύπωση ότι η κατεύθυνση και η λειτουργία της υπηρεσίας, αν όχι η μεταναστευτική και προσφυγική πολιτική της Ε.Ε., επηρεάζονται, αν δεν υπαγορεύονται, από τα ισχυρά συμφέροντα των βιομηχανιών.
Χάος, έριδες, νεποτισμός και σκάνδαλα
Καταστάσεις χάους και κακοδιαχείρισης στο εσωτερικό της Frontex που μαστίζεται από έριδες, αποκαλύπτει η έρευνα του γερμανικού περιοδικού «Spiegel», της γαλλικής εφημερίδα «Liberation» και του οργανισμού μέσων ενημέρωσης Lighthouse Reports, που μίλησαν με περισσότερους από δέκα αξιωματούχους της υπηρεσίας, ανώνυμα για τον φόβο της απόλυσης, και εξέτασαν δεκάδες έγγραφα σχετικά με την υπηρεσία.
Πολλοί πρώην υπάλληλοι αποκαλούν μεταξύ τους τον διευθυντή της υπηρεσίας Φαμπρίς Λετζέρι «δικτάτορα» και τη μικρή ομάδα του γραφείου του, στην οποία έχει διορίσει κυρίως συμπατριώτες του Γάλλους, «France Telecom», μια αναφορά στη γαλλική εταιρεία τηλεπικοινωνιών με βαρύ κακοποιητικό περιβάλλον εργασίας, που είχε οδηγήσει στην αυτοκτονία 35 εργαζόμενους τo 2008 και το 2009 και σε δίκη το διοικητικό προσωπικό δέκα χρόνια μετά.
Ο Λετζέρι, ο οποίος εργαζόταν στο γαλλικό υπουργείο Εσωτερικών στο τμήμα παράτυπης μετανάστευσης, έχει διορίσει στενό του συνεργάτη τον Τιμπό ντε λα Χάι Ζουσλίν, γόνο αριστοκρατικής οικογένειας της νότιας Γαλλίας και πρώην συνεργάτη Γάλλου βουλευτή, μέλους φοιτητικής ακροδεξιάς παράταξης.
Πρώην εργαζόμενοι καταγράφουν την έλλειψη ενδιαφέροντος του Λετζέρι για τα ανθρώπινα δικαιώματα και αναφέρονται σε προσπάθεια υπονόμευσης της Αξιωματικού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της υπηρεσίας Ινμακιουλάντα Αρνάεζ, με την οποία ήρθε σε ρήξη το 2019, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε στην αξιωματικό διευρυμένες αρμοδιότητες και επιπλέον 40 άτομα προσωπικό που θα είχαν τη δυνατότητα να διεξάγουν έρευνες για την τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα σύνορα.
Τον Νοέμβριο του 2019, ενώ η Αρνάεζ βρισκόταν σε αναρρωτική άδεια, ο Λετζέρι προκήρυξε διαγωνισμό για τη θέση της, χωρίς την προβλεπόμενη έγκριση του Δ.Σ. της Frontex. Εγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής χαρακτηρίζει την ενέργεια «με δυο λόγια παράνομη» και «απόπειρα απαξίωσης ή εκφοβισμού της Αρνάεζ».
Σύμφωνα με τις πηγές, ο Λετζέρι αγνόησε τις προειδοποιήσεις της Αρνάεζ για σοβαρές παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων στο Αιγαίο, όπως είχε αγνοήσει την έκκλησή της να αποσυρθεί η Frontex από την Ουγγαρία το 2016, όταν η κυβέρνηση Ορμπαν νομιμοποίησε τις επαναπροωθήσεις. Εν τέλει η Frontex αποσύρθηκε από την Ουγγαρία πριν από μερικές εβδομάδες ύστερα από απόφαση του Δικαστηρίου της Ε.Ε.
«Το ελληνικό Λιμενικό πραγματοποιεί συστηματικά εδώ και μήνες επαναπροωθήσεις. Σταματούν βάρκες προσφύγων σε ελληνικά θαλάσσια ύδατα και ορισμένες φορές καταστρέφουν τη μηχανή πριν τους ρυμουλκήσουν προς την Τουρκία. Η κυβέρνηση της Αθήνας έχει εφεύρει τον όρο “επιθετική επιτήρηση” για αυτή την πρακτική. Στην πραγματικότητα, είναι παράνομη» σημειώνει το «Spiegel».
Aναφέρεται στις προσπάθειες του Λετζέρι να συγκαλύψει τις αναφορές, επικαλούμενος θολές εκθέσεις του ελληνικού Λιμενικού, και αναφέρεται σε Γερμανό αξιωματικό της Frontex o oποίος συμμετείχε στη δύναμη της Frontex στη Σάμο και ζήτησε από τους ανωτέρους του στις 28 Νοεμβρίου 2020 να μη συμμετέχει σε επαναπροωθήσεις. «Αποφάσισα ότι εγώ προσωπικά δεν μπορώ να δεχτώ τα μέτρα που παίρνουν οι Ελληνες και σίγουρα δεν μπορώ να τα υποστηρίξω» τους έγραψε.
Ως προς την έρευνα της Frontex από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), τα δημοσιεύματα αποκαλύπτουν πως δεν αφορά μόνο τις επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο, αλλά επίσης κατηγορίες για πιθανό οικονομικό σκάνδαλο, όπως και εργασιακή παρενόχληση, για την οποία δεν δίνονται περισσότερες λεπτομέρειες, αλλά αφήνεται να εννοηθεί ότι συμπεριλαμβάνουν τον προσωπικό τρόπο διοίκησης του Λετζέρι.
Το πιθανό σκάνδαλο αφορά την προμήθεια λογισμικού για την εκπαίδευση αξιωματικών της Frontex από πολωνική εταιρεία τεχνολογίας έναντι εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ. Οι εργαζόμενοι της Frontex είχαν ενημερώσει γραπτώς από το 2018 ότι το λογισμικό παρουσίαζε δυσλειτουργίες που πιθανότατα ισοδυναμούν με απάτη. Ο Λετζέρι δεν ανέφερε το περιστατικό στην OLAF, παρ’ όλο που ήταν υποχρεωμένος, πλήρωσε το μεγαλύτερο μέρος της προμήθειας στην εταιρεία και συνεχίζει μέχρι σήμερα να συνεργάζεται μαζί της με συμβόλαια εκατομμυρίων ευρώ.
Την εικόνα συμπληρώνουν μαρτυρίες νυν αξιωματικών της Frontex, μέλη του μόνιμου προσωπικού, που εκφράζουν απογοήτευση, ελλείψεις εξοπλισμού και υποδομής και χαμηλό ηθικό και σκέφτονται να παραιτηθούν. Αναφέρεται σε έλλειψη σε οχήματα της υπηρεσίας με αποτέλεσμα να πρέπει να νοικιάζονται πανάκριβα SUV, ενώ αξιωματικοί καταγγέλλουν ότι έχει χρειαστεί να πληρώνουν βενζίνη από την τσέπη τους όπως και να αγοράζουν μέρη της στολής τους που έλειπαν, χωρίς να καταφέρουν να αποζημιωθούν για γραφειοκρατικούς λόγους.