Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα ή αναρχικά μέσα και σκοποί;
Του Γιώργου Μεριζιώτη

“ Καμιά επανάσταση δε μπορεί να γίνει μέσο απελευθέρωσης για τον άνθρωπο, αν τα μέσα που χρησιμοποιούνται για να την προωθήσουν δεν είναι ταυτόσημα στο πνεύμα και στην προοπτική με τους σκοπούς που θέλουν να επιτύχουν.
Η επανάσταση… είναι πρώτα και πάνω απ’ όλα τ’ άλλα η επανεκτίμηση και ο φορέας νέων αξιών. Είναι ο μεγάλος δάσκαλος της νέας ηθικής, που εμπνέει τους ανθρώπους μ’ ένα καινούργιο νόημα για τη ζωή και τις εκδηλώσεις της, ενώ στις κοινωνικές σχέσεις, είναι ο διανοητικός και πνευματικός αναπλάστης ”. Έμμα Γκόλντμαν *
1. «Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα » μια σύντομη ιστοριογραφική προσέγγιση.
Προλογικό
Ως γνωστών, στην παπική Εκκλησία, τα συγχωροχάρτια τα έδιναν με υλικά ανταλλάγματα και ως εκ τούτου έγιναν μεγάλη πληγή και αίτια καταχρήσεων. Κατάντησαν, μάλιστα, να πωλούνται όχι μονάχα σε αυτούς που έφταιξαν, αλλά και σε ηγεμόνες και κακούργους, ακόμη και για πράξεις που θα γίνονταν στο μέλλον!
Η κατάχρηση των συγχωροχαρτιών έφτασε στον κολοφώνα τα δόξας της στη Γερμανία, όπου ένας μοναχός, ο Τέτσελ, απεσταλμένος του Πάπα Λέοντα Ι’ πούλαγε συγχωροχάρτια για το τελείωμα, δήθεν, του ναού του Αγίου Πέτρου της Ρώμης. Το σύστημα αυτό έφερνε πολλά χρήματα. Στα τέλη, μάλιστα, του Μεσαίωνα, οι Πάπες το καθιέρωσαν παντού, λέγοντας ότι είναι ένα μέσο, για να παροτρύνουν τους πιστούς να συμμετάσχουν στις Σταυροφορίες.
Ο σκοπός, έλεγαν, αγιάζει τα μέσα που μεταχειρίζονταν, για να μαζεύουν χρήματα κι έτσι να γιομίζουν τα παπικά ταμεία, να αυξάνουν τον παπικό προϋπολογισμό. Ο Πάπας, μάλιστα, ο Κάλλιστος Γ’, έδινε συγχωροχάρτια και για τις ψυχές που βρίσκονταν στο Καθαρτήριο. Από αυτά τα συγχωροχάρτια έμεινε από τότε η παροιμιακή φράση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
α) Ιησουιτισμός
Οι Ιησουίτες θεωρούνται πολύ αυστηρό θρησκευτικό τάγμα τα μέλη του οποίου ορκίζονται πενία, αγνότητα και υπακοή με έμβλημα την φράση «Ad Majorem Dei Gloriam», δηλαδή « Για τη Μεγαλύτερη Δόξα του Θεού». Το τάγμα ιδρύθηκε από τον ισπανό ιππότη Ιγνάτιο Λογιόλα το 1539 και τον επόμενο χρόνο έλαβε την παπική έγκριση. Σχεδόν εξαρχής απέκτησε τεράστια επιρροή, καθώς τα μέλη του επενέβαιναν σημαντικά στην ευρωπαϊκή πολιτική. Οι Ιησουίτες είχαν εμπλακεί σε αρκετές συνωμοσίες.
Οι Ιησουίτες κήρυτταν με φανατισμό πως «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και γι αυτό το τάγμα βοήθησε στην εξάπλωση της Ιεράς Εξέτασης, σε μια μαύρη περίοδο στην ιστορία της εκκλησίας – η οποία συστάθηκε το 1480, δηλαδή 60 χρόνια πριν από το Τάγμα του Ιησού λάβει την παπική βούλα. Η Ιερά Εξέταση αρχικά ήταν πόνημα του Δομινικανού Τάγματος, αλλά αργότερα οι Ιησουίτες την υποστήριξαν με μεγάλο ζήλο.
Η οργάνωση προσπαθούσε να εξυγιάνει την Καθολική Εκκλησία από τις αιρέσεις και να τιμωρήσει τις παρεκκλίσεις από την πίστη προχωρώντας σε πραγματικό κυνήγι ανθρώπων. Οι αθωώσεις όσων έφταναν να περάσουν από Ιερά Εξέταση ήταν από σπάνιες ως μηδαμινές, καθώς υπό την πίεση φρικτών βασανιστηρίων, σωματικών και ψυχολογικών, οι «αιρετικοί» σχεδόν πάντα ομολογούσαν όποιο θρησκευτικό έγκλημα και αν τους είχαν προσάψει, μόνο και μόνο για να λυτρωθούν μια ώρα αρχύτερα ψυχή τε και σώματι στην πυρά.
Οι Ιησουίτες κήρυτταν πως «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και στην διάδοση με κάθε μέσο και με τη βία του χριστιανισμού στις αποικίες του νέο ανακαλυφθέντα κόσμου από τους ευρωπαίους ενάντια στις θρησκευτικές αντιλήψεις των ιθαγενών λαών. (**) Ισχυρίζονταν ότι αφού ο σκοπός είναι να διαδώσουμε σε όλον το κόσμο τον αληθινό θεό και το μήνυμα του, και αφού ο σκοπός είναι ιερός όλα τα πρόσφορα μέσα είναι και αυτά ιερά και άγια. Έκτοτε το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» έγινε συνώνυμο του Ιησουιτσμού και αναφέρεται σαν Ιησουίτικο δόγμα.
β) Μακιαβελισμός
Ο Νικολό Μακιαβέλι (1469 – 1527) χρησιμοποίησε – όρισε με έναν πολιτικό τρόπο πρώτος το δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και είναι από τους πρώτους που εντάσσει τον αμοραλισμό (ανηθικότητα) στην πολιτική σκέψη μέσα από την πραγματεία του ο «Ηγεμόνας» . Για το αν η ζωή η ίδια, ιδίως η κοινωνική, είναι σκληρή και ανήθικη, δεν μπορεί, ασφαλώς, να κατηγορηθεί μόνο ο Μακιαβέλι. Αντιθέτως, ο ίδιος επιμένει πως είναι αναγκαίο ο ηγέτης και να είναι και να παραμένει ενάρετος. Ισχυρίστηκε όμως, ότι ο ηγεμόνας αν δεν έχει τη δυνατότητα να απομακρύνεται περιστασιακά από τις αρετές δεν θα παραμείνει για πολύ ηγέτης και τη θέση του θα καταλάβει ένας άλλος, ενδεχομένως καθόλου ενάρετος, για αυτό του συνιστά να μάθει να γίνεται άμα χρειασθεί και λέων και αλεπού.
Κι αυτό, επειδή στόχος του ηγεμόνα δεν είναι να σώσει την ψυχή του, αλλά το κράτος του και την ευημερία των υπηκόων του. Ο Μακιαβέλι θεωρεί πως το να συνδέεις πολιτική και ηθική, αποτελεί είτε ανικανότητα, είτε υποκρισία. Καταγράφει για τον ηγέτη, μια δική του, ξεχωριστή από των πολλών ανθρώπων, ηθική , ενάντια στης επιταγές του Ουμανισμού (ανθρωπισμού) της εποχής του. ο Μακιαβέλι είχε αντίρρηση για την εκδοχή του μοραλιστή (ηθικού) ηγεμόνα, αφού ενστερνίστηκε με πάθος στον «Ηγεμόνα», του ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» .
Το δόγμα ο «σκοπός αγιάζει τα μέσα» είναι παλιό όσο παλιά είναι και η κυριαρχία απο άνθρωπο σε άνθρωπο , σπέρματα του ανευρίσκονται σε όλες τις κυριαρχικές ιεραρχικές κοινωνίες. Μερικά παραδείγματα :
Από τις αρχαίες κοινωνίες της Μεσοποτάμιας και της Αιγύπτου μέχρι τον Μωυσή ίσως τον πρώτο πολιτικό λαοπλάνο και από τον Πλάτωνα κατεξοχήν απολογητή της κυριαρχίας , μέχρι τους Αθηναίους (δείτε γενοκτονία των Μηλίων), από την ισοπέδωση της Θήβας από τον Αλέξανδρο μέχρι τους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τους Άραβες (ιερός πόλεμος), τους Ευρωπαίους σταυροφόρους (σταυροφορίες) κλπ, (ο κατάλογος είναι μακρύς για να τον παραθέσω εδώ όλο ). Για να γίνει λίγο κατανοητό τι εννοώ, πάρτε το παράδειγμα την διένεξη των αρχαίων Αθηναίων με τους Μηλίους – εδώ ένας σύντομος πρόλογος είναι αναγκαίος – .
Το 416 π.Χ., ενώ ακόμα διαρκούσε η Νικίειος Ειρήνη που είχαν υπογράψει Αθηναίοι και Σπαρτιάτες, επιχείρησαν οι πρώτοι να εκβιάσουν τους Μηλίους να μπουν στην Αθηναϊκή Συμμαχία, μολονότι οι Μήλιοι είχαν δωρική καταγωγή (άρα συγγένευαν με τους Σπαρτιάτες) και είχαν ως τότε μείνει ουδέτεροι στη μεγάλη σύγκρουση, που είναι γνωστή ως Πελοποννησιακός Πόλεμος (431-404 π.Χ. Θουκιδίδη Ιστορικά***).
Εμφανίστηκαν λοιπόν οι Αθηναίοι το Μάρτη μήνα του 416 π.Χ., με ναυτική και πεζική δύναμη πολλαπλάσια από εκείνη που μπορούσαν να αντιπαρατάξουν οι Μήλιοι και με την απειλή της βίας ζητούσαν να διαπραγματευτούν «εκούσια» προσχώρηση της Μήλου στην αθηναϊκή συμμαχία. Σκοπός των Αθηναίων ήταν να μην αμφισβητηθεί η ηγεμονία τους από την πράξη – άρνηση των Μηλίων, γιατί θα αποτελούσε παράδειγμα προς μίμηση. Το μέσον είναι ή η υποταγή ή η εξόντωση, στο τέλος οι Αθηναίοι επέλεξαν την εξόντωση των Μηλίων, γιατί οι Μήλιοι αρνήθηκαν να υποταχθούν.
Στα μετά τα αρχαία χρόνια ένας από τους πρώτους που εξάσκησε το δόγμα ιδιωτικά με την έννοια της μη κρατικής υπόστασης αλλά προς χάρη της ισλαμικής αίρεσης των Ισμαηλιτών, (προτού την λεγόμενη νεωτερική εποχή στην Δύση, που στις απαρχές της εντάσσεται και ο Μακιαβέλι) ήταν ο Χασάν Ιμπν Σαμπάχ, από το σημερινό Ιράν, ο επονομαζόμενος και “γερός του βουνού” ή «Ηγεμόνας των Ορέων» με τους ασασίνους. Αργότερα ο Μακιαβέλι δεν έκανε τίποτα άλλο από το να συστηματοποιήσει αυτό το δόγμα και να το εντάξει στην σύγχρονη (λεγόμενη και νεοτερική ) πολιτική σκέψη.
Έκτοτε όλα τα σύγχρονα πολιτικά ρεύματα που αποσκοπούν στην εξουσία – κυριαρχία ενστερνίζονται αυτό το δόγμα, από τους Ιακωβίνους, τους φιλελεύθερους, δημοκράτες τους εξουσιαστές σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες μέχρι τους μπολσεβίκους, τους φασίστες – ναζιστές, τους νεοφιλελεύθερους και τους θρησκευτικούς φονταμενταλιστές. Πολλά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας πηγάζουν από την αντίληψη που ιεροποιεί είτε πολιτικά είτε θρησκευτικά τον σκοπό, και κατά αντανάκλαση και τα μέσα.
Από την εποχή που εμφανίστηκε η ταξική διαίρεση, η ιεραρχία, η πατριαρχία και η κυριαρχία στην ανθρωπότητα και μέχρι σήμερα, όλα τα συστήματα είναι συστήματα διαχείρισης των ανθρώπων, των κατώτερων τάξεων απο τις ανώτερες και αυτή η διαχείριση είναι που χρειάζεται αυτό το δόγμα. Το δόγμα αυτό θα συνεχίσει να μας στοιχειώνει, – αν ποτέ πάψει να υπάρχει – το τέλος του θα έρθει μέσα από το τέλος της ταξικής κοινωνίας και κυριαρχίας και της λατρείας της δύναμης – ισχύος.
γ) Νετσαγεφισμός
Αυτός όμως που εισήγαγε το δόγμα αυτό στους επαναστατικούς προλεταριακούς κύκλους είναι ο Νετσάγιεφ . Την άνοιξη του 1869, ο Νετσάγιεφ γράφει την «Κατήχηση του Επαναστάτη» {1}, ένα πρόγραμμα για την «αμείλικτη καταστροφή» του κράτους και της κοινωνίας. Η θεμελιώδης αρχή της μπροσούρας είναι η ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», που θα αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο της επαναστατικής σταδιοδρομίας του Νετσάγιεφ, ο οποίος πιστεύει πως ο επαναστάτης πρέπει να έχει «στα έσχατα βάθη της ύπαρξής του» την εξέγερση, να είναι «αμείλικτος εχθρός αυτού του κόσμου» και να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο του δοθεί για να τα καταφέρει, συμπεριλαμβανομένης φυσικά και της βίας.
Την ίδια χρονιά, ο Νετσάγιεφ επιστρέφει στη Ρωσία και τη Μόσχα αποφασισμένος να ξεκινήσει την επανάσταση τον επόμενο χρόνο και ιδρύει την οργάνωση «Λαϊκή Εκδίκηση» με τα χρήματα που έχει μαζέψει στη Γενεύη. Μιλάει παθιασμένα για τον σκοπό του και στρατολογεί μέλη για την οργάνωση, στα οποία επιβάλει την απόλυτη υποταγή στις αρχές της «Κατήχησης» και στον αρχηγό, δηλαδή τον ίδιο.
Οι μηδενιστικές του πρακτικές θα ξεφύγουν από τον έλεγχο, όταν ο Ιβάν Ιβάνοφ, φοιτητής και μέλος της «Λαϊκής Εκδίκησης», θα αντιδράσει στον αυταρχισμό του Νετσάγιεφ, με τον δεύτερο να τον κατηγορεί ως προδότη και να τον εκτελεί βάναυσα με τη βοήθεια των υπόλοιπων μελών στις 21 Νοεμβρίου του 1869. Συγκεκριμένα, ο Ιβάνοφ ξυλοκοπείται, στραγγαλίζεται, πυροβολείται και το πτώμα του πετιέται σε μια παγωμένη λίμνη της Μόσχας. Από το περιστατικό αυτό θα εμπνευστεί και το πολιτικό μυθιστόρημα του ο Ντοστογιέφσκι «Οι Δαιμονισμένοι», το οποίο εκδίδεται τρία χρόνια αργότερα και αναφέρεται στο Νετσάγιεφ μέσα από τον πρωταγωνιστή, Πιότρ Βερχοβένσκι.
Η σκέψη του Νετσάγιεφ παραμένει ζωντανή μέχρι και τις μέρες μας και ο «νετσαγεφισμός» θα εκφραστεί μέσα από πολλές ιστορικές συγκυρίες. Είναι ιστορικά εξακριβωμένο πως οι Λένιν, Στάλιν και Τρότσκι ουσιαστικά άσκησαν την εξουσία τους μέσα σε αυτά τα πλαίσια, {2} ακόμα και οι Μαύροι Πάνθηρες επανεξέδωσαν την «Κατήχηση του Επαναστάτη» το 1969, εκατό χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση της μπροσούρας, και οι Ερυθρές Ταξιαρχίες που ξεκίνησαν τη δράση τους τον ίδιο χρόνο, επηρεάστηκαν έντονα από το έργο του Σεργκέι Νετσάγιεφ.
2. Μόνο οι αναρχικοί και κύρια το ρεύμα που αναφέρεται στην κοινωνική αναρχία (κολεκτιβιστές, κομμουνιστές) όχι μόνο αποστασιοποιήθηκαν από αυτό το δόγμα αλλά άσκησαν και έντονη κριτική σε όλες της πολιτικές που εκπορεύονταν από αυτό, τόσο για την προπαγάνδα μέσα από την δράση (έμπρακτη προπαγάνδα) όσο και στην αντίληψη των μαρξιστών που έλεγαν ότι η δικτατορία του προλεταριάτου το προσωρινό εργατικό κράτος είναι το μέσο για να φτάσουμε στον επιδιωκόμενο σκοπό, τον σοσιαλισμό και μετά τον κομμουνισμό.
Ο αναρχισμός εκτός από ένα πολιτικό ρεύμα είναι και ένα ρεύμα ηθικής {3} μόνο που αντιλαμβάνεται αυτή την ηθική όχι σαν αυτόφωτη αλλά σαν ετερόφωτη (σαν την σελήνη που φωτίζεται από τον ήλιο), με αυτό θέλουμε να πούμε ότι η ηθική μας εκπηγάζει από τον αξιακό μας κόσμο και όχι το αντίθετο, φερ’ ειπείν η κατάργηση της εκμετάλλευσης από άνθρωπο σε άνθρωπο δεν είναι μόνο ένα πολιτικό αξιακό αίτημα αλλά εμπεριέχει και το στοιχείο της ηθικής.
Ο σύντροφος Νίκο Μπέρτι το 1996 γράφει σχετικά:
{…} Ο αναρχισμός, σαν μια επαναστατική κριτική του υπάρχοντος συστήματος, είναι το ριζοσπαστικό αποτέλεσμα της κοινωνικής πορείας για εξέλιξη. Ταυτόχρονα, αποτελεί μια επαναστατική απάντηση στην αποσύνθεση των εννοιών που δημιουργεί αυτή η εξέλιξη. Αυτή η απάντηση είναι σαφής όταν προτείνει μια ελευθεριακή κομμουνιστική κοινωνία σαν τη μοναδική λύση, που είναι ικανή να δώσει ουσιαστικό περιεχόμενο στην ανθρώπινη κοινωνία. Σαν τελικό σημείο της λογικής της κοινωνικής εξέλιξης, ο αναρχισμός περιέχει τα στοιχεία της φιλελεύθερης παράδοσης του διαφωτισμού, ενώ σαν απάντηση στη λογική που θέλει να εξαφανίσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, έχει γνήσια σοσιαλιστική καταγωγή. Αυτό εξηγεί τη μοναδικότητα του αναρχικού κινήματος, και τους ιδιαιτέρους ουσιαστικούς δεσμούς του με τα πλατύτερα σοσιαλιστικά και εργατικά κινήματα…
Απ’ όλα αυτά, είναι δυνατό να στηρίξουμε μια υπόθεση για τη φύση του αναρχικού κινήματος, το οποίο μπορεί να οριστεί ως εξής: είναι ένα ηθικό κίνημα που δρα με μια πολιτιστική κατεύθυνση, μέσα στην κοινωνία. Αυτή η διχοτόμηση-αντίθεση, ανάμεσα στο ηθικά ακράδαντο ιδανικό του αναρχισμού που το κάνει εντελώς διαφορετικό από κάθε άλλο πολιτικό κίνημα, και στις πιεστικές πολιτικές απαιτήσεις να ανταποκριθεί στην πραγματικότητα, έχει σημαδέψει ολόκληρη την ιστορία του κινήματος…
Ο αναρχισμός, έχει αποδείξει ότι η ελευθερία δεν μπορεί να έρθει μέσα από τους δρόμους που προτείνουν ο σοσιαλισμός και ο φιλελευθερισμός. Έτσι, μετά από 100 χρόνια ο αναρχισμός παραμένει η μονή εναλλακτική πρόταση για εκείνους που πραγματικά επιθυμούν την ελευθερία και την ισότητα, γενικευμένες στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό…
Ο αναρχισμός, επιπλήττει τον φιλελευθερισμό ως ένα μερικό δόγμα της ελευθερίας και τον σοσιαλισμό ως ένα μερικό δόγμα της ισότητας. Η μερικότητα συνίσταται στο ότι αυτά τα δύο δόγματα προτίθενται να πραγματώσουν τις αρχές τους μέσω της προσωρινής εξάρτησης των δύο αξιών, με την έννοια ότι πρώτα πραγματώνεται η μία και μετά η άλλη, ενώ ο αναρχισμός θεωρεί ότι μόνο στην ταυτόχρονη πραγμάτωση τους έγκειται η επιτυχία τους. {…}
Οι αναρχικοί συνεπείς με την άποψη του Μιχαήλ Μπακούνιν (1814 – 1876) ότι «Η ελευθερία χωρίς σοσιαλισμό είναι προνόμιο και αδικία και ο σοσιαλισμός χωρίς ελευθερία είναι υποδούλωση και βαρβαρότητα ». Αλλά και ακράδαντοι υποστηριχτές (πολλές φορές σε σημείο δογματισμού ) της άποψης που εξέφρασε το προλεταριάτο στην Πρώτη Διεθνή ότι «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας», {4} πάλεψαν οποιαδήποτε αντίληψη του απελευθερωτή της τάξης και κατέδειξαν μέσα από θέσεις ότι όποιος επιδιώκει να ανυψωθεί πάνω από την εργατική τάξη και να το παίξει απελευθερωτής δεν θα κάνει τίποτε περισσότερο από το να δημιουργήσει νέα πιο δυσβάστακτα δεσμά, με την έννοια ότι αυτός θα ορίσει τι είναι ελευθερία και τι δεν είναι, υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος το ίδιο σημαντικός που ισχυρίζεται ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται αλλά κατακτάται και κερδίζεται, η ελευθερία που χαρίζεται είναι μισή ελευθερία. Το ότι επιβεβαιώθηκαν ιστορικά με έναν τραγικό τρόπο οι αναρχικοί μαζί με τους εργάτες της Πρώτης Διεθνούς αναδείχτηκε από την τροπή που πήρε ο σοσιαλισμός σε διεθνές επίπεδο.
Ο αναρχισμός θεωρεί ως μία από τις πρώτιστες αρχές του τη θέση βάσει της όποιας μόνον ελευθεριακά μέσα {5} μπορούν να χρησιμοποιηθούν (και όχι απλώς «θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν»), για να οικοδομηθεί με επιτυχία μια ελευθεριακή κομουνιστική κοινωνία. Αυτή είναι και η σημασία της άποψης του Μπακούνιν (η οποία θεωρήθηκε σαν ένας παραλογισμός από μερικούς αντιπάλους του), όταν υποστήριζε ότι «η ελευθερία μπορεί να δημιουργηθεί μόνον από την ελευθερία». Αντιτίθεται στο ιακωβίνικο δόγμα ότι «όποιος δεν μπορεί να ζήσει ελεύθερος θα αναγκαστεί να ζήσει» δεν πιστεύει σε ένα ιερό σκοπό και μια ιδέα όχι μόνο γιατί αυτή η πίστη εργαλειοποιεί τους ανθρώπους αλλά όπως έλεγε και ο σύντροφος Λαντάουερ « Ο σοσιαλισμός κάθε εποχή είναι και εφικτός και ανέφικτος. Είναι εφικτός όταν υπάρχουν οι κατάλληλοι άνθρωποι που να τον θέλουν και να τον πραγματοποιήσουν, και ανέφικτος όταν οι άνθρωποι είτε δεν τον θέλουν ή απλώς φαντάζονται ότι τον θέλουν, δεν είναι όμως ικανοί να τον πραγματοποιήσουν».
Επομένως κανένας ιερός σκοπός δεν καθαγιάζει τα μέσα γιατί πέραν από την ηθικότητα αντιλαμβανόμαστε μακριά από κάθε ντετερμινισμό ότι κάθε ανθρώπινη ιδέα που αναφέρεται στη βελτίωση των κοινωνικών συνθηκών είναι πρωτίστως μία επιθυμία που στηρίζεται μόνο στην πιθανότητα. Δεν είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι οι καταπιεζόμενοι εκμεταλλευόμενοι της σημερινής εποχής, θα ακολουθήσουν τον έναν ή τον άλλο δρόμο. Εκείνο, όμως, που μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα είναι, ότι χωρίς πλατιές μαζικές (από το πολλοί μαζί) ελευθεριακές, αντιιεραρχικές, αντισυγκεντρωτικές οργανώσεις, χωρίς λαϊκά αντιθεσμικά όργανα, χωρίς συνοχή θεωρίας και πράξης δεν μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο αγώνας. Ή που θα είναι αγώνας απελευθερωτικός ή που δε θα είναι!
3. Επανερχόμενοι στο ζήτημα των μέσων και σκοπών ένας αναρχικός δεν μπορεί να βάλει βόμβα στο μετρό ή σε μια πλατεία που θα έχει σαν αποτέλεσμα να σκοτωθούν εκατοντάδες ανυποψίαστοι άνθρωποι, ένας αναρχικός δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει βασανιστήρια για να αποσπάσει πληροφορίες από τον εχθρό, μια αναρχική/αναρχικός δεν μπορεί να συμμετέχει στον πλειστηριασμό ενός σπιτιού από κατάσχεση όπως και δεν μπορεί να είναι εργοδότης κλπ .
Όπως λέει ο σύντροφος Στιούαρτ Κρίστι {α} « Ένας αναρχικός δεν μπορεί να εγκληματεί ενάντια στην κοινωνία. Αυτό μπορεί να το ισχυρισθεί κανείς με δογματική βεβαιότητα διότι ένας άνθρωπος ένοχος για βιασμό, αντικοινωνικό φόνο, εκμετάλλευση, πάθος να κυβερνά, ή για άσκηση εξωτερικού καταναγκασμού πάνω σε άλλους ανθρώπους, αυτομάτως δεν μπορεί πλέον να είναι αναρχικός, όπως δεν μπορεί να είναι χορτοφάγος αυτός που τρώει χοιρινές μπριζόλες, ροστ-μπιφ ή κοκκινιστό αρνί. Το ζήτημα δεν είναι κατά πόσο ένα άτομο κατανοεί την τάδε ή την δείνα ιδεολογία, ή υποστηρίζει την τάδε ή την δείνα οργάνωση, αλλά κατά πόσο είναι αυτό που πρεσβεύει ότι είναι. Να προσθέσουμε ότι τα διαχωριστικά όρια μεταξύ εξουσιαστή και ελευθεριακού πουθενά δεν διακρίνονται καθαρότερα απ’ ό,τι στο έγκλημα.
Ένας αναρχικός συχνότατα στιγματίζεται σαν εγκληματίας από το κράτος, ή μπορεί να αναμειχθεί σε δραστηριότητες που αντιστρατεύονται τα συμφέροντα του κράτους. Η αναρχική φιλοσοφία είναι από την φύση της εχθρός του κράτους. Ως εκ τούτου, είναι πολύ πιθανό ένας αναρχικός να αναμειχθεί σε παράνομες δραστηριότητες, ποτέ όμως σε αντικοινωνικές» .
Σχετικές προσθήκες στο βασικό κείμενο
Ι. {…} Δεν αρκεί όμως να επιθυμεί κανείς κάτι και να το θέλει πραγματικά, πρέπει να χρησιμοποιεί τα κατάλληλα μέσα για την πραγμάτωσή του. Και τα μέσα αυτά δεν είναι αυθαίρετα: απορρέουν υποχρεωτικά απ’ τους σκοπούς στους οποίους αποβλέπουμε κι απ’ τις συνθήκες στις οποίες αγωνιζόμαστε.
Γιατί αν αγνοήσουμε την επιλογή των κατάλληλων μέσων θα πραγματώσουμε άλλους σκοπούς, ίσως μάλιστα εντελώς αντίθετους απ’ αυτούς στους οποίους αποβλέπουμε, και κάτι τέτοιο θα έχει ολοφάνερη και αναπόφευκτη συνέπεια των μέσων που επιλέξαμε. Όποιος ακολουθήσει λάθος δρόμο δεν θα πάει εκεί που θέλει αλλά εκεί που θα τον οδηγήσει ο δρόμος. Είναι λοιπόν, αναγκαίο να δηλώσουμε ποια είναι τα μέσα που, κατά τη γνώμη μας, οδηγούν στην πραγμάτωση των επιθυμούμενων σκοπών και τα οποία προτείνουμε να χρησιμοποιηθούν.
Το ιδανικό μας δεν ανήκει στην κατηγορία των ιδανικών που η πραγμάτωσή τους εξαρτάται από τα μεμονωμένα άτομα. Το ζήτημα είναι ν’ αλλάξουμε τον τρόπο ζωής μας και όλης της κοινωνίας: να συνδιαμορφώσουμε μεταξύ των ανθρώπων σχέσεις που θα βασίζονται στην αγάπη και την αλληλεγγύη να επιτύχουμε την πλήρη υλική, ηθική και πνευματική ανάπτυξη όχι μόνο των μεμονωμένων ατόμων, όχι των μελών μιας συγκεκριμένης τάξης ή ενός πολιτικού κόμματος, αλλά όλης της ανθρωπότητας. Αυτός ο κοινωνικός μετασχηματισμός δεν είναι κάτι που μπορεί να επιβληθεί με τη βία πρέπει να ξεπηδήσει απ’ τη φωτισμένη συνείδηση καθενός από μας και να επιτευχθεί με την ελεύθερη συναίνεση όλων.
Το πρώτο μας καθήκον, επομένως, πρέπει να είναι το να πείσουμε τους ανθρώπους. Είναι εντελώς γελοίο και διαμετρικά αντίθετο με το σκοπό μας να επιδιώξουμε να επιβάλλουμε με τη βία την ελευθερία, την αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους και την πλήρη ανάπτυξη των ανθρώπινων ικανοτήτων. Πρέπει, λοιπόν, να βασιζόμαστε στην ελεύθερη θέληση των άλλων και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να προκαλέσουμε την ανάπτυξη και την έκφραση αυτής της θέλησης.
Είναι, όμως, εξίσου γελοίο και αντίθετο με το σκοπό μας ότι όσοι δεν συμμερίζονται τις απόψεις μας έχουν το δικαίωμα να μας εμποδίζουν όσον αφορά την έκφραση της θέλησής μας –εφόσον βέβαια, δεν τους αρνούμαστε το δικαίωμα στην ίδια την ελευθερία που απολαμβάνουμε εμείς. Ελευθερία, επομένως, για όλους. Ελευθερία να προπαγανδίζουν στην πράξη τις ιδέες τους, χωρίς κανέναν περιορισμό πέρα απ’ το πολύ φυσικό γεγονός ότι θα πρέπει να εξασφαλίζεται η ελευθερία για όλους.
Σ’ όλα αυτά, όμως, αντιτίθενται –και μάλιστα με κτηνώδη βία – εκείνοι που επωφελούνται από τα υφιστάμενα προνόμια, εκείνοι που σήμερα κυριαρχούν κι επιβάλλουν το έλεγχό τους σ’ όλη την κοινωνία. Αντίσταση λοιπόν! Και ώσπου να έρθει η ημέρα που θα καταστεί εφικτή η πραγμάτωση αυτών του σκοπών θα παλεύουμε με τη συνεχή προπαγάνδιση των ιδεών μας. Οργάνωση των λαϊκών δυνάμεων. Αδιάκοπος αγώνας, βίαιος ή μη βίαιος ανάλογα με τις συνθήκες, ενάντια στην κυβέρνηση και ενάντια στην τάξη των αφεντικών για να κατακτήσουμε όσο γίνεται περισσότερη ελευθερία και ευημερία για όλους. {…} Ερρίκο Μαλατέστα,1923
ΙΙ. {…} Μια θεωρία της αναρχικής δράσης πρέπει να συμβαδίζει είτε μ’ ένα ορθολογικό, είτε ένα ηθικό αίτημα, χωρίς αυτά τα δύο να έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους. Έτσι θα μπορέσουμε ν’ αποφύγουμε το πολύ πιθανό «παράδοξο των συνεπειών», ή, για να το πούμε αλλιώς, τα αθέλητα αποτελέσματα ηθελημένων ενεργειών. Κάτι τέτοιο είναι δυνατόν μέσα από την αναγκαία συμφωνία σκοπών και μέσων, με την έννοια ότι τα μεν πρέπει να εξαρτώνται από τα δε. Κατά συνέπεια, ο αγώνας για την ελευθερία και την ισότητα πρέπει να διεξάγεται με ελευθεριακά και εξισωτικά εργαλεία, γιατί διαφορετικά θα καταστούν μάταιοι, υλικά και ηθικά, οι ίδιοι οι σκοποί της δράσης, οδηγώντας σε αντίθετο αποτέλεσμα από το επιθυμητό.
Αν λάβουμε υπόψη ότι η ιστορία, μην έχοντας έμφυτους ηθικούς σκοπούς, υπακούει κυρίως στη λογική της δύναμης, προκύπτει σαφώς η αναγκαιότητα μιας δυναμικής δράσης. Το πρόβλημα της χρήσης της δύναμης είναι, σε τελική ανάλυση, πρόβλημα της χρήσης της βίας. Η αναγκαιότητα της την καθιστά υποχρεωτική για την αναρχική δράση, ταυτοχρόνως όμως την εξαναγκάζει να μην υπερβαίνει τα όρια της «νόμιμης» άμυνας, αφού οφείλει να σέβεται τα μεθοδολογικά κριτήρια της συνάφειας μέσων και σκοπών. Ανοίγει έτσι μια σειρά αντιφατικών ζητημάτων, ευρισκομένων σε λανθάνουσα κατάσταση.
Πράγματι, αν η αναρχία σημαίνει αξιακά μη βία, μη κυριαρχία ανθρώπου σε άνθρωπο, πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί το μέσο της βίας, χωρίς ν’ αρνούμαστε τη λογική της; Πού ξεκινά και πού τελειώνει η αναγκαιότητα της; Και ποιος έχει το δικαίωμα να τη χρησιμοποιεί; H δύναμη και στη συγκεκριμένη περίπτωση η βία, δεν μπορεί να ξεπερνά τα όρια της αρνητικής της λειτουργίας, τα οποία προκύπτουν απ’ το ότι συνιστά ένα εργαλείο του αναρχισμού και σαφώς όχι ένα συντακτικό στοιχείο της αναρχίας. Με αυτά τα δεδομένα, η επαναστατική βία πρέπει να γίνει κατανοητή μόνο ως μια σκληρή αναγκαιότητα, προκειμένου να αποφύγουμε, ακριβώς, το μέσο να γίνει σκοπός.
Η αναρχική δράση προβλέπει τη βία ως αναγκαιότητα για την απελευθέρωση από τη βία των κυβερνώντων και των αφεντικών, όχι όμως για την οικοδόμηση της αναρχίας. Για τον αναρχισμό η βία αποτελεί μέσο και δεν απορρίπτεται a priori αφού, αν η μη βία είναι μια συντακτική αξία της αναρχίας, αυτή, ωστόσο, δίνει προτεραιότητα σε μεγαλύτερες αξίες, όπως είναι η ελευθερία, η ισότητα και η ίδια η αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Η αναγκαιότητα της βίας, ωστόσο, δικαιολογείται ως extrema ratio, σχεδόν σαν απρόθυμη αποδοχή της αδυναμίας να πράξουμε διαφορετικά. Αναμφίβολα, η βία γίνεται μια ηθική επιταγή όταν βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου πρέπει να δράσουμε ενεργά προκειμένου να εμποδίσουμε την περαιτέρω διατήρηση της καταπίεσης. {…} Νίκο Μπέρτι,1998
IIΙ. {…} Τόσο η θεωρία όσο και η πρακτική του αναρχισμού αποκτούν νόημα μόνο όταν είναι επαναστατικές. Αλλά η διάκριση που συνήθως γίνεται από τους αναρχικούς, ανάμεσα σε επαναστατικές και ρεφορμιστικές ενέργειες, στη βάση της είναι αντιφατική: θεωρούνται επαναστατικές οι βίαιες ενέργειες, και ρεφορμιστικές οι μη βίαιες. Όμως αυτός ο διαχωρισμός δεν λαμβάνει υπ’ όψη του, τα αποτελέσματα αυτών των ενεργειών, Είναι αναγκαίο να ξεπεράσουμε αυτή την περιορισμένη οπτική, και να εξετάσουμε τις μεταβολές που μπορεί να φέρει στην κοινωνία μια συγκεκριμένη πράξη, ανεξάρτητα αν είναι βίαιη ή «ειρηνική». Επομένως, πιστεύω ότι είναι καλύτερο να εγκαταλειφθεί αυτός ο διαχωρισμός με σεβασμό στις ενέργειες του ατόμου, αφού κάτι τέτοιο μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε την ικανότητα ενός συνόλου ενεργειών, βίαιων και μη βίαιων, να προκαλέσουν ριζοσπαστικές αλλαγές στην κοινωνία.
Το πιο σημαντικό πράγμα είναι να κατανοήσουμε ποιες ενέργειες είναι δυνατόν να υπερνικήσουν την «αντίσταση» του παρόντος κοινωνικού μορφώματος. Πώς μπορούν να δημιουργήσουν πρόβλημα στο σύστημα, όπως επίσης και να ξεκινήσουν μια διαδικασία που θα συμβάλλει στη δημιουργία μιας ελευθεριακής κοινωνίας. Το πρόβλημα σήμερα είναι να ανακαλύψουμε την ισορροπία ανάμεσα στην «επαναστατική» και τη «ρεφορμιστική» πρακτική, στοχεύοντας μέρα με τη μέρα, στη ριζοσπαστική αλλαγή. Αν δεν μπορέσουμε να πετύχουμε κάτι τέτοιο, ο αναρχισμός σήμερα είναι καταδικασμένος να παραμείνει ένα κίνημα για τη διάχυση των ιδεών, χωρίς καμιά ουσιαστική επίδραση στην κοινωνία, και επιπλέον με τα χαρακτηριστικά μιας μικρής αίρεσης. {…} Χόρστ Στογουάσερ, 1984
Εν Κατακλείδι
Είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι. Όταν αγωνίζεσαι- μάχεσαι με τα ίδια όπλα που χρησιμοποιεί ο εχθρός σου, δηλαδή όταν χρησιμοποιείς τις πολιτικές μεθόδους και τα πολιτικά μέσα που αυτός χρησιμοποιεί για τον δικό σου επιδιωκόμενο σκοπό, τότε μεταλλάσσεσαι σιγά σιγά τόσο στην μορφή όσο και στο περιεχόμενο και αρχίζεις να μοιάζεις με αυτόν. Τότε σιγά, σιγά ο αγώνα σου αυτοαναιρείται και απομακρύνεσαι από τον σκοπό για τον οποίο ξεκίνησες αυτόν τον αγώνα.
Πειραιάς – Δραπετσώνα 22/1/2014
Σημειώσεις:
1) Νετσάγιεφ και Μπακούνιν και την αυτοκριτική του Μπακούνιν δείτε εδώ:
Σεργκέι Νετσάγιεφ και Νετσαγιεφισμός | κουλτούρα κ’ επανάσταση
Επίσης δείτε το βιβλίο, σε μορφή pdf » Η κατήχηση του επαναστάτη και η απάντηση του Μπακούνιν»
To βιβλιο » Η κατήχηση του επαναστάτη και η απάντηση του Μπακούνιν»
Επίσης, ο Κώστας Παπαϊωάννου στο βιβλίο του «Γένεση του Ολοκληρωτισμού» αναλύει με έναν τεκμηριωμένο τρόπο την σχέση της μπολσεβίκικης ηγεσίας με τον νετσαγιεφισμό, (εννοείται ότι η κριτική του στην μπολσεβίκικη εκδοχή του σοσιαλισμού που εφαρμόστηκε στην Σοβιετική Ένωση είναι επηρεασμένη και από τους αναρχικούς).
2) Δείτε: α) Ο γιακωβινισμός στην μαρξιστική σκέψη
β) Ο Αναρχισμός ο Μαρξισμός και το Βοναπαρτικό Κράτος
3) Οι αναρχικοί και η ηθική
Ι) Ερρίκο Μαλατέστα (Errico Malatesta 1853 – 1932) » Όταν χτυπάμε την τωρινή κοινωνία, αντιπαραθέτουμε στην ατομιστική αστική ηθική την ηθική της αλληλεγγύης».
{…} Ο αριθμός αυτών που δηλώνουν αναρχικοί σήμερα είναι τόσο μεγάλος και κάτω από το όνομα αναρχία κρύβονται θεωρίες τόσο διαφορετικές και αντιφατικές, ώστε θα είχαμε πραγματικά άδικο αν τα χάναμε όταν το κοινό, που δεν είναι εξοικειωμένο με τις ιδέες μας, που δεν μπορεί να ξεχωρίσει αμέσως τις μεγάλες διαφορές που κρύβονται κάτω από την ίδια τη λέξη, μένει αδιάφορο στη προπαγάνδα μας και μας περιφρονεί. Δεν μπορούμε φυσικά να εμποδίσουμε τους άλλους να χρησιμοποιούν όποιο όνομα θέλουν όσο για το να σταματήσουμε εμείς να λεγόμαστε αναρχικοί. Αυτό δεν θα βοηθούσε σε τίποτα, γιατί ο κόσμος θα πίστευε απλούστατα ότι αλλάξαμε απόψεις.
Αυτό που όλο και όλο μπορούμε και πρέπει να κάνουμε, είναι να διαχωρίζουμε ξεκάθαρα τη θέση μας από όσους έχουν διαφορετική αντίληψη για την αναρχία και από όσους, αν και έχουν τις ίδιες θεωρητικές απόψεις με μας, βγάζουν από αυτές πρακτικά συμπεράσματα διαφορετικά από τα δικά μας. Ο διαχωρισμός της θέσης μας πρέπει να είναι αποτέλεσμα μιας ξεκάθαρης έκθεσης των ιδεών μας και της ειλικρινούς και αδιάκοπης επανάληψης των απόψεων μας για όλα τα γεγονότα που έρχονται σε αντίθεση με τις ιδέες και την ηθική μας, χωρίς να έχουμε στο μυαλό μας την υπεράσπιση κάποιου συγκεκριμένου προσώπου ή χώρου. Γιατί αυτή η δήθεν αλληλεγγύη ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ανήκουν και δεν θα μπορούσαν να ανήκουν στον ίδιο χώρο, υπήρξε ακριβώς ένα από τα βασικά αίτια της σύγχυσης.
Έχουμε φτάσει στο σημείο πολλοί να εξυμνούν στους συντρόφους τα ίδια πράγματα που καταδικάζουν στους αστούς και φαίνεται ότι το μοναδικό τους κριτήριο για το αν μια πράξη είναι καλή ή κακή, είναι το αν αυτός που την έκανε δηλώνει αναρχικός ή όχι. Πολλά σφάλματα έχουν φέρει τους μεν στο σημείο να αντιφάσκει ανοιχτά η πρακτική τους με τις αρχές που διακηρύσσουν θεωρητικά και τους δε να μην ανέχονται τέτοιες αντιφάσεις. Παρόμοια πολλοί λόγοι έχουν φέρει κοντά μας ανθρώπους που στο βάθος αδιαφορούν για την αναρχία και για όλα ξεπερνούν τα στενά τους ατομικά συμφέροντα. Δεν μπορώ να παραθέσω εδώ μια μεθοδική και εξαντλητική μελέτη όλων αυτών των σφαλμάτων, θα αρκεστώ να μιλήσω για αυτά που με έχουν εντυπωσιάσει περισσότερο. Ας μιλήσουμε για την ηθική.
Δεν είναι σπάνιο να συναντάμε αναρχικούς που αρνούνται την ηθική. Στην αρχή λένε απλώς ότι σαν θεωρητική άποψη δεν παραδέχονται καμία απόλυτη, αιώνια και αμετακίνητη ηθική και στην πράξη επαναστατούν εναντίον της αστικής ηθικής, που επιδοκιμάζει την εκμετάλλευση των μαζών και καταφέρεται εναντίον όλων των πράξεων που βλάπτουν ή απειλούν τα συμφέροντα των προνομιούχων. Έπειτα σιγά-σιγά όπως συμβαίνει σε τόσες και τόσες περιπτώσεις παίρνουν το σχήμα του λόγου για επακριβή έκφραση της αλήθειας.
Λησμονούν ότι στην τωρινή ηθική πλάι στους κανόνες που προβάλουν οι παπάδες και τα αφεντιά για να κατοχυρώσουν τη κυριαρχία τους βρίσκονται και άλλοι, περισσότεροι και ουσιαστικότεροι που χωρίς αυτούς θα ήταν αδύνατη κάθε κοινωνική συμβίωση. Λησμονούν ότι το να επαναστατείς εναντίον κάθε κανόνα που επιβάλλεται με τη βία δεν σημαίνει καθόλου ότι πρέπει να μην έχεις κανένα συναίσθημα υποχρέωσης και καμία ντροπή απέναντι στους άλλους. Λησμονούν ότι για να καταπολεμήσεις σωστά μια ηθική πρέπει να τις αντιπαραθέσεις, τόσο στη θεωρία όσο και στη πράξη μια ηθική ανώτερη. Και καταλήγουν με τη βοήθεια της ιδιοσυγκρασίας τους να και των περιστάσεων να γίνουν ανήθικοι με όλη τη σημασία της λέξης, άνθρωποι χωρίς κανόνες συμπεριφοράς, χωρίς κριτήριο που να καθοδηγεί τις πράξεις τους, που υποκύπτουν παθητικά στη παρόρμηση της στιγμής. Σήμερα στερούνται το ψωμί τους για να βοηθήσουν ένα σύντροφο αύριο θα σκοτώσουν έναν άνθρωπο για να πάνε στις πουτάνες.
Η ηθική είναι το σύνολο των κανόνων συμπεριφοράς που θεωρεί καλό κάποιος άνθρωπος. Μπορεί να βρίσκει κανείς κακή την κρατούσα ηθική μιας συγκεκριμένης εποχής μιας χώρας ή μιας κοινωνίας και πράγματι η αστική ηθική είναι κάτι παραπάνω από κακή, όμως δεν μπορούμε να διανοηθούμε μια κοινωνία χωρίς καμία ηθική ούτε ένα συνειδητό άνθρωπο χωρίς κανένα κριτήριο για το τι είναι καλό και κακό για τον εαυτό του και τους άλλους.
Όταν χτυπάμε την τωρινή κοινωνία, αντιπαραθέτουμε στην ατομιστική αστική ηθική την ηθική της αλληλεγγύης και προσπαθούμε να εγκαθιδρύσουμε θεσμούς που ανταποκρίνονται στο πως εμείς κάνουμε τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Αν δεν κάναμε αυτό το πράγμα πως θα μπορούσαμε να βρούμε ότι τα αφεντικά εκμεταλλεύονται το λαό;
Μια άλλη απαράδεκτη άποψη που μερικοί την υποστηρίζουν ειλικρινά και άλλοι την χρησιμοποιούν σαν δικαιολογία είναι ότι το σημερινό κοινωνικό περιβάλλον δεν σου επιτρέπει να είσαι ηθικός και ότι κατά συνέπεια μάταια πασχίζεις όταν οι προσπάθειες σου είναι εκ των προτέρων καταδικασμένες σε αποτυχία, το καλύτερο είναι να εκμεταλλευόμαστε όσο μπορούμε τις περιστάσεις προς όφελος μας και να μη νοιαζόμαστε για τους άλλους, θα αλλάξουμε ζωή όταν αλλάξει η οργάνωση της κοινωνίας.
Βέβαια κάθε αναρχικός καταλαβαίνει σήμερα ότι η αδυσώπητη οικονομική κατάσταση επιβάλει στον άνθρωπο να παλεύει εναντίον των άλλων ανθρώπων και βλέπει σαν καλός παρατηρητής πόσο ανίσχυρη είναι η προσωπική επανάσταση ενάντια στο πανίσχυρο κοινωνικό περιβάλλον. Ένα όμως είναι εξίσου αληθινό, ότι χωρίς την προσωπική επανάσταση και χωρίς την συνεργασία με άλλους ανθρώπους επαναστατημένους με σκοπό την αντίσταση στη δύναμη του κοινωνικού περιβάλλοντος και στην προσπάθεια για μετασχηματισμό του, αυτό το κοινωνικό περιβάλλον δεν θα άλλαζε ποτέ.
Είμαστε όλοι χωρίς εξαίρεση, υποχρεωμένοι να ζούμε λίγο πολύ σε αντίθεση με τις ιδέες μας είμαστε όμως αναρχικοί ακριβώς στο μέτρο που βασανιζόμαστε από αυτή την αντίθεση και προσπαθούμε όσο είναι δυνατόν να τη μικρύνουμε. Τη μέρα που δεν θα προσαρμοζόμασταν στο περιβάλλον, δεν θα είχαμε πια τη λαχτάρα να το μετασχηματίσουμε και θα γινόμασταν και εμείς αστοί. Άφραγκοι ίσως, αλλά όχι λιγότερο αστοί στα έργα και στις επιδιώξεις μας. {…}
β) » Οι αναρχικοί και η ηθική » του Πιοτρ Κροπότκιν (Pyotr Kropotkin 1842 – 1921),
το βιβλίο σε μορφή pdf Η αναρχική και ή ηθική
Μικρο απόσπασμα
{…} Η ιστορία της ανθρώπινης σκέψης θυμίζει τις ταλαντώσεις εκκρεμούς, ταλαντώσεις που συνεχίζονται αιώνες τώρα. Μετά από μια μακρά περίοδο ύπνου έρχεται η στιγμή της αφύπνισης. Τότε η σκέψη απελευθερώνεται από τις αλυσίδες με τις οποίες όλοι οι ενδιαφερόμενοι -κυβερνήτες, νομικοί, κλήρος- την είχαν επιμελώς δέσει. Τις σπάζει. Υποβάλλει σε αυστηρή κριτική κάθε τι που της είχαν διδάξει και αποκαλύπτει την κενότητα των θρησκευτικών, πολιτικών, νομικών και κοινωνικών προκαταλήψεων, στους κόλπους των οποίων φυτοζωούσε. Ωθεί την έρευνα σε άγνωστα μονοπάτια, εμπλουτίζει την γνώση μας με απροσδόκητες ανακαλύψεις· δημιουργεί νέες επιστήμες.
Όμως, οι προαιώνιοι εχθροί της σκέψης, ο κυβερνήτης, ο νομικός, ο θεολόγος, συνέρχονται ταχύτατα από την ήττα. Ανασυντάσσουν σταδιακά τις διασκορπισμένες δυνάμεις τους· ανανεώνουν την πίστη και τους κώδικές τους, προσαρμόζοντάς τα σε κάποιες νέες ανάγκες. Και, επωφελούμενοι από την δουλικότητα του χαρακτήρα και της σκέψης, την οποία τόσο επιτυχώς αυτοί οι ίδιοι είχαν καλλιεργήσει, επωφελούμενοι από την πρόσκαιρη αποδιοργάνωση της κοινωνίας, εκμεταλλευόμενοι την απραγία των μεν, την δίψα για πλούτο των δε και τις διαψευσμένες ελπίδες των τρίτων -κυρίως τις διαψευσμένες ελπίδες- ξαναρχίζουν αθόρυβα το έργο τους, καθυποτάσσοντας αρχικώς τα παιδιά μέσω της εκπαίδευσης.
Το πνεύμα ενός παιδιού είναι αδύναμο. Είναι πανεύκολο να το υποτάξουν μέσω του φόβου -και αυτό πράττουν. Το κάνουν δειλό και μετά του μιλούν για τα βασανιστήρια της Κόλασης του δείχνουν τα βάσανα της καταδικασμένης ψυχής, την εκδίκηση ενός ανελέητου θεού… Ο κληρικός θα το εθίσει στην ιδέα του νόμου για να το κάνει να υπακούει καλύτερα σε ό,τι ονομάζει θεϊκό νόμο, και ο δικηγόρος θα του μιλήσει για τον θεϊκό νόμο για να το κάνει να υπακούει καλύτερα στον ανθρώπινο νόμο. Και η σκέψη της επόμενης γενιάς θα διατηρήσει αυτήν την θρησκευτική συνήθεια, αυτήν την εξουσιαστική και ταυτοχρόνως δουλική συνήθεια -εξουσία και δουλικότητα βαδίζουν πάντοτε χέρι χέρι- αυτήν την συνήθεια υποταγής την οποία τόσο συχνά συναντάμε στους συγχρόνους μας.
Κατά την διάρκεια αυτών των περιόδων ύπνου, σπανίως συζητούνται τα περί ηθικής ζητήματα. Οι θρησκευτικές πρακτικές και η δικαστική υποκρισία τα αντικαθιστούν. Κριτική δεν ασκείται, οι άνθρωποι αφήνονται να οδηγούνται από την συνήθεια, από την αδιαφορία. Δεν παθιάζονται ούτε υπέρ ούτε κατά της κυρίαρχης ηθικής. Κάνουν ό,τι μπορούν για να φαίνεται ότι οι πράξεις τους εναρμονίζονται με όσα διατείνονται ότι πιστεύουν. Και το ηθικό επίπεδο της κοινωνίας υποβαθμίζεται όλο και περισσότερο, προσεγγίζοντας εκείνο τής ηθικής κατάπτωσης των Ρωμαίων κατά την περίοδο της παρακμής…
Ό,τι καλό, σπουδαίο, γενναιόδωρο, ανεξάρτητο υπάρχει στον άνθρωπο σιγά σιγά εξανεμίζεται, σκουριάζει σαν ένα μαχαίρι που δεν χρησιμοποιείται. Το ψέμα γίνεται αρετή, η ευτέλεια, καθήκον. Το να πλουτίσει κανείς, να απολαμβάνει μόνον εφήμερες ηδονές, να αναλώνει άσκοπα την ευφυία του, τον ζήλο του, την ενεργητικότητά του, γίνεται σύνθημα τόσο των εύπορων τάξεων, όσο και της πλειονότητας των φτωχών, των οποίων το ιδανικό είναι να γίνουν σαν τους αστούς. Τότε, η διαφθορά των κυβερνώντων -του δικαστή, του κλήρου και των, λίγο πολύ, εύπορων τάξεων- γίνεται τόσο σκανδαλώδης ώστε το εκκρεμές αρχίζει να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση…
Και κάθε φορά, το ζήτημα της ηθικής τίθεται επί τάπητος: «Γιατί να ακολουθήσω τις αρχές αυτής της υποκριτικής ηθικής;», διερωτάται εκείνος που απελευθερώνεται από τους θρησκευτικούς φόβους. «Γιατί κάθε ηθική να είναι υποχρεωτική;».
Προσπαθούν, λοιπόν, οι άνθρωποι να κατανοήσουν αυτό το ηθικό αίσθημα που συναντούν σε κάθε τους βήμα, χωρίς να το έχουν ακόμη εξηγήσει, και δεν θα το εξηγήσουν ποτέ, όσο θα θεωρείται προνόμιο της ανθρώπινης φύσης, όσο δεν θα κατέρχονται στο επίπεδο των ζώων, των φυτών, των βράχων για να το κατανοήσουν. Επιχειρούν, ωστόσο, να το εξηγήσουν σύμφωνα με την σύγχρονη επιστήμη.
Και -χρειάζεται να ειπωθεί;- όσο περισσότερο υποσκάπτουν τις βάσεις της κυρίαρχης ηθικής, ή μάλλον της υποκρισίας που την αναπληρώνει, τόσο περισσότερο υψώνεται το ηθικό επίπεδο της κοινωνίας. Αυτές ιδίως τις εποχές, όταν ακριβώς οι άνθρωποι τού ασκούν κριτική και το απορρίπτουν, το ηθικό αίσθημα προοδεύει ταχύτερα· τότε αναπτύσσεται, εξυψώνεται, εξευγενίζεται…
«Γιατί να είμαι ηθικός;». Ιδού, λοιπόν, το ερώτημα που έθεσαν οι ορθολογιστές του 12ου, οι φιλόσοφοι του 16ου, οι φιλόσοφοι και οι επαναστάτες του 18ου αιώνα… Αλήθεια, γιατί;…
«Θα είμαι ανήθικος», έλεγε ένας νεαρός Ρώσος μηδενιστής στον φίλο του, δίδοντας έτσι υλική υπόσταση στις σκέψεις που τον βασάνιζαν. «Θα είμαι ανήθικος»· και γιατί να μην είμαι; Επειδή το θέλει η Βίβλος; Αλλά η Βίβλος δεν είναι παρά μια συλλογή βαβυλωνιακών και ιουδαϊκών παραδόσεων -παραδόσεων που συγκεντρώθηκαν όπως τα Ομηρικά Έπη στο παρελθόν ή όπως συλλέγονται ακόμη και σήμερα τα τραγούδια των Βάσκων ή οι μογγολικοί θρύλοι! Πρέπει λοιπόν να περιέλθω στην πνευματική κατάσταση των ημιβάρβαρων λαών της Ανατολής; {…} όλο το απόσπασμα εδώ: Περί ηθικής (Πιοτρ Κροπότκιν)
4) Δείτε: Οι πνευματικοί και ταξικοί μας πρόγονοι (Μέρος τέταρτο)
5) Για την έμπρακτη προπαγάνδα. (Μικρή Ιστοριογραφία)
{…} Κύριος θεωρητικός του εξεγερσιακού αναρχισμού και υπερασπιστής της έμπρακτης προπαγάνδας ήταν ο Luigi Galleani (1861-1931) μετέπειτα ατομικιστής, ο Γκαλεάνι πίστευε ότι κάθε μεταρρυθμιστική κίνηση, των κοινωνικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων συμπεριλαμβανόμενων, είναι μάταια και πως η «προπαγάνδα δια του παραδείγματος» – οι βίαιες δράσεις, όπως οι εκτελέσεις – είναι απαραίτητη για την αφύπνιση των λαϊκών τάξεων και την κοινωνική επανάσταση. Αυτή η πιουριστική θέση περί καταλυτικής δράσης απορρίφθηκε από τους αναρχικούς των μαζών.
Από τη στιγμή που η επιχειρηματολογία αυτή θεωρεί πως οι αγώνες για άμεσες διεκδικήσεις είναι μάταιοι, η συμμετοχή στα σωματεία είναι πιθανή μόνο υπό την προϋπόθεση ότι αντιτίθεται κάθετα στην πραγματική τους δουλειά και πως οι επίσημες οργανώσεις, όπως αυτά, αποτελούν ανάχωμα στην ελευθερία, την πρωτοβουλία και την εξέγερση, δεν μένουν παρά ελάχιστα πεδία αναρχικής δραστηριότητας. Το ένα από αυτά είναι η θεωρητική προπαγάνδα υπέρ του αναρχισμού. Αλλά για πολλούς άλλους εμφανίστηκε ένα άλλο μονοπάτι: η εξεγερσιακή δράση, που είναι συχνά βίαιη και αναλαμβάνεται από αναρχικά άτομα και ομάδες και είναι γνωστή ως «προπαγάνδα δια του παραδείγματος», σε αντίθεση με την «προπαγάνδα δια του λόγου», δηλαδή τα κείμενα και τις ομιλίες. Αρχικά, η φράση «προπαγάνδα δια του παραδείγματος» αναφερόταν σε κάθε προσπάθεια πρακτικής προώθησης της δυνατότητας και επιθυμίας για επανάσταση. Όμως, από τη δεκαετία του 1880 κι έπειτα, η προπαγάνδα δια του παραδείγματος κατέληξε να ταυτίζεται σχεδόν αποκλειστικά με δράσεις ατομικής τρομοκρατίας, εκτελέσεων ή με τις επαναστατικές απόπειρες, τις οποίες έκαναν αναρχικοί.
Υπάρχουν ορισμένες βασικές ιδέες πίσω από την προπαγάνδα δια του παραδείγματος: η ανάγκη για εκδίκηση συγκεκριμένων αντιπροσωπευτικών μελών της άρχουσας τάξης, η πίστη ότι αυτές οι δράσεις υπονομεύουν την εξουσία κι εκφράζουν την ατομικότητα και η ελπίδα ότι θα εμπνεύσουν την εξέγερση στην εργατική τάξη και τους αγρότες, προκειμένου αυτοί να αναλάβουν παρόμοιες δράσεις εξέγερσης και ανυπακοής, με κατάληξη μια γενικευμένη εξέγερση ή επανάσταση. Η προπαγάνδα δια του παραδείγματος μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει απαλλοτριώσεις χρημάτων από την άρχουσα τάση με σκοπό την οικονομική ενίσχυση της επαναστατικής υπόθεσης· όμως δεν μπορούσε να περιλαμβάνει μεταρρυθμιστικούς αγώνες ή δράσεις που θα μπορούσαν με κάποιον τρόπο να γίνουν αντιληπτές ως συμβιβαστικές με την υπάρχουσα κοινωνική τάξη πραγμάτων.
Η προπαγάνδα δια του παραδείγματος παίζει εντελώς καθοριστικό ρόλο στην αντίληψη του Γκαλεάνι. Απορρέει από τις αφόρητες συνθήκες της σύγχρονης κοινωνίας: «η τρομερή ευθύνη για την εξεγερσιακή δράση» πρέπει «να επιστρέψει πίσω στα μούτρα των εκμεταλλευτών που ρουφάνε μέχρι και την τελευταία σταγόνα από τον ιδρώτα και το αίμα των απλών ανθρώπων, πίσω στα μούτρα των μπάτσων που προστατεύουν τους απατεώνες» και «στους δικαστές που κλείνουν τρυφερά το μάτι στους καταπιεστές, τους εκμεταλλευτές και τους διεφθαρμένους και συνεργούν στην ατιμωρησία τους». Με λίγα λόγια, αυτό που είναι ανήθικο δεν είναι η ατομική εξέγερση αλλά η κοινωνία που την προκαλεί. Αυτές οι εξεγέρσεις είναι αναπόφευκτες – «Τι αξία έχει η αποκύρηξή τους;» – και δίκαιες – «η αστική τάξη και οι κακοτυχίες της δεν μας συγκινούν καθόλου».
Η «ατομική εξεγερσιακή δράση» αποτελεί την πρώτη φάση τής επαναστατικής διαδικασίας και δεν μπορεί να διαχωριστεί απ’ αυτήν: «Το ιδανικό … είναι ενσωματωμένο στα μαρτύρια των προαγγέλων του και συντηρείται με το αίμα των πιστών του». Η ατομική εξέγερση και θυσία αποτελούν αναπόφευκτο και απαραίτητο συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο αυθεντικό ιδανικό και το εξεγερσιακό κίνημα, που κορυφώνεται με την επανάσταση. Η «θυσία … ανυψώνεται σε ιερό πρότυπο», που εμπνέει νέες εξεγέρσεις μέχρι τελικά να «μην υπάρχουν φυλακές αρκετά μεγάλες για να εγκλωβίσουν την εξέγερση που απλώνεται». Ο χείμαρρος της επανάστασης, «η τελική απεγνωσμένη κατάκτηση», υπερνικά τα πάντα.
Ο εξεγερσιακός αναρχισμός και η προπαγάνδα δια του παραδείγματος στην πραγματικότητα δεν υπήρχαν κατά την περίοδο της Πρώτης Διεθνούς και δεν αποτέλεσαν τμήμα της σκέψης του Μπακούνιν. Οι ιδέες αυτές ήρθαν στο προσκήνιο μετά τη διάλυση της αναρχικής Πρώτης Διεθνούς το 1877 και κυριάρχησαν για μία μικρή περίοδο κατά τη δεκαετία του 1880. Πρέπει να σημειωθεί ότι η στροφή προς τις βίαιες εξεγερσιακές δράσεις δεν περιοριζόταν στους αναρχικούς της εποχής. Ένα τμήμα του ναροτνικού κινήματος της Ρωσίας υιοθέτησε κατά τη δεκαετία του 1870 ως κεντρικές πτυχές της στρατηγικής του τις εκτελέσεις και τις ληστείες για το σκοπό της υπόθεσης, οδηγώντας στην εκτέλεση του Τσάρου Αλέξανδρου Β’ το 1881 από τον Ιγκνάτι Γκρινεβίτσκι 51. Η προσέγγιση αυτή διαδόθηκε και δραματοποιήθηκε στη Δυτική Ευρώπη μέσα από βιβλία όπως το Υπόγεια Ρωσία του Στεπνιάκ, που εκδόθηκε το 1883. Το Στεπνιάκ ήταν ψευδώνυμο του Ρώσου αναρχικού Σεργκέι Κραβτσίνσκι (1852-1895), ο οποίος ενεπλάκη στη δολοφονία του αρχηγού της τσαρικής αστυνομίας, του Στρατηγού Νικολάι Μεζέντσεφ. Η τρομοκρατία αυτού του είδους παρέμεινε θεμελιώδες στοιχείο των επιγόνων των ναροτνικών, του S.R., αν και τα περισσότερα μέλη του S.R. δεν ήταν αναρχικοί.
Η στροφή προς την εξεγερτικότητα ήταν μεγάλη και στην Ιταλία. Το 1877, ο νεαρός Μαλατέστα και μια ένοπλη ομάδα 25 περίπου αναρχικών επιχείρησαν να προκαλέσουν μια αγροτική εξέγερση, χωρίς επιτυχία· ο Στεπνιάκ είχε εμπλακεί στους σχεδιασμούς αυτής της προκαθορισμένης εξέγερσης. Μια ακόμα σημαντική στιγμή της ανόδου της προπαγάνδας δια του παραδείγματος ήταν η ίδρυση της Αντιεξουσιαστικής Διεθνούς – που είναι περισσότερο γνωστή ως Μαύρη Διεθνής – την 14ή Ιουλιού 1881 στο Λονδίνο, μετά από το Διεθνές Σοσιαλ-Επαναστατικό Συνέδριο που οργανώθηκε από εξέχουσες προσωπικότητες όπως οι Κροπότκιν, Μοστ και Μαλατέστα. Αντίθετα με την Πρώτη Διεθνή, που χαρατηριζόταν από πολιτική ποικιλομορφία κι εστίαζε στους άμεσους εργατικούς αγώνες, η Μαύρη Διεθνής ήταν «αναρχική, κομμουνιστική, αντιθρησκευτική, αντικοινοβουλευτική κι επαναστατική, όλα αυτά ταυτόχρονα». Αποδείχτηκε ιδιαίτερα εκλυστική για τους εξεγερσιακούς αναρχικούς και το μανιφέστο της διακύρυττε ότι «μια έμπρακτη ενέργεια που διεξάγεται ενάντια στους κατεστημένους θεσμούς έλκει τις μάζες πολύ περισσότερο από χιλιάδες φυλλάδια και χειμάρρους λέξεων».
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1880 είχαν ξεσπάσει ευρύτατες αντιδράσεις στους κύκλους των αναρχικών απέναντι στην προπαγάνδα δια του παραδείγματος. Πολλοί απ’ αυτούς που την υποστήριξαν στο παρελθόν, όπως ο Κροπότκιν, ο Μπέργκμαν, η Γκόλντμαν, ο Μαλατέστα και ο Μοστ, άρχισαν να εντοπίσουν τα μειονεκτήματά της.
Σύμφωνα με τους περισσότερους αναρχικούς, η προπαγάνδα δια του παραδείγματος αποδείχθηκε αναποτελεσματική και εντελώς καταστροφική για τον αναρχισμό. Προκάλεσε τεράστια καταστολή, ακρωτηριάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις προσπάθειες σχηματισμού ενός μαζικού αναρχικού κινήματος. Η εξεγερσιακότητα αποδεδειγμένα δεν αποδυνάμωσε ούτε τον καπιταλισμό ούτε το κράτος. Όπως σχολίαζε ο Μαλατέστα, «Γνωρίζουμε ότι αυτές οι επαναστατικές απόπειρες, για τις οποίες ο λαός δεν είναι αρκετά προετοιμασμένος, είναι στείρες, συχνά προξενούν μεγάλη οδύνη, επειδή προκαλούν ανεξέλεγκτες αντιδράσεις, και βλάπτουν τον ίδιο το σκοπό που υπηρετούν». Αυτό που είναι ουσιαστικό και αναμφισβήτητα ωφέλιμο «δεν είναι να σκοτώσουμε το βασιλιά σαν άτομο, αλλά να σκοτώσουμε όλους τους βασιλιάδες – των παλατιών ή των κοινοβουλίων και των εργοστασίων – μέσα στην καρδιά και τη σκέψη των ανθρώπων. Να ξεριζώσουμε δηλαδή την πίστη στην αρχή της εξουσίας, πίστη που εξακολουθεί να έχει ένα μεγάλο μέρος του λαού».
Ο Κροπότκιν έβλεπε με συμπάθεια τον συνδικαλισμό τής Πρώτης Διεθνούς, αλλά κατά την περίοδο της Μαύρης Διεθνούς ήταν αρκετά εχθρικός προς τα σωματεία. Κατά τη δεκαετία του 1890 όμως, καλούσε για επιστροφή στον συνδικαλισμό του Μπακούνιν και της Πρώτης Διεθνούς, το έκανε όμως «δέκα φορές πιο δυνατά»: «Γιγάντια σωματεία να αγκαλιάζουν εκατομμύρια προλετάριους». Στα τέλη της δεκαετίας του 1880 η Μισέλ έβλεπε το δρόμο για την επανάσταση να περνά μέσα από την επαναστατική γενική απεργία, αν και διατηρούσε κάποια συμπάθεια προς την προπαγάνδα δια του παραδείγματος.
Η ίδια η φύση της εξεγερσιακής δράσης γινόταν ολοένα και περισσότερο αντιληπτή ως ελιτίστικη· αντί να ενθαρρύνει την εργατική τάξη και τους εργάτες να δράσουν, στην καλύτερη περίπτωση ενίσχυε την παθητική εμπιστοσύνη του λαού σε ηγέτες και σωτήρες από τα πάνω, δημιουργώντας μια αυτοδιοριζόμενη πρωτοπορία των λαϊκών τάξεων. Το ίδιο πράγμα αντανακλούσε και η απόρριψη των άμεσων διεκδικήσεων, όπως οι αυξήσεις μισθών. Ο αναρχισμός μετατράπηκε σε δόγμα μιας επίλεκτης ελίτ που δεν ασχολείται με τις καθημερινά προβλήματα των λαϊκών τάξεων, απορρίπτει τα σωματεία και λειτουργεί στην ουσία καταστροφικά για τα λαϊκά κινήματα. Η προπαγάνδα δια του παραδείγματος δεν έκανε πολλά για τη διάδοση των αναρχικών ιδεών, εκτός από το να συνδέσει τον αναρχισμό με τη βία και τις βομβιστικές επιθέσεις στα μάτια της κοινής γνώμης και να απομονώσει τον αναρχισμό απ’ τις μάζες. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1890, ο εξεγερσιακός αναρχισμός αποτελούσε εν πολλοίς μειοψηφικό ρεύμα.
Αυτές οι κριτικές βασίζονταν στην παράδοση των αναρχικών της Πρώτης Διεθνούς, που ενστερνίζονταν αυτό που εμείς ορίζουμε ως αναρχισμό των μαζών. Σύμφωνα με τον Μπακούνιν και τη Συμμαχία, το κεντρικό σημείο της στρατηγικής είναι η εμφύτευση του αναρχισμού μέσα στα λαϊκά κοινωνικά κινήματα προκειμένου αυτά να ριζοσπαστικοποιηθούν, η εξάπλωση των αναρχικών ιδεών και στόχων και η προώθηση μιας κουλτούρας αυτοδιαχείρισης και άμεσης δράσης, με την ελπίδα ότι τα κινήματα αυτά θα συνεισφέρουν στην κοινωνική επανάσταση. {…} “Μαύρη Φλόγα” (υπό έκδοση)
Σημείωση του συντάκτη
Ιστορικά η έμπρακτη προπαγάνδα ήρθε να απαντήσει στην τεράστια καταστολή που εξαπλώθηκε σχεδόν σε όλη την Ευρώπη και στην Ελλάδα μετά από την συντριβή της Παρισινής Κομμούνας . Ήταν το καμπανάκι που χτύπησε για να βγάλει το προλεταριάτο από την ήττα , πρέπει να κατανοήσουμε ότι οι σύντροφοι εκείνης της εποχής είχαν να αντιμετωπίσουν συλλήψεις , βασανιστήρια ακόμη και εκτελέσεις για για συγκεντρώσεις , μοίρασμα προκηρύξεων κλπ και ήταν αναγκασμένοι να δρουν σε πλήρη παρανομία. Αργότερα αν η έμπρακτη προπαγάνδα πήρε μονοδιάστατη μορφή, αυτό έφερε και τον εκφυλισμό της.
Σαν συμπέρασμα
{…} Η αναρχία προσδιορίζεται και διακρίνεται λόγω της μεθόδου μέσω της οποίας τα ίδια της τα υποκείμενα λαμβάνουν τις αποφάσεις και λόγω της αρχής της αυτό-διεύθυνσης των υποθέσεων χωρίς την ύπαρξη μιας εξουσίας θεσμισμένης από τα πάνω που θα επιβάλλει τη θέληση της, και όχι λόγω του τύπου της εξέγερσης που θα χρησιμοποιήσει. Είμαστε αναρχικοί όχι γιατί απλώς αισθανόμαστε την ανάγκη να εξεγερθούμε, αλλά γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε κάτι το εναλλακτικό, το οποίο θα τείνει στη μέγιστη δυνατή πολιτική, κοινωνική και υπαρξιακή ελευθερία.
Οι εξεγέρσεις και οι διάφορες μορφές της επανάστασης με κανέναν τρόπο δεν είναι μια δική μας ιδιαιτερότητα, δεν είναι αυτό που μας διακρίνει. Οι πάντες, συμπεριλαμβανομένων των μπολσεβίκων, των ισλαμιστών, μέχρι και των φασιστών, εφόσον καταπιέζονται και εμποδίζονται να εκφραστούν, τείνουν να εξεγείρονται, προκειμένου ν’ απελευθερωθούν απ’ ότι τους καταπιέζει. Αλλά η εξέγερση τους και, εφόσον υπάρξει, η επανάσταση τους, έχουν μια γεύση καθόλα διαφορετική από τη δική μας, αναμφιβόλως αντίθετη. Αυτοί, με ιδεολογικές αιτιολογήσεις και ιδανικά διαφορετικά μεταξύ τους, θέλουν την εγκαθίδρυση μιας νέας ισχυρής εξουσίας, απόλυτης, ολοκληρωτικής, θεοκρατικής.
Εξεγείρονται απέναντι στην υπάρχουσα εξουσία επειδή θέλουν να μπουν στη θέση της και να κυριαρχήσουν πάνω στους ανθρώπους. Εμείς, όταν καταφέρουμε να εξεγερθούμε, αντιθέτως, θα θέλουμε να γκρεμίσουμε όχι μόνο την υπάρχουσα εξουσία, αλλά και κάθε άλλη μορφή κυριαρχίας, γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε μια κοινωνία θεμελιωμένη στην απουσία ιεραρχίας και κυρίαρχης εξουσίας. Δεν παρουσιαζόμαστε ως εκ τούτου σαν εξεγερτικοί, αλλά κυρίως ως φανατικοί εραστές της ελευθερίας, όλης της δυνατής ελευθερίας, της αυτοκυβέρνησης, της θέλησης να μην μας κυβερνούν από τα πάνω και να ζούμε και να συμβιώνουμε με τους άλλους χωρίς βίαιη επιβολή, με αλληλεγγύη, αμοιβαιότητα και τη μέγιστη συναινετική συμφωνία.
Δεν πρέπει να φοβόμαστε να δανειστούμε, οφείλουμε όμως να παραμείνουμε αμετακίνητοι στις ιδέες μας. Πρέπει να δημιουργήσουμε τόπους ελευθεριακού πειραματισμού, όπου θα μπορούμε να ζούμε και να δοκιμάζουμε μορφές αυτοκυβέρνησης και κοινωνικής αλληλεγγύης, λέγοντας όχι στη διδαχή ενός και μόνο μοντέλου, ναι σε πολλά περισσότερα. Πολυσθενείς, πολυκεντρικοί και άκεντροι τόποι, χωρίς ιεραρχίες και γραφειοκρατίες στο εσωτερικό τους, ικανοί να γεννούν καινοτομίες και πολιτιστικές ανατροπές, να είναι δημιουργικοί και χωρίς προκαταλήψεις, αποτελώντας παραδείγματα για το πώς μπορεί να φτιαχτεί και να υπάρξει μια κοινωνία. Στιγμές συλλογικής αυτοκυβέρνησης, ελευθεριακά κοινωνικά κέντρα, ελευθεριακά συνδικάτα, ελευθεριακά σχολεία, ελευθεριακοί δήμοι οργανωμένοι από τα κάτω, δυνατότητα για όποιον επιθυμεί να προβεί σε κοινούς πειραματισμούς και οτιδήποτε άλλο έρχεται στο μυαλό που αντιπροσωπεύει και δείχνει την κοινωνία την οποία επιθυμούμε.
Μια κοινωνία μέσα στην κοινωνία τελικά, ικανή ν’ ανατρέψει τα υπάρχοντα μοντέλα και το συλλογικό φαντασιακό. Αν ενώ διαδίδεται δεχτεί την επίθεση από τις θεσμισμένες εξουσίες, ενίοτε θα αμυνθεί και θα εξεγερθεί για να διατηρήσει το δικαίωμα της στην ελεύθερη επιλογή, στην ελεύθερη σκέψη, στον ελεύθερο πειραματισμό. Είναι δυνατόν να υπάρξει! Και, πιστέψτε με, είναι πολύ πιο ισχυρή και θορυβώδης από οποιαδήποτε εκπυρσοκρότηση όπλου ή έκρηξη βόμβας, από οποιονδήποτε πόλεμο, οποιαδήποτε βίαιη ενέργεια. {…} Ανδρέας Πάπι, 1986
Υποσημειώσεις
α) Ο Στιούαρτ Κρίστι είναι Σκωτσέζος αναρχικός δημοσιογράφος, συγγραφέας και μεταφραστής. Γεννημένος το 1946, είναι ενεργός στο κίνημα από την ηλικία των δεκαέξι ετών. Ενώ είχε περάσει με ωτοστόπ στην Ισπανία το 1964, με πρόθεση την εκτέλεση του δικτάτορα Φρανσίσκο Φράνκο, ο Κρίστι και ο συνεργάτης του, Φερνάντο Καρμπάγιο Μπλάνκο, συνελήφθησαν. Στην κατοχή του Κρίστι βρέθηκαν εκρηκτικά και αντιμετώπισε τον κίνδυνο καταδίκης σε θάνατο δια στραγγαλισμού, όμως τρία χρόνια αργότερα αφέθηκε ελεύθερος μετά από μια διεθνή καμπάνια για την απελευθέρωσή του, με τη στήριξη του Ζαν Πωλ Σαρτρ.
Μετά την επιστροφή του στη Βρετανία, βοήθησε στην επανασύσταση του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού για τη στήριξη πολιτικών κρατουμένων στην Ισπανία και αλλού, αλλά και στην έκδοση του περιοδικού Black Flag. Το 1972 αθωώθηκε από τις κατηγορίες που του είχαν προσαφθεί για συμμετοχή στη σειρά επιθέσεων σαμποτάζ της Οργισμένης Ταξιαρχίας, μετά από μια από τις μεγαλύτερες σε διάρκεια δίκες στην ιστορία της Βρετανίας. Συνέχισε τη δραστηριότητά του ιδρύοντας τις εκδόσεις Cienfuegos Press, αργότερα Christie Books, και παραμένει ένας ενεργός αγωνιστής με συνεισφορά στο ευρύτερο αναρχικό κίνημα.
β) Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από το “ Εγχειρίδιο ιστορικότητας λόγου και δράσης. Σύνοψη του κοινωνικού αναρχισμού”.
*) Μια μικρή ομάδα ιησουιτών μοναχών δημιούργησαν το 1560 περίπου το “Κράτος του Θεού” μέσα στη ζούγκλα της Παραγουάης. Ήταν ένα πρωτοποριακό (για τους Ευρωπαίους της εποχής ) πείραμα των Ιησουιτών μοναχών που ίδρυσαν μια κοινωνία χωρίς χρήματα, φυλακές και θανατική ποινή. Οι ιθαγενείς λαοί της περιοχής δεν είχαν ανάγκη από τέτοια πειράματα γιατί λίγο πολύ ζούσαν με αυτές τις συνθήκες προτού εισβάλουν οι Ευρωπαίοι στην περιοχή τους. Το κράτος του Θεού άντεξε εκατόν πενήντα χρόνια περικυκλωμένο από τσιφλικάδες που ήθελαν να αρπάξουν την Γη και συμμορίες δουλεμπόρων που έψαχναν για το φρικτό εμπόρευμά τους.
Μόνο όταν οι ίντριγκες στο Βατικανό και οι θρησκευτικές και πολιτικές αντιθέσεις στην Ευρώπη οδήγησαν τον πάπα Κλήμη ΙΔ’ στην κατάργηση του τάγματος , το κράτος του Θεού κατέπεσε. Στρατιώτες της Ισπανίας εισέβαλαν, συνέλαβαν τους Ιησουίτες μοναχούς που ήταν ηγέτες των κοινοτήτων και τους φυλάκισαν. Ο Ισπανός βασιλιάς μοίρασε την Γη σε τσιφλίκια και μετέτρεψε αμέσως τους Ινδιάνους σε σκλάβους.
Αυτοί έχοντας μεγαλώσει σ’ ένα σύστημα ελευθερίας και δικαιοσύνης δεν άντεξαν τις συνθήκες της σκλαβιάς και αποδεκατίστηκαν .Οι τσιφλικάδες του στέμματος παρέλαβαν τις ακμάζουσες κοινότητες και εφάρμοσαν τις γνωστές απάνθρωπες μεθόδους που επικρατούσαν στην υπόλοιπη Αμερική. Το έργο αυτής της ομάδας του τάγματος δεν καθαγιάζει του υπόλοιπους ιησουίτες και εμείς δεν δίνουμε συχωροχάρτια, (δειτε σχετικη ταινια Η αποστολή (The Mission)
**) Μικρή βιογραφία της Έμμα Γκόλντμαν εδώ: Έμμα Γκόλντμαν
***) Δείτε σε αυτό το κείμενο αποκλειστικά το διάλογο Αθηναίων – Μηλίων, όπως τον εξιστορεί ο Θουκυδίδης, είναι ένας διάλογος ύψιστου πολιτικού αμοραλισμού και αλαζονείας με σκοπό την ηγεμονία και την κυριαρχία των Αθηναίων. Σίγουρα ο Μακιαβέλι εμπνεύστηκε και από αυτό το κείμενο για να συντάξει την πραγματεία του «Ο Ηγεμόνας». Ο διάλογος σε μορφή pdf dialogos_miliwn
Σημ. Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε εδώ: https://athens.indymedia.org/post/1508940/ στην παρούσα μορφή έχουν προστεθεί κάποιες προσθήκες.
1 Comment