Εταιρείες ορυκτών καυσίμων και άλλες που συνεργάζονται στενά μαζί τους, συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών που καταβάλλουν τις μεγαλύτερες δαπάνες σε διαφημίσεις που έχουν σχεδιαστεί για να μοιάζουν με αποτελέσματα αναζήτησης στην Google, σε μια προσπάθεια που, όπως καταγγέλλουν ακτιβιστές, αποτελεί κραυγαλέο παράδειγμα να εμφανιστούν υπέρ μιας «καθαρής πράσινης ανάπτυξης».
Ο Guardian ανέλυσε τις διαφημίσεις που προβλήθηκαν στα αποτελέσματα αναζήτησης της Google για 78 όρους που σχετίζονται με το κλίμα, σε συνεργασία με το InfluenceMap, ένα thinktank που παρακολουθεί τις ενέργειες λόμπι των ρυπογόνων βιομηχανιών.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι πάνω από μία στις πέντε διαφημίσεις που προβλήθηκαν στη μελέτη – περισσότερες από 1.600 συνολικά – πληρώθηκαν και καταχωρίστηκαν από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στα ορυκτά καύσιμα.
Οι διαφημιζόμενοι πληρώνουν για την εμφάνιση των διαφημίσεών τους στη μηχανή αναζήτησης, όταν ένας χρήστης ζητά συγκεκριμένους όρους. Οι διαφημίσεις είναι ελκυστικές για τις επιχειρήσεις αυτές, επειδή μοιάζουν πολύ στην εμφάνιση με τα αποτελέσματα αναζήτησης: περισσότεροι από τους μισούς χρήστες σε μια έρευνα του 2020 ανέφεραν ότι δεν μπορούσαν να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ μιας καταχώρισης επί πληρωμή και ενός κανονικού αποτελέσματος αναζήτησης στην Google.
Η ExxonMobil, η Shell, η Aramco, η McKinsey και η Goldman Sachs ήταν μεταξύ των 20 κορυφαίων διαφημιζόμενων στους όρους αναζήτησης, ενώ διάφοροι άλλοι παραγωγοί ορυκτών καυσίμων και οι χρηματοδότες τους πλήρωσαν και καταχώρισαν επίσης τέτοιες διαφημίσεις.
Ο Jake Carbone, ανώτερος αναλυτής δεδομένων στο InfluenceMap, ανέφερε: «Η Google επιτρέπει σε ομάδες που έχουν σημαντικά συμφέροντα στη συνεχή χρήση ορυκτών καυσίμων, να πληρώσουν για να επηρεάσουν τις πληροφορίες – πηγές που λαμβάνουν οι άνθρωποι όταν προσπαθούν να ενημερωθούν.
«Ο τομέας του πετρελαίου και του φυσικού αερίου έχει αλλάξει πλέον στρατηγική κι έχει πάψει να αμφισβητεί την αποδεδειγμένη επιστημονικά κλιματική αλλαγή και τώρα επιδιώκει να επηρεάσει τη δημόσια συζήτηση σχετικά με την απαλλαγή από τις εκπομπές αερίων προς όφελός του», προσθέτει με νόημα ο Carbone.
Οι διαφημίσεις της μεγάλης πετρελαϊκής Shell – 153 καταμετρήθηκαν συνολικά – εμφανίστηκαν στο 86% των αναζητήσεων για «καθαρό μηδέν». Πολλοί προώθησαν τη δέσμευσή της να γίνει εταιρεία καθαρού μηδενισμού έως το 2050 και να ευθυγραμμιστεί με τον στόχο θέρμανσης 1,5 C.
Ωστόσο, η στρατηγική καθαρής ανάπτυξης της Shell βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε συμψηφισμούς στην κατοχή άνθρακα, όπως αποκαλύπτει ανάλυση του Carbon Brief, η οποία λέει: «Παρά την «υψηλά φιλόδοξη» ρητορική της… το όραμα της Shell για τη συνέχιση της χρήσης πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα μέχρι το τέλος του αιώνα παραμένει ουσιαστικά ο ίδιος».
Προσπαθώντας να «θολώσει» το τοπίο, εκπρόσωπος της Shell δήλωσε: «Ο στόχος της Shell είναι να γίνει μια επιχείρηση ενέργειας καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050, σε συνάρτηση με την κοινωνία. Η βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ένταση και οι απόλυτοι στόχοι μας είναι συνεπείς με τον πιο φιλόδοξο στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου της συμφωνίας του Παρισιού».
Η Goldman Sachs, η οποία παρείχε σχεδόν 19 δισεκατομμύρια δολάρια σε δανεισμό στη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων το 2020, είχε τον τρίτο υψηλότερο αριθμό διαφημίσεων. Οι διαφημίσεις της τράπεζας εμφανίστηκαν σε σχεδόν έξι στις 10 αναζητήσεις για «ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», με πολλές να τονίζουν τη «συνεχή δέσμευσή της για βιώσιμη χρηματοδότηση».
Οι διαφημίσεις της εταιρείας συμβούλων McKinsey εμφανίστηκαν σε περισσότερες από οκτώ στις 10 αναζητήσεις για «ενεργειακή μετάβαση» και σε τέσσερις στις 10 αναζητήσεις για «κλιματικούς κινδύνους». Οι διαφημίσεις της ανέφεραν: «Η McKinsey συνεργάζεται με πελάτες που προωθούν την καινοτομία και την ανάπτυξη που προάγει τη βιωσιμότητα».
Παράλληλα με το έργο της για τις βιώσιμες επενδύσεις ωστόσο, η εταιρεία λαμβάνει σημαντικά έσοδα από πελάτες ορυκτών καυσίμων. Τα τελευταία χρόνια η McKinsey έχει συμβουλέψει 43 από τις 100 πιο ρυπογόνες εταιρείες στον κόσμο, σύμφωνα με τους New York Times.
Εκπρόσωπος της McKinsey επεσήμανε άρθρο γραμμένο από έναν διευθύνοντα συνεργάτη της εταιρείας, στο οποίο αναφέρεται: «Δεν υπάρχει τρόπος να επιτευχθούν μειώσεις εκπομπών χωρίς να συνεργαστείτε με αυτές τις βιομηχανίες στη γρήγορη μετάβαση».
Η Aramco, η κρατική εταιρεία πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας, η οποία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, είχε 114 διαφημίσεις με τις λέξεις-κλειδιά «αποθήκευση άνθρακα», «δέσμευση άνθρακα» και «ενεργειακή μετάβαση». Ορισμένες από τις διαφημίσεις τους ισχυρίζονταν ότι η εταιρεία «προώθησε τη βιοποικιλότητα» και «προστατεύει τον πλανήτη».
Ενδεικτική είναι η δήλωση της Melissa Aronczyk, αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο Rutgers: «Τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1980 στις ΗΠΑ, υπήρξε μια πολύ συντονισμένη προσπάθεια από τις εταιρείες δημοσίων σχέσεων για να βοηθήσουν τις ρυπογόνες εταιρείες να αναπτύξουν στρατηγικές που να τις εμφανίζουν «πράσινες» διατηρώντας παράλληλα τις συνήθεις εργασίες τους. Πολλές από τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν οι εταιρείες αυτές είναι τόσο αποσπασματικές που δεν ισοδυναμούν με κανενός είδους μακροπρόθεσμη ή συστημική αλλαγή».
Ο Johnny White, δικηγόρος στην περιβαλλοντική φιλανθρωπική οργάνωση ClientEarth, ζήτησε αυστηρότερες ρυθμίσεις για τις διαφημίσεις που καταχωρίζονται από ρυπογόνες βιομηχανίες. «Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων ξοδεύουν εκατομμύρια σε απίστευτα εξελιγμένες διαφημιστικές καμπάνιες, με αποτέλεσμα η διάκριση μεταξύ πραγματικότητας φαντασίας να καθίσταται πολύ δύσκολη για το κοινό. Το επιζήμιο greenwashing έχει γίνει ενδημικό – για να το εξαλείψουμε πρέπει να νομοθετήσουμε απαγορεύσεις σε όλες τις διαφημίσεις ορυκτών καυσίμων, όπως ακριβώς συνέβη με τον καπνό», συγκεκριμενοποίησε την πρότασή του.
Η μελέτη των Guardian και InfluenceMap εξέτασε επίσης «αποσπάσματα», τα οποία δεν πληρώνονται, αλλά επιλέγονται από τον αλγόριθμο της Google ως το πιο σχετικό αποτέλεσμα. Η βρετανική εφημερίδα βρήκε το απόσπασμα που επιλέχθηκε για τον όρο «fracking» που συνδέεται με τον ιστότοπο μιας ομάδας λόμπι πετρελαίου και φυσικού αερίου, την Independent Petroleum Association of America.
Απαντώντας στην ερώτηση: «Είναι το fracking απειλή για τη δημόσια υγεία;», η σελίδα IPAA αναφέρει: «Όχι. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν άφθονα στοιχεία ότι η αυξημένη χρήση φυσικού αερίου… έχει βελτιώσει τη δημόσια υγεία βελτιώνοντας δραματικά την ποιότητα του αέρα τα τελευταία χρόνια».
Μια πολυετής έρευνα από την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ κατέληξε το 2016 στο συμπέρασμα ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το fracking είχε βλάψει την παροχή πόσιμου νερού.
Σε αντίθεση με το Facebook, η Google δε διαθέτει δημόσια προσβάσιμη βιβλιοθήκη διαφημίσεων, πράγμα που σημαίνει ότι είναι δύσκολο να αναλυθεί η διαφήμιση στην πλατφόρμα. Στην Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο, η Google παρέχει ολοκληρωμένα δεδομένα μόνο για διαφημίσεις που αναφέρονται απευθείας σε πολιτικούς ή ένα πολιτικό κόμμα ή σε διαφημίσεις που περιέχουν ερώτηση για κάποιο δημοψήφισμα.
Ένας εκπρόσωπος της μηχανής αναζήτησης απάντησε στις σχετικές αιτιάσεις: «Πρόσφατα κυκλοφόρησε μια νέα πολιτική που θα απαγορεύει ρητά τις διαφημίσεις που προωθούν την άρνηση της κλιματικής αλλαγής. Αυτή η πολιτική ισχύει για όλους τους διαφημιζόμενους, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών εταιρειών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, και θα αποκλείσουμε ή θα καταργήσουμε τυχόν διαφημίσεις που περιέχουν περιεχόμενο που την παραβιάζει».
Από την πλευρά της η ExxonMobil δήλωσε, μέσω εκπροσώπου της: «Η ExxonMobil έχει συμβάλει στην ανάπτυξη της κλιματικής επιστήμης για δεκαετίες και έχει κάνει το έργο της διαθέσιμο στο κοινό. Και καθώς αναπτύχθηκε η κατανόηση της κλιματικής αλλαγής από την επιστημονική κοινότητα, η ExxonMobil ανταποκρίθηκε ανάλογα».
Η Aramco και η Goldman Sachs δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχολιασμό.
Πηγή: efsyn.gr
Δείτε και αυτά:
Ελλάδα:Greenpeace παρουσία θαλάσσιων θηλαστικών στην περιοχή που σχεδιάζουν εξορύξεις πετρελαίου
Οι 20 εταιρείες που παράγουν το 55% των πλαστικών σκουπιδιών παγκοσμίως