Η δημοκρατία τους, η νεωτερικότητα και το πολιτικό ψέμα *
Του Γιώργου Μεριζιώτη

Προοίμιο
«… Μια κοινωνία όπου κυριαρχείται από αλλοτριωμένες κοινωνικές ταξικές σχέσεις, που επιβάλει η εκάστοτε πολιτική-οικονομική ελίτ μέσω του κράτους (δηλαδή της «νομιμοποιημένης» δομικής βίας), μεταξύ εκμεταλλευτή και εκμεταλλευόμενου, διευθυντή και διευθυνόμενου, κυβερνήτη και κυβερνώμενου δεν θα είναι ποτέ αληθινά δίκαιη, ούτε θα είμαστε πραγματικά ελεύθεροι.
Μια κοινωνία διχαστικά πολωμένη μεταξύ φτώχειας και πλούτου, μεταξύ αυτών που δίνουν εντολές και αυτών που εκτελούν δεν θα είναι ποτέ οικολογικά ισορροπημένη, γιατί η κυριαρχία απέναντι στην φύση έχει τις ρίζες της στην κυριαρχία ανθρώπου από άνθρωπο. Η οικολογική ισορροπία προϋποθέτει την κοινωνική αρμονία… » Γ. Μ
Ι. Η ΑΡΧΑΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
1. Η λέξη δημοκρατία αποτελείται από τα συνθετικά «δήμος» το σύνολο ή η συνέλευση των ανθρώπων που έχουν ίσα πολιτικά δικαιώματα, (στην “κλασική” Αθήνα ισοδυναμούσε περίπου με τον αριθμό των τριάντα χιλιάδων ελεύθερων πολιτών. Η πλειοψηφία που ήταν σκλάβοι, γυναίκες και μέτοικοι απαγορευόταν να μετέχουν στις αποφάσεις και στην διαχείριση της πόλης) και «κράτος» – δύναμη, εξουσία. Ενώ στις λέξεις ‘μοναρχία’ και ‘ολιγαρχία’ το δεύτερο συνθετικό «άρχω» σημαίνει κυβερνώ, οδηγώ, κυριαρχώ.
Μια από της πρώτες αναφορές της λέξη δημοκρατία παρουσιάζεται στον Ηρόδοτο, που έγραψε μερικά από τα πρωιμότερα σωζόμενα γραπτά, αλλά ίσως δεν χρησιμοποιήθηκε πριν το 440-430 π.Χ. Δεν είναι σίγουρο ότι η λέξη χρησιμοποιήθηκε από τη στιγμή της γέννησης της δημοκρατίας, αλλά από το 460 π.Χ. γνωρίζουμε την ύπαρξη του ονόματος “Δημοκράτης”, που προφανώς δόθηκε από τους γονείς στο παιδί τους ως ένδειξη δημοκρατικής νομιμότητας.
Ο όρος, πάντως, ουσιαστικά δηλώνει το πολίτευμα εκείνο στο οποίο η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της συνέλευσης των εχόντων ίσα πολιτικά δικαιώματα. Μόνο οι πολίτες της πόλεως, -της κοινωνίας θα λέγαμε σήμερα- , μπορούν να συμβάλλουν στην αυτοθέσμιση της, πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί είναι οι μοναδικοί υπεύθυνοι του πολιτικού τους γίγνεσθαι. Την ίδια στιγμή η απουσία εκπροσώπων – διαμεσολαβητών της πολιτικής ζωής μας τονίζεται στην φράση του Αριστοτέλη «Δημοκρατία εστίν μεν πολιτεία, εν η κλήρω διανέμονται τας αρχάς» (Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα εκείνο όπου τα αξιώματα μοιράζονται με κλήρωση).
Στην οριζόντια δομή της Αθήνας του 5ου αιώνος η έννοια του εκπροσώπου – διαμεσολαβητή ήταν άγνωστη. Όλες οι αποφάσεις παίρνονταν συλλογικά στην εκκλησία του Δήμου και οι ίδιοι οι πολίτες τις εκτελούσαν, ενώ προηγουμένως είχε προηγηθεί συζήτηση με εξαντλητικά επιχειρήματα για ζητήματα που αφορούσαν σχεδόν τα πάντα, από καθημερινής φύσεως προβλήματα μέχρι και ζητήματα πολέμου. Όμως ήταν μια μορφή ελλιπούς, μισής, ταξικής πολιτειακής συγκρότησης, μια συμφωνία μεταξύ όχι των δύνασται (της δυνατότητας να συμμετέχουν όλοι) αλλά των συστημικά υφιστάμενα ίσων. Οι γυναίκες, οι μέτοικοι και οι δούλοι, δηλαδή σχεδόν τα δυο τρίτα του πληθυσμού ήταν αποκλεισμένοι από τις διαδικασίες διαχείρισης της πόλης.
2. Η οριζόντια δομή, η αρχαία άμεση δημοκρατία
Στο σχήμα 1, εκείνο που θέλουμε να δείξουμε δεν είναι το αμφιθέατρο, αλλά το λειψό – το μισό του κύκλου.

Έτσι λειψή και μισή ήταν η δημοκρατία στην Αθήνα. Εκτός των άλλων, το πολιτειακό και κοινωνικό της σύστημα ποτέ δεν ολοκληρώθηκε, παράκμασε και μετά τους πελοποννησιακούς πολέμους ανατράπηκε από τους ολιγαρχικούς. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που λέει ο (δημοκρατικός) ιστορικός Θουκυδίδης στην εποχή του: «Παρόλο που η δημοκρατία υπάρχει είδη μια γενιά, ακόμη δεν έχει εξαλειφθεί η αντίληψη του ενός άρχεται». Δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε διεξοδικά το αθηναϊκό σύστημα, πάντως για πολλούς αναρχικούς είναι ένα σημείο αναφοράς.
Κατά τον Μπακούνιν ήταν μια σπίθα φωτός σε σχέση με την καταχνιά των ηγεμονιών και δεσποτειών του τότε κόσμου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι αναρχικοί της Ισπανίας είχαν/έχουν ονομάσει από παλιά (στις αρχές του εικοστού αιώνα), τους πολιτιστικούς και μορφωτικούς τους συλλόγους «Ελευθεριακά Αθήναια» προς τιμή της Αθήνας. Δεν θέλουμε να εξιδανικεύσουμε την αρχαία κατάσταση ούτε μπορεί να αντιγραφεί – εφαρμοστεί αυτή η δημοκρατία στείρα στο σήμερα.1 Πολλές μορφές δημοκρατίας υπήρξαν στην αρχαία εποχή αν και δεν ονομάζονταν έτσι, δείτε πχ την πάνω από 4000 χρόνια ομοσπονδία και δημοκρατία των ιθαγενών φυλών της βόρειας Αμερικής που δεν ήταν συνυφασμένη με την πόλη αφού η φυλές αυτές ήταν ημινομαδικές.2
ΙΙ. Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥΣ
1. Στην νέα εποχή, τέλη του 18ου αιώνα, μέσω της Γαλλικής Επανάστασης (στην όποια κυριάρχησαν οι Ιακωβίνοι), επανήλθε στο ιστορικό προσκήνιο ο αρχαιοελληνικός όρος «Δημοκρατία» που μέσα σε δύο μόνον αιώνες κατόρθωσε, όχι ο ίδιος βεβαίως, αλλά μία παρωδία του που λέγεται αντιπροσώπευση – «Κοινοβουλευτισμός» – να καλύψει ολόκληρη σχεδόν την ανθρωπότητα.
Σήμερα όλοι είναι, ή παριστάνουν ότι είναι … «Δημοκράτες», ο δε πλανήτης κατακλύζεται από… εμμεσο-«Δημοκρατίες» παντός είδους: αστικο-κοινοβουλευτικές, βασιλευόμενες, στρατοκρατικές, τηλεοπτικές, χρηματιστικές, φασιστικές και πάει λέγοντας, προς αύξηση των δόσεων της διαστρεβλώσεως και της αχρηστεύσεως των εννοιών.
Δείτε μία επιθετική κατηγοριοποίηση της Δημοκρατίας ένα λογοπαίγνιο που θέλει αλλά δεν μπορεί να αποκρύψει την πολιτική διαμεσολάβηση και την οικονομική εκμετάλλευση. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία και ο καπιταλισμός, η κυβέρνηση και εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, δεν σημαίνει τίποτα άλλο εκτός από δουλεία. Άλλωστε εμείς δεν παρασυρόμαστε από τις διάφορες λουσάτες συσκευασίες που διανθίζουν την δημοκρατία.
Ορίστε ο κήπος όπου ανθίζουν όλα τα δημοκρατικά λουλούδια και όπως έχουν παρουσιαστεί τα κράτη σε παγκόσμιο επίπεδο σαν πολιτειακά μορφώματα από τις άρχουσες ελίτ: Αντιπροσωπευτική δημοκρατία, Βασιλευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, Προεδρική Δημοκρατία (Congressional system), Σοσιαλιστική δημοκρατία, Σοβιετική δημοκρατία, Λαϊκή δημοκρατία, Χριστιανοδημοκρατία, Ισλαμική Δημοκρατία. Συστήματα όπως Σύστημα Γουεστμίνστερ, (η αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία προέρχεται από το Αγγλικό Σύστημα Γουεστμίνστερ ) Ημιπροεδρικό σύστημα. Έννοιες, όπως: συμμετοχική δημοκρατία, δημοκρατικός συγκεντρωτισμός κλπ. Κόμματα, όπως: Χριστιανοδημοκρατικά, Σοσιαλδημοκρατικά, και πάει λέγοντας.
Μέχρι σήμερα, βλέπουμε να συμβιώνουν μοναρχίες με κοινοβούλια, δικτάτορες και τύραννοι με δημοκρατικό προσωπείο, θεόσταλτοι σωτήρες, πατερναλιστές – λαϊκιστές και πλήθος άλλοι σαλτιμπάγκοι, και όλα αυτά τα πολιτικά ή πολιτειακά συστήματα, φυσικά, αυτοαποκαλούνται δημοκρατικά. Ακόμα και δίπλα στην πιο «μοντέρνα» φιλελεύθερη εκδοχή του συστήματος κυριαρχίας, το μοίρασμα της εξουσίας μεταξύ των ελίτ, δηλαδή της κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης και της εναλλαγής των προσώπων στην κυβερνητική εξουσία, συνυπάρχουν στην οικονομία και στην πολιτική, ο νεποτισμός (οικογενειοκρατία), το πολιτικό κληρονομικό δίκαιο, η προσωπολατρία, η ευνοιοκρατία μέσω των λόμπι , τα προνόμια και η διαφθορά. Όλα τα παραπάνω είναι, ουσιαστικά, δομικά στοιχεία του καπιταλισμού και του κράτους, γιατί απλούστατα χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά, ούτε η εξουσία των εκάστοτε πολιτικών ελίτ θα διαρκούσε για πολύ, ούτε φυσικά, η εκλογική πελατεία των κομμάτων.
Επίσης βλέπουμε να εμφανίζετε ένα καινούργιο πολιτικό φρούτο αυτό τον εκλεγμένων πολιτικών ολιγαρχών με πάνω από τρις -τέσσερις συνεχόμενες τετραετίες στην κυβερνητική εξουσία, αυτό συνέβη στην Βρετανία με την νεοφιλελεύθερη Μάργκαρετ Θάτσερ, στην σημερινή Ρωσία με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, στην Τουρκία με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, την Γερμανία με την Άνγκελα Μέρκελ κλπ.
Παράλληλα επειδή βρισκόμαστε σε μια εποχή πολιτικών υβριδίων και μεταλλάξεων τα κοινοβούλια έχουν μετατραπεί περισσότερο σε βιτρίνα του συστήματος γιατί σε αυτό το ιδιότυπο κοινοβουλευτικό σύστημα «έκτακτης ανάγκης» οι περισσότεροι νόμοι, ιδιαίτερα αυτοί που είναι ζωτικής σημασίας για το σύστημα δεν ψηφίζονται – αποφασίζονται εκεί αλλά με προεδρικά διατάγματα. Η υβριδική πολιτική των σημερινών νεοφιλελεύθερων ή σοσιαλφιλελεύθερων πολιτικών ελίτ έγκειται στο πάντρεμα αντιτιθέμενων ως εχθρικών πολίτικων αντιλήψεων του φιλελευθερισμού και του κρατισμού, πολιτικών αντιλήψεων για το κράτος «έκτακτης ανάγκης» όπως αυτές του Καρλ Σμιτ, [Carl Schmitt] (α) και οικονομικές πολιτικές του ορντο-φιλελευθερισμού (Ordoliberalismus).
Ο Καρπός αυτού του παντρέματος στις μέρες μας μεταλλάσσετε από υβρίδιο σε χίμαιρα (με την γενετική σημασία του όρου) και είναι η κύρια όψη αυτού που ονομάζεται νέος ολοκληρωτισμός. Οι νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές χρειάζονται ένα «ποιοτικό» κράτος (κατά Σμιτ αντίληψη) υπεράνω της κοινωνίας που να έχει το μονοπώλιο του πολιτικού λόγου και της βίας ως όργανο για να επιβάλουν- εφαρμόσουν τις πολιτικές τους αυτές οι κυρίαρχες πολιτικοοικονομικές ελίτ τους κυριαρχούμενους.
2. Στα τέλη του 18ου αιώνα – όπως ήδη προείπαμε – αν και η καρμανιόλα γκρέμισε την θεοκρατία και την μοναρχία, οι αστοί Ιακωβίνοι σφετερίστηκαν την μεγάλη λαϊκή επανάσταση η οποία δεν μπόρεσε να εγκαθιδρύσει την πραγματική Δημοκρατία, δηλαδή την Άμεση, παρά τις κραυγές αρκετών «Ορεινών» αλλά κι κύρια από τον αγώνα των πληβείων (αβράκωτων) ενάντια στην απάτη των εκπροσωπήσεων και της διαμεσολάβησης. Στον πληβειακό δημόσιο χώρο που άρχισαν να σκιαγραφούν οι αβράκωτοι, το 1774 η πιο ριζοσπαστική πτέρυγα τους, οι λυσσασμένοι έριξαν τον σπόρο της «αναρχικής» ελευθερίας και της άμεσης δημοκρατίας. Ο Jacques Roux, στο βήμα της Συμβατικής, θα αναδείξει την εχθρική φύση των «αντιπροσώπων του λαού» αναφωνώντας: «Η ελευθερία είναι απλώς αυταπάτη όταν μια τάξη ανθρώπων μπορεί ατιμώρητα να κάνει μια άλλη να λιμοκτονεί. Η ισότητα είναι απλώς αυταπάτη όταν ο πλούσιος ασκεί προνομιακά το δικαίωμα ζωής και θανάτου επί των συνανθρώπων του».
Και ο J. Varlet, από τη φυλακή του Πλεσίς, έγραφε: «..Για οποιοδήποτε σκεπτόμενο ον, κυβέρνηση και επανάσταση είναι πράγματα ασύμβατα…». (β) Αυτό που επεκράτησε αργότερα παγκοσμίως, ήταν τελικά ο κυβερνητισμός, ο κρετίνικος αγγλικός κοινοβουλευτισμός (σύστημα Γουεστμίνστερ) και ο ρεπουμπλικανισμός, ενώ από την γαλλική έκρηξη έμεινε τελικά ο ψευδεπίγραφος εξισωτισμός του «εγκαλιτέ» (ισότητα) που είναι το ζητούμενο μέχρι σήμερα.
Η σύγχρονη δυτική πολιτική κουλτούρα έχει δημιουργηθεί επί τη βάσει αντιφατικών ιδανικών και ειδικά πάνω στην αντιφατική μετεξέλιξη της Γαλλικής Επανάστασης, της οποίας ο υποτιθέμενος μετασχηματισμός σε πολιτιστική πραγματικότητα, σήμαινε την σταθεροποίηση και την εξασφάλιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των τυπικών αστικών ελευθεριών, βρίσκοντας την ιστορική ολοκλήρωση της στον αμερικανισμό. Αν και η Η.Π.Α προηγήθηκαν χρονικά της Γαλλικής Επανάστασης και ήτα η πρώτη χώρα του συνέταξε χάρτα για τα δικαιώματα του ατόμου είναι επίσης και η πρώτη σύγχρονη δουλοκτητική δημοκρατία και στην εξέλιξή της αυτή η δημοκρατία μετασχηματίστηκε σε ένα από τα πιο κοινωνικά ανάλγητο σύστημα.
Τι να πούμε όμως για την άλλη Μεγάλη Επανάσταση, την Ρώσικη, που την σφετερίστηκαν οι μπολσεβίκοι και παρ’όλες τις μεγάλες προσδοκίες που καλλιέργησε στην σκλαβωμένη – προλεταριακή ανθρωπότητα, έπαψε πολύ σύντομα να είναι “λιμπερτέ” (ελευθεριά) και“εγκαλιτέ” ( ισότητα).
Πάντως από την γέννηση της η δημοκρατία εμπεριείχε την πολιτειακή μερικότητα και την κοινωνική – οικονομική ανισότητα και αποκλεισμό και προπάντων την αποφυγή από τους αρχαίους και νυν δημοκράτες της αναγκαίας χειρονακτικής εργασίας (στις μέρες μας βρώμικης, μαύρης εργασίας), που κρατάει την ζωή και την κοινωνία σε ένα ανεκτό ανθρωπινό επίπεδο διαβίωσης. Ήταν κατά αυτήν την έννοια μισό – αριστοκρατικό σύστημα, όπως είναι στις μέρες μας το λεγόμενο αξιοκρατικό σύστημα. Έκτατε το ζητούμενο για τους δούλους, τους είλωτες, τους πληβείους, τους σκλάβους και τους προλετάριους, ήταν η διεύρυνση αυτής της δημοκρατίας σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, οικονομικό κοινωνικό, και γι΄αυτό επιζητείται να είναι κάτι παραπάνω από άμεση, δηλαδή αναρχική.
III. Αστική δημοκρατία ως καθεστώς διαρκούς απειλής
Σε αυτή την μικρή μελέτη δεν μπορούμε να ασχοληθούμε με έναν εκτενή τρόπο για πως εδράζεται η σύγχρονη κυριαρχία, ο νεοφιλελευθερισμός, πάντως όσοι νομίζουν ότι είναι μόνο ένα οικονομικό σύστημα βρίσκονται σε οικτρή πλάνη, γιατί είναι πρώτα και κύρια μια τάξη πραγμάτων. Ιδιαίτερα στην δυτική Ευρώπη μετά από μια ανάπαυλα σοσιαλδημοκρατικής – κεϋνσιανής διαχείρισης, που ήρθε να αντικαταστήσει την προηγούμενη προβληματική φιλελεύθερη διαχείριση και έσωσε τον καπιταλισμό από την ανατροπή, αφού αποτέλεσε τον ταξικό συμβιβασμό της εργατικής τάξης με τα αφεντικά με την έννοια ότι πείστηκε και επέλεξε όχι την σύγκρουση – ανατροπή αλλά το λεγόμενο “μικρότερο κακό” και την αναδιανομή ενός κομματιού της παραγόμενης πίτας.
Η νέα κυριαρχία αντλεί θεωρητικό – αξιακό περιεχόμενο από τον παλιό φιλελευθερισμό του 19ου αιώνα που ήταν ένα αμάλγαμα των απόψεων των Χομπς, Λοκ, Σπενσερ, Μιλ . Σε πολλά συντάγματα των δυτικών κρατών έχουν αποτυπωθεί απόψεις αυτών των διανοητών της σύγχρονης καπιταλιστικής κυριαρχίας. Το απαύγασμα αυτών των αντιλήψεων συνοψίζεται στον κοινωνικό δαρβινισμό: ο ισχυρότερος – ικανότερος κερδίζει και επιβιώνει, ανταγωνίσου ή πέθανε μέσα από τον πόλεμο όλων εναντίον όλων , τον ελιτίστικο ατομικισμό και το δίπτυχο ασφάλεια θεσμική -ανάπτυξη οικονομική, επίσης με πρόσχημα εναντίωσης στον μερκαντιλισμό ιδιωτικοποιεί όλη την δημόσια σφαίρα μέσα από το υποκριτικό μότο για λιγότερο – μικρότερο κράτος .
Αυτή είναι η σύγχρονη δημοκρατία το καθεστώς της διαρκούς απειλής, ο αμερικανισμός που προωθείται εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες από την παγκόσμια ελίτ της δύσης και εξάγεται σαν προϊόν σε όλον τον κόσμο.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης λέει σχετικά: {…} Αν ο καπιταλισμός μπόρεσε να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί στο παρελθόν, αυτό έγινε επειδή κληρονόμησε μια σειρά ανθρωπολογικών τύπων τους οποίους δεν δημιούργησε ο ίδιος: αδιάφθορους δικαστές, ακέραιους δημόσιους υπαλλήλους ικανούς να υπηρετούν το κοινό καλό, εκπαιδευτικούς αφοσιωμένους στο καθήκον τους, εργάτες για τους οποίους η δουλειά ήταν –παρά τις σκληρές συνθήκες- πηγή αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας κλπ. Αυτοί οι ανθρωπολογικοί τύποι δεν αναδύθηκαν από μόνοι τους, αλλά δημιουργήθηκαν σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους με αναφορές σε αξίες που ήσαν τότε καθιερωμένες: την εντιμότητα, την ανιδιοτελή προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο, τη μετάδοση της γνώσης, την εργασία που παράγει ωφέλιμο έργο κλπ.
Στις σύγχρονες κοινωνίες αυτές οι αξίες δεν έχουν πέραση, αφού το μόνο που μετράει πλέον είναι το ΧΡΗΜΑ. Οι ανθρωπολογικοί τύποι που ενσαρκώνουν την εντιμότητα, την ηθική ακεραιότητα, την ανιδιοτέλεια γίνονται σχεδόν αδιανόητοι στη σύγχρονη εποχή. Δεν υπάρχουν επομένως καθιερωμένες αξίες ικανές να λειτουργήσουν ως φραγμός στη διάδοση της διαφθοράς. Ακόμη και ο ανθρωπολογικός τύπος που αποτέλεσε ιστορικό δημιούργημα του ίδιου του καπιταλισμού, ο τύπος του επιχειρηματία –που συνδύαζε την τεχνική επινοητικότητα, την ικανότητα να δημιουργεί αγορές- είναι και αυτός προς εξαφάνιση. Αντικαθίσταται από διευθυντικές γραφειοκρατίες και από κερδοσκόπους, που εγκαταλείπουν τις παραγωγικές δραστηριότητες για να στραφούν προς το ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΡΔΟΣ. Το ίδιο το σύστημα καταστρέφει βαθμιαία όλους τους ανθρωπολογικούς τύπους που είναι αναγκαίοι για την ύπαρξη και λειτουργιά του. {…}
Δεν υποστηρίζουμε την επαναφορά παλιών ξεχασμένων αξιών, αλλά σαν ένδειξη της καταστάσεις που περιγράφει ο Καστοριάδης δείτε επίσης την μελέτη του Κροπότκιν για τις πόλεις στην αναγέννηση στα βιβλία του «Αλληλοβοήθεια ένας παράγοντας της εξέλιξης» και «Η κατάκτηση του ψωμιού» που επηρέασαν πολλούς διανοητές και επηρεάζουν μέχρι σήμερα. Αντίθετα υποστηρίζουμε ότι ο νεοφιλελευθερισμός, έκτος από ιδεολογία ή οικονομική πολιτική είναι πρώτα απ’ όλα και κυρίως, ένας τύπος κυβερνητικής ορθολογικότητας. Ο Φουκό, ορίζει την κυβερνητική ορθολογικότητα ως μια κανονιστική λογική που διέπει τη δραστηριότητα της διακυβέρνησης, με τη έννοια όχι μόνο της άμεσης αλλά και της έμμεσης καθοδήγησης των ανθρώπων, έτσι ώστε αυτοί να οδηγούνται και να συμπεριφέρονται με έναν ορισμένο τρόπο.
Η «ορθολογικότητα» αυτή δεν εφαρμόζεται με την άσκηση ενός άμεσου αλλά περισσότερο ενός έμμεσου (συγκαλυμμένου) καταναγκασμού, μιας καταπίεσης. Από αυτή την άποψη, η κριτική ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό δεν θα ‘πρεπε να περιορίζεται μόνο στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής (ιδιωτικοποιήσεις, η απορρύθμιση εργασιακών σχέσεων) ούτε σε ένα ορισμένα σύνολο θεωρητικών ιδεών τον νεοφιλελεύθερων γκουρού της σχολής του Σικάγου ( Χάγεκ, Φρίντμαν ) ούτε στους πολιτικούς που στράφηκαν σε αυτόν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 (Ρέιγκαν, Θάτσερ κλπ).
Εδω να κάνουνε μια παρένθεση και να πούμε ότι είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Χαγκεκ μέντορα του Φρίντμαν για το πόσο φίλοι της ελευθερίας είναι. Επισκέφθηκε κάμποσες φορές τη Χιλή τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, επί δικτατορίας Αουγκούστο Πινοσέτ, οικονομικοί σύμβουλοι του οποίου διετέλεσαν τα διαβόητα «παιδιά του Σικάγου», μαθητές του Χάγεκ και του οπαδού του, Μίλτον Φρίντμαν. Σε μια συνέντευξη σε Χιλιανό δημοσιογράφο, ο Χάγεκ είχε δηλώσει αναδεικνύοντας τις ποιο ενδόμυχες σκέψης του , η οποίες έγιναν και σκέψης – πράξης της παγκόσμιας πολιτικής ελίτ και οδηγούν στον ολοκληρωτισμό : «Προσωπικά προτιμώ έναν φιλελεύθερο δικτάτορα από μια δημοκρατική κυβέρνηση χωρίς (οικονομικό) φιλελευθερισμό». Εντυπωσιασμένος από τις επιδόσεις των «παιδιών του Σικάγου», έστειλε το 1981 επιστολή στη Θάτσερ, με την οποία της συνιστούσε να χρησιμοποιήσει τη Χιλή ως πρότυπο για τη ριζική αναδόμηση της Βρετανίας, μένοντας πιστός στην γερμανική οικονομική σχολή του ορντο-φιλελευθερισμού (Ordoliberalismus) ή αυταρχικού φιλελευθερισμού – νεοφιλελευθερισμού. (γ)
Επανερχόμενη στο θέμα, η νεοφιλελεύθερη «ορθολογικότητα» έχει μιαν ευρύτερη εμβέλεια και μπορεί να προωθείται ακόμα και από κυβερνήσεις που αναφέρονται στην αριστερά. Αυτό που ορίζει τη νεοφιλελεύθερη ορθολογικότητα είναι το ότι οδηγεί τα υποκείμενα να δρουν με βάση το υπόδειγμα του ανταγωνισμού. Ο νεοφιλελευθερισμός οδηγεί τα άτομα να προσπαθούν να μεγιστοποιηθούν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, παραμερίζοντας κάθε ηθική αναστολή.
Στο ίδιο μότο διαπλάθεται και το «νεοφιλελεύθερο υποκείμενο» με την παρόξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των ατόμων (πόλεμος όλων εναντίων όλων), με τις τεχνικές αξιολόγησης, με την ενθάρρυνση του ιδιωτικού δανεισμού, με την παρακίνηση να μετατραπούν τα υποκείμενα σε «ανθρώπινο κεφάλαιο», μέσω της καταναλωτικής ζήτησης. Το άτομο πλέον πρέπει να φροντίζει να συσσωρεύει, να επιδιώκει την επιτυχία, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνο (και επομένως ένοχο), για την ενδεχόμενη αποτυχία του. Το νεοφιλελεύθερο υποκείμενο συγχέει την ελευθερία και την αυτονομία με τον ανταγωνισμό.
Επιχειρώντας να μεγιστοποιήσει με κάθε τίμημα την απόδοση του ατόμου σε όλα τα πεδία, ο νεοφιλελευθερισμός καταλήγει να αναγορεύει σε κανόνα την έλλειψη κάθε περιορισμού. Αυτή η έλλειψη περιορισμού συγκαλύπτει όμως το γεγονός ότι στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα όριο στην επιθυμία και αυτό το όριο το καθορίζουν το κεφάλαιο και η επιχείρηση. Οι συντηρητικοί και οι θιασώτες του «εκσυγχρονισμού» βλέπουν στο νεοφιλελεύθερο υποκείμενο ένα ον απελευθερωμένο από όλες τις αλυσίδες του. Αλλά η έλλειψη κάθε περιορισμού, που υπόσχεται ο νεοφιλελευθερισμός, δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματική ελευθερία. Ο μηχανισμός της «απόδοσης – απόλαυσης», που καθιερώνει ο νεοφιλελευθερισμός, είναι ένα σύστημα που λειτουργεί σαν ψευδαίσθηση της ελευθερίας του ατόμου, γιατί παραμένει στην ουσία ένας τρόπος κοινωνικής χειραγώγησης και πειθάρχησης.
Οι πρώτοι φιλελεύθεροι στοχαστές, ιδίως ο Ανταμ Σμιθ και ο Φέργκιουσον, στα τέλη του 18ου αιώνα, σκέφτονταν την αγορά με βάση μια λογική ισοδυναμίας και ελαχιστοποίηση των ανισοτήτων, όμως καλλιεργήσανε την αυταπάτη ότι το laissez-faire(«αφήστε το/τα ελεύθερα», η πεμπτουσία της ελεύθερης αγοράς) μπορεί να λειτουργήσει απροσχημάτιστα και η ωφέλεια από αυτήν την λειτουργιά θα είναι προς όλους φτωχούς και πλούσιους.
Ο νεοφιλελευθερισμός σκέφτεται την αγορά με βάση τη λογική του ανταγωνισμού, δηλαδή την μεγιστοποίηση της ανισότητας. Αυτή η στροφή χρονολογείται ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο Άγγλος φιλόσοφος Χέρμπερτ Σπένσερ προτείνει μιαν ερμηνεία του Δαρβίνου που επεκτείνει την έννοια της «φυσικής επιλογής» και σε άλλα πεδία και ιδιαίτερα στο κοινωνικό – οικονομικό πεδίο. Οι νεοφιλελεύθεροι δεν θέλουν να γίνεται αναφορά στον Σπένσερ εξαιτίας του βιολογισμού του (κοινωνικός δαρβινισμός τον οποίο ενστερνίστηκαν σαν δόγμα και οι Γερμανοί ναζί). Σε αυτόν, όμως, βρήκαν την ιδέα ότι η αγορά πρέπει να είναι ένας απέραντος ωκεανός ανταγωνισμού.
Όταν ο «κλασικός» φιλελευθερισμός μπαίνει σε κρίση, τα τέλη του 19ου αιώνα, εμφανίζονται δύο ρεύματα: ένας φιλελευθερισμός που δικαιολογεί την παρέμβαση του κράτους σε μιαν οπτική σταθεροποίησης και αναδιανομής, κορυφαίος εκπρόσωπος του οποίου είναι ο Κέινς και ο «νεοφιλελευθερισμός», ο οποίος από τη δεκαετία του 1930 θα προτείνει να αναγορευτεί η αγορά σε υπέρτατη αρχή της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Ο Κέυνς– κεϊνσιανισμός επικράτησε θριαμβευτικά μετά τον πόλεμο. Αλλά ο νεοφιλελευθερισμός δεν αφοπλίστηκε. Οι Γερμανοί «φιλελεύθεροι» της σχολής ordolide realismus (ορθολογικός ρεαλισμός), άσκησαν καθοριστική επιρροή στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση (ευρωπαϊκή ένωση σήμερα), ξεκινώντας από τη Συνθήκη της Ρώμης η οποία ορίζεται εξ αρχής και απαραβίαστα από την αρχή του «ελεύθερου ανταγωνισμού».
Ο νεοφιλελευθερισμός επωφελήθηκε από την κρίση του κεϊνσιανισμού, όπως και ο κεϊνσιανισμός είχε επωφεληθεί από την κρίση του καπιταλισμού στις δεκαετίες του 1920 και 1930. Η αρχή του ανταγωνισμού αναγορεύτηκε σε παγκόσμιο κανόνα, η κωδικοποίηση του χρονολογείται άλλωστε από τη δεκαετία του 1980, με αυτό που αποκαλείται η «συναίνεση της Ουάσιγκτον» και που προσδιορίζει τους δημοσιονομικούς και νομισματικούς κανόνες οι οποίοι επιβάλλονται στις χώρες που ζητούν οικονομική βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο όρος που έχει κομβική σημασία είναι η «πειθαρχία». Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας ταυ 1970 οι «ειδικοί» κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. «Η κατάσταση –λένε- δεν μπορεί να κυβερνηθεί, επειδή δεν υπάρχει κοινωνική πειθαρχία».
Ο φιλελευθερισμός, είναι εξαιρετικά αναγκαίος στον καπιταλισμό των τραστ, των καρτέλ, των πολυεθνικών του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου αλλά και στο κράτος πρόνοιας. Τα αμερικάνικα λεγόμενα και φιλελεύθερα, προοδευτικά, ανθρωπιστικά ιδρύματα (π.χ. Φορντ, Ροκφέλερ, Κάρνεγκυ κλπ) ιδρύθηκαν, ελέγχονται και χρηματοδοτούνται από τις ομάδες συμφερόντων των μεγαλύτερων πολυεθνικών εταιρειών.
Σε μια εποχή κοινωνικού αναβρασμού, η κυρίαρχη τάξη χρειάζεται ένα σοσιαλ – φιλελεύθερο κίνημα το οποίο να μπορεί να λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα στην μαζική δυσαρέσκεια και μ’ αυτόν τον τρόπο, να αποτρέπει τους ανθρώπους να στραφούν προς μια αποτελεσματική κοινωνική αντίδραση (εδώ αυτό το ρόλο τον παίζουν καλύτερα οι σοσιαλφιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες γιατί μπορούν να δημιουργούν ευρύτερες κοινωνικές συναινέσεις). Όσο περισσότερο εδραιώνονται τα καρτέλ, οι πολυεθνικές και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, τόσο περισσότερη νεοφιλελεύθερη-μεταρρυθμιστική ρητορική υιοθετούν τα κόμματα εξουσίας.
Έτσι, το σύγχρονο κράτος διατηρεί υπό τον έλεγχό του την εσωτερική αμφισβήτηση, αναπτύσσοντας και θεσμοποιώντας το εμπόρευμα των πολιτικών μανδαρίνων, τον νέο αυταρχισμό, δηλαδή την μεθοδευμένη γενίκευση της κοινωνίας του ελέγχου, με λίγα λόγια τον νέο ολοκληρωτισμό. Το καθεστώς της διαρκούς απειλής αμετάβλητο μέσα στον χωροχρόνο της κυριαρχίας – ιεραρχίας, στην σύγχρονη αστική του έκδοση αποκτά νέα σημασία ειδικά στη σημερινή λεγόμενη φιλελεύθερη δημοκρατική περίοδο.
Το σύγχρονο κράτος το οποίο αναδομούν ή επανιδρύουν οι νεοφιλελεύθερες πολίτικες ελίτ δεν έχει χάσει τίποτε από την αρχέτυπη μορφή του. Νέες σύγχρονες συσκευασίες ήρθαν να επικαλύψουν την γύμνια της κυριαρχίας, νέα επιφωνήματα ήρθαν να αντικαταστήσουν τα παλιά, όπως διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού και διαχείριση ανθρώπινων πόρων. Οι άνθρωποι μεταβάλλονται σε πόρους, η έμβια ζωή σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο, ενώ ο ατμοσφαιρικός αέρας και η ποιότητά του είναι ανταλλάξιμο προϊόν!
«Όλα είναι εμπόριο και συναλλαγή και τα υλικά και τα άυλα, πουλήστε και τον αέρα που αναπνέουμε», αρκεί να επιφέρουν μεγιστοποιημένο κέρδος και κυριαρχία η οποία καταμερίζεται και ιεραρχικοποιείται ανάλογα με την θέση του καθενός στο σύστημα του «λαϊκού καπιταλισμού» ενώ η ανομολόγητη κρυφή επιθυμία των νέων και παλιών αφεντικών είναι η «κινεζοποίηση» (σκάσε και δούλευε είναι το μότο τον συντρόφων του Μάο κομμουνιστών της Κίνας) των λαών και των εργαζομένων, δηλαδή μηδέν δικαιώματα, μόνο υποχρεώσεις και εκτέλεση εντολών, με εξευτελιστικούς μιστούς και απάνθρωπες συνθήκες και ωράρια εργασίας.
Το κράτος σήμερα αποκτά την πραγματική του μορφή. Αυτή για την οποία δημιουργήθηκε. Δηλαδή, τον χωροφύλακα και το εργαλείο της εκάστοτε άρχουσας τάξης, χωρίς κοινωνικά, δημοκρατικά, ηθικά, προσχώματα και επικαλύψεις. Στις χώρες του υπαρκτού καπιταλισμού η τεχνογραφειοκρατική , ιδεολογία του πραγματισμού, της λειτουργικότητας, της εργαλειακής χρήσης των ανθρώπων, των οικονομικών μεγεθών και της εμπορευματοποίησης, έχει μετατρέψει εκατομμύρια ανθρώπους σε πληθυσμιακές στοίβες, σε απλούς κατοίκους – καταναλωτές και σε νούμερα για στατιστικές.
Από την άλλη, στις χώρες του πρώην «ανύπαρκτου» σοσιαλισμού, μιλάμε για τις ορδές των καταπιεσμένων της νέας εποχής που περιφέρονται από ανατολή σε δύση και από βορρά σε νότο, στροβιλίζοντας πάνω στα παγωμένα ερείπια που άφησε ο επιστημονικός μαρξιστο-λενινιστικός σοσιαλισμός, διεκδικώντας το τίποτα ή αυτό που ήδη υπάρχει, ή ψάχνοντας για ένα νέο ποιμένα. Αδιαφορώντας για την τεράστια δημόσια περιουσία που με τόσο κόπο επιτεύχθηκε από τους προγόνους εργάτες, αφέθηκε να περάσει στα χέρια μιας χούφτας ανθρώπων πρώην αξιωματούχων γραφειοκρατών του παλιού κρατικο-κομματικού καθεστώτος και νυν ολιγαρχικών ελίτ του πλούτου και της πολιτικής.
Αυτή η αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου χαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου που συνέβη ποτέ στην ανθρωπότητα , ενώ από την άλλη διαλύθηκαν και ιδιωτικοποιήθηκαν δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες με βαθύτατα δυσμενείς για τις κοινωνίες αυτές, ανθρωπολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Αλλά για να υπερασπίσεις κάτι πρέπει να το αισθάνεσαι δικό σου ή τουλάχιστον ότι δικαιωματικά σου ανήκει, τέτοια ήταν και είναι η αποξένωση του εργαζόμενου λαού στις χώρες του πρώην υπαρκτού «σοσιαλισμού» από τα δημόσια πράγματα που ποτέ δεν αισθάνθηκε αυτά τα δημόσια πράγματα δικά του.
Έτσι περάσανε από τον κρατικό στον ιδιωτικό καπιταλισμό εν μία νυκτί. Επανίδρυσαν το κράτος οι πράκτορες της KGB τη νύχτα, και το πρωί το παρουσίασαν σαν δημοκρατική φιλελεύθερη λύση. Ουσιαστικά, η επανίδρυση του κράτους συνέβη στης χώρες του ανατολικού μπλοκ, ενώ στην Δύση και ιδιαίτερα στην Δυτική Ευρώπη το κράτος αναδομείται από τους κυβερνητικούς κομισάριους, την τεχνογραφειοκρατική και πολιτική ελίτ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εις βάρος των λαών της Ένωσης.
Στην δυτική Ευρώπη – όπως προείπαμε – το κράτος πρόνοιας, στην ουσία δεν είναι -ήταν τίποτα άλλο από ένας ταξικός συμβιβασμός που συμφωνήθηκε μεταξύ των αφεντικών και των διαχειριστών της εργατικής τάξης. Ενώ το δικαιακό κράτος, δεν είναι παρά η φαντασίωση που επιβάλλεται από τις άρχουσες ελίτ αποσπώντας την προσοχή από την πραγματικότητα. Πόσο πραγματική είναι στ΄ αλήθεια η ισονομία και η ισοπολιτεία, σ΄ ένα καθεστώς οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας;
Αντίθετα από την ισότητα απέναντι στο νόμο ή απέναντι στο θεό που επικαλούνται τα φιλελεύθερα, σοσιαλιστικά και θεοκρατικά καθεστώτα, η αναρχία αντιπαραθέτει πρώτα και κύρια την ισότητα μεταξύ των ανθρώπων. Υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει κοινωνία δικαίου σε συνθήκες οικονομικής-κοινωνικής ανισότητας, γιατί τότε το δίκαιο και οι νόμοι που παράγονται από αυτό το δίκαιο, ορίζονται από τα συμφέροντα της κυρίαρχης άρχουσας τάξης και της εκάστοτε πολιτικής ελίτ που την εκπροσωπεί. Είναι το δίκαιο και οι νόμοι των ισχυρών-κυρίαρχων που μέσω του καθαρού κράτους , δηλαδή της νομιμοποιημένης δομικής βίας που ασκείται από τις δυνάμεις ασφαλείας των καθεστώτων και της ιδεολογικής τρομοκράτησης που ασκείται μέσω της στρατηγικής του φόβου, το επιβάλουν στις κυριαρχούμενες τάξεις. Σε συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής ανισότητας, το δίκαιο το φτιάχνουν οι ισχυροί για να το επωμίζονται οι ανίσχυροι.
Απέχουμε πολύ από το να έχουμε απομακρυνθεί από το βιβλικό αρχέτυπο «ο μη εργαζέτω, μη εστιέτω». Όπως και από την τιμωρία που περιμένει τους πιστούς αν τυχόν και αμαρτήσουν. Σ΄ αυτά τα αρχέτυπα βασίζεται και ο καπιταλισμός μέχρι σήμερα. Το καθεστώς της διαρκούς απειλής υφίσταται σαν «δαμόκλεια σπάθη» τιμωρίας ενάντια στους «από κάτω» και παρά τις μοντέρνες εκδοχές της κυριαρχίας (βλ. Διάλογο, διαβούλευση, συμμετοχική δημοκρατία) οι αποφάσεις και οι εντολές έρχονται πάντα από τα πάνω και αλίμονο σε αυτόν που δε θα υπακούσει η δεν προσαρμοστεί. Αποκλείεται κοινωνικά από το πανηγύρι της ευδαιμονίας και μετατρέπεται σε παρίας εν μέσω αφθονίας.
Το σημερινό σύστημα δεν επιφυλάσσει αποκλεισμό μόνο στου ανυπότακτους άλλα λόγο της παραγωγικής – τεχνολογικής αναδιαρθρώσεις του και της ληστρικής αναδιανομής του παραγόμενου κοινωνικού πλούτου από της ελίτ, πετάει έξω από την παραγωγή και μετετράπη εκατομμύρια ανθρώπους σε πλεονάζοντα πληθυσμό ο οποίος καλείτε να επιβίωση στης παρυφές του συστήματος μέσω της φιλανθρωπίας – ελεημοσύνης προσβάλλοντας την αξιοπρέπεια τους, είναι επιβεβαιωμένο από της αρχαιότητα ότι ελευθεριά χωρίς αξιοπρέπεια δεν υφίσταται γιατί αυτή η ελευθεριά είναι λήψη. Το καθεστώτος της διαρκούς απειλής – αντιπροσωπευτική δημοκρατία ονομάζεται στις μέρες μας Και η ελευθερία που διατυμπανίζει είναι η ελευθερία της αγοράς και όχι των ανθρώπων. Η ελευθερία μέσα στην νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα είναι η αγορά, όχι των ιδεών και του πράττειν, αλλά αφενός της κατανάλωσης και της διακίνησης εμπορευμάτων, και αφετέρου του επιχειρείν των μεγαλοϊδιοκτητών της γης, των μέσων παραγωγής , των υπηρεσιών, του θεάματος ακροάματος και των άυλων κεφαλαίων.
Η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση (νεοαποικισμός), η απάτη του νεοφιλελευθερισμού και του άξιου τέκνου του, του σοσιαλφιλελευθερισμού, διασπά τις κοινότητες των ανθρώπων, ισοπεδώνοντας τις εθνότητες, τις διαφορετικές τοπικές κουλτούρες και πολιτισμούς, τις τοπικές οικονομίες, τις διατροφικές και τοπικές συνήθειες.Οι παγκόσμιες ελίτ, με κύρια την αμερικάνικη, ξαναβγάζουν από την παλιά ντουλάπα τον αποικιοκρατικό κοσμοπολιτισμό, (βλέπε αμερικανοποίηση ή αγγλοσαξονικός τρόπος αντίληψης) με την νέο ιμπεριαλιστική πολιτική τους προσπαθούν να τον επιβάλουν σαν νέα παγκόσμια κατάσταση και συμπεριφορά, προωθώντας μαζί με τα πολυεθνικά τραστ τον δημοκρατισμό-ρεπουμπλικανισμό την παγκόσμια διακυβέρνηση και το παγκόσμιο κράτος.
Ποτέ στο παρελθόν η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο απελπιστικά και ισοπεδωτικά ομοιόμορφη. Ποτέ στο παρελθόν δε συσσωρεύτηκε τόσος πολύς κοινωνικός πλούτος σε τόσο λίγα χέρια,3 σε σύγκριση με τη σημερινή κατάσταση η λεγόμενη εποχή της πρωτοσυσσώρευσης του κεφαλαίου στην Βρετανία του 18 oυ -19 ου αιώνα φαντάζει αθώα ξεθωριασμένη γκραβούρα. Ενώ το 2020, χαρακτηρίστηκε σαν σημείο καμπής, αφού πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, οι αστικοί πληθυσμοί θα ξεπεράσουν αυτούς της υπαίθρου, με μεγάλες συνέπειες τόσο για την ίδια την ύπαιθρο (εγκατάλειψη, ερημοποίηση), όσο και για τις μεγάλες πόλεις λόγω γιγάντωσης και υπερπληθυσμού.
III. ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ
1. Η κάθετη πυραμοειδής – φαραωνική κρατική δομή της κυριαρχίας.
Είναι η πεμπτουσία του κρατικού καπιταλισμού (Σοβιετία, Κίνα,κλπ) και του ιδιωτικού καπιταλισμού που ιεραρχικοποίησε – στρατιωτικοποίησε ακόμα περισσότερο την καθημερινή κοινωνική ζωή. Είναι η λεγόμενη εποχή της νεωτερικότητας που διατυμπανίζουν οι τσανακογλείφτες διανοούμενοι. – κρατικοδίαιτοι ή μη – της αστικής τάξης που θέλει να φαίνεται νέα, να νεωτερίζει δηλαδή. Αλήθεια για να δούμε, τουλάχιστον επιγραμματικά, πόσο θεσμικά νέα είναι η αστική καπιταλιστική τάξη πραγμάτων ;
Η «πρωτόγονη» κοινωνία με τον ίδιο τρόπο που αγνοεί την πατριαρχική οικογένεια, την ατομική ιδιοκτησία και τις κοινωνικές τάξεις, αγνοεί και το κράτος. Όμως φαίνεται ότι από τους τρεις αυτούς θεσμούς, ο πρώτος που εμφανίστηκε ήταν το κράτος. Ότι επίσης η δουλεία έκανε την εμφάνιση της μετά το κράτος, όταν η από τη φύση της αταξική «άγρια» κοινωνία είχε φτάσει στο τέλος της.
Όπως λέει ο κοινωνικός ανθρωπολόγος Πιέρ Κλάστρ «όταν η παραγωγική δραστηριότητα εκτρέπεται από τον αρχικό σκοπό της, όταν ο πρωτόγονος άνθρωπος παύει να παράγει μόνο για τον εαυτό του και αρχίζει να παράγει και για τους άλλους χωρίς ανταμοιβή και χωρίς αμοιβαιότητα, τότε όλη η προηγούμενη τάξη πραγμάτων ανατρέπεται. Τότε μόνο μπορούμε να μιλήσουμε πραγματικά για την ύπαρξη «εργασίας». Και ο Κλάστρ προσθέτει: «είναι τότε που η κοινωνία παύει να εξορκίζει ότι προορίζεται να τη σκοτώσει: την εξουσία και το σεβασμό της εξουσίας. Η πολιτική σχέση της εξουσίας προηγείται και είναι αυτή πού στηρίζει την οικονομική σχέση εκμετάλλευσης».
» Πριν να είναι οικονομική, η αλλοτρίωση είναι πολιτική. Η εξουσία είναι πριν την εργασία, Η οικονομία είναι παράγωγο της πολιτικής. Η ανάδειξη του κράτους καθορίζει και την εμφάνιση των τάξεων».Στη Χαλδαία και την Αίγυπτο, εδώ και πέντε χιλιάδες χρόνια, μαζί με το Κράτος, έκανε την εμφάνιση του το καθετί που ξέρουμε και σήμερα: H σύγχρονη πόλη με τους έμπορους της, τους υπαλλήλους της, τους σκλάβους της, τις πόρνες της, τους ιερείς της, τους αστυνομικούς της, τους στρατιωτικούς της, και πάνω απ΄ όλους ο ηγεμόνας, ο βασιλιάς ή ο πρίγκιπας, ή ο πρωθυπουργός, ο οποίος κυβερνά το κράτος διαμέσου της κυβέρνησής του «.6
Αυτό το πεπαλαιωμένο σύστημα μας καθορίζει μέχρι σήμερα και ονομάζεται «νεοτερικότητα»! Ενώ, όπως η κατασκευή των πυραμίδων τάφων στην αρχαία Αίγυπτο ήταν – εκτός των άλλων – η σπατάλη της παραγωγικότητας για να εξισορροπούνται οι φυγόκεντρες τάσεις για εξισωτισμό στην κοινωνία, έτσι και στον καπιταλισμό χοντρικά και σε γενικές γραμμές πολλές από τις κρίσεις του το ίδιο αποτέλεσμα επιζητούν.
2. Ένα παράλληλο συμπληρωματικό παράγωγο της πυραμίδας. Είναι το σχήμα 2α, βλέπουμε μέσα από τα τρίγωνα που προσομοιάζουν την πλευρά της πυραμίδας σε σχήμα αστέρα την διαπλοκή των διαφόρων επιμέρους κυριαρχιών του συστήματος (κρατικές, κυβερνητικές ελίτ, θρησκευτικά ιερατεία, διάφορα λόμπι, εταιρικά, μονοπωλιακά σχήματα, αλλά και μεμονωμένοι ισχυροί ιδιώτες), που όμως χρειάζονται μια επιδιαιτησία: τη μεσολάβηση της Μέγα Πυραμίδας, του Κράτους,7 για να μην αλληλοεξοντώνονται και να ισορροπούν μεταξύ τους. Υγιής ανταγωνισμός, ονομάζεται!
Κατά τον Καστοριάδη (που επιβεβαίωσε την εδώ και πάνω από 100 χρόνια κριτικής των αναρχικών ), τα δυο συστήματα που έχουν εμφανιστεί στη σύγχρονη εποχή είναι κατ΄ επίφαση δημοκρατικά και είναι το δυτικό – φιλελεύθερο – ολιγαρχικό σύστημα και το ανατολικό – απολυταρχικό – ολιγαρχικό σύστημα, στα πρώην κράτη του υπαρκτού σοσιαλισμού και την σημερινή Κίνα, Β. Κορέα, Κούβα κλπ.

ΙV. ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΨΕΜΑ
Ο σύγχρονος πολιτικαντισμός και το πολιτικό ψέμα γεννήθηκε μαζί με τη σύγχρονη κοινοβουλευτική δημοκρατία στην Ευρώπη του τέλους του 19ου αιώνα, για έναν απλό λόγο: τότε προέκυψε η ανάγκη εξαπάτησης των μαζών. Έκτοτε, οι τεχνικές της δημόσιας πολιτικής υποκρισίας εμπλουτίστηκαν με τη βοήθεια επικοινωνιολόγων, και των διαπλαστών της κοινής γνώμης (δημοσιογράφων), καλλωπίστηκαν από στυλίστες και διαδόθηκαν από τους μηχανισμούς της ραδιοφωνικής – τηλεοπτικής προπαγάνδας.
Πότε καταγράφτηκε το πολιτικό ψέμα

Ήδη ο Πλάτωνας στην “Πολιτεία” του εισάγει την έννοια του «γενναίου- θείου ψεύδους» -ενός κατασκευασμένου μύθου – στον οποίο θα βασίζεται η σταθερότητα της πολιτείας «Τα επανορθωτικά ιαματικά ψέματα μια κυβέρνηση δεν πρέπει να τα περιμένει από τους ποιητές. Η εφεύρεση τέτοιων μύθων πρέπει να είναι αποκλειστικό προνόμιο της πολιτείας υποστηρίζει, ως γνήσιος υπέρμαχος της ολιγαρχίας. Ενώ ο έτερος απολογητής της κυριαρχίας Αριστοτέλης, έχει άλλη γνώμη και θεωρεί πως τα ψεύδη έστω και αν βαφτίζονται γενναία, χρήσιμα ή ιαματικά είναι επικίνδυνα και μπορεί να φέρουν στάσεις και ταραχές.
Πότε γενικεύτηκε το πολιτικό ψέμα
Λες ψέματα στο λαό όταν χρειάζεται να τον πείσεις. Οι ελέω θεού μονάρχες και οι απολυταρχικοί ηγέτες δεν είχαν τόσο άμεση ανάγκη να πείσουν τις μάζες, αφού σπάνια απευ-θύνονταν σ’ αυτές. «Ο Μπίσμαρκ πιθανότατα δεν είχε απευθυνθεί ποτέ παρά μόνο σε ακροατήρια ηγετικών στρωμάτων» (άλλωστε στην περίπτωση αυτή λειτουργούσε ακόμα το μέγα ψεύδος του Ελέω Θεού μονάρχη). Σύμφωνα με τον βρετανό ιστορικό Έρικ Χόμπσμπαουμ, το πολιτικό ψέμα γενικεύτηκε με τη σταδιακή επικράτηση της ρεπουμπλικανικής δημοκρατίας και της καθολικής ψήφου στην Ευρώπη και την άνθιση του λαϊκού τύπου ως μέσου πολιτικής προπαγάνδας στα τέλη του 19ου αιώνα: «Ο αυξανόμενος εκδημοκρατισμός καθιστούσε αδύνατο τον δημόσιο διάλογο με κάποιους ελάχιστους όρους ειλικρίνειας.
Ποιος υποψήφιος θα ήθελε να πει στους ψηφοφόρους του – σύμφωνα με την Χαμπιανή λογική ότι τους θεωρούσε υπερβολικά ηλίθιους και αμαθείς για να κρίνουν την καλύτερη λύση στην πολιτική και ότι τα αιτήματα τους δεν ήσαν μόνο παράλογα, αλλά και επικίνδυνα για το μέλλον της χώρας;». Έτσι, μαζί με την πρώτη μαζική προεκλογική εκστρατεία που εγκαινιάστηκε από τον Γκλάντατον στη Βρετανία το 1879, λίγο αργότερα και σε όλη την Ευρώπη, μαζικοποιήθηκε και το πολιτικό ψεύδος όπως το ακούμε, επεξεργασμένο και εξελιγμένο, ως σήμερα.
Πότε ξεκίνησε το “ οφ δι ρέκορντ

Περιστοιχισμένοι από ρεπόρτερ που θα μετέφεραν τα λόγια τους και στο πιο απόμακρο συνοικιακό ταβερνείο», οι πολιτικοί της Δημοκρατίας έπρεπε να γίνουν εξπέρ στη διπροσωπία. Ο εκδημοκρατισμός έφερε την πολιτική κοινωνιολογία, αλλά και τη δημόσια πολιτική υποκρισία. Μόνη διέξοδος ειλικρίνειας για τους επαγγελματίες ψεύτες της πολιτικής, οι κλειστές λέσχες των τζέντλεμαν και οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις, πρόδρομοι της διαδρομολογίας και του «οφ δι ρέκορντ»: «Όταν οι άνδρες που κυβερνούσαν ήθελαν πραγματικά να πουν αυτό που εννοούσαν, στο εξής ήσαν αναγκασμένοι να το κάνουν στους διαδρόμους της εξουσίας, στις λέσχες, στις ιδιωτικές κοινωνικές συναθροίσεις, στις κυνηγετικές διοργανώσεις ή τα Σαββατοκύριακα στις εξοχικές επαύλεις, όπου τα μέλη των ηγετικών στρωμάτων συναντιόνταν σε ατμόσφαιρα πολύ διαφορετική από τις παρωδίες μονομαχιών στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις ή στις δημόσιες συγκεντρώσεις».
Είναι χαρακτηριστικό ότι το χάσμα ανάμεσα στον δημόσιο λόγο και την πολιτική πραγματικότητα καυτηριάζεται με δηλητηριώδεις χιουμοριστικές ατάκες, όπως η παρακάτω: “Η καταραμένη εξουσία που στηρίζεται στην προνομία και συνοδεύεται από γυναίκες, σαμπάνια και μπριτζ κατέρρευσε: ήλθε τώρα η Δημοκρατία που συνοδεύεται από γυναίκες, σαμπάνια και μπριτζ”, γράφει ο Άγγλος συγγραφέας Χίλερ Μπέλοκ, με αφορμή την εκλογική νίκη των Φιλελευθέρων στην Αγγλία το 1906.
Τι έχει αλλάξει έως σήμερα
Το πάντα και τίποτα. Το ραδιόφωνο πρώτα και η τηλεόραση μετά εκδημοκράτισε το ψεύδος, εμπλούτισε τις τεχνικές του, έφερε τα πρόσωπα πιο κοντά μας, με γκρο πλαν και ζουμ στη “γλώσσα του σώματος”, άρα προσωποποίησε και τελειοποίησε τις τεχνικές εξαπάτησης. Η προσωποποίηση της πολιτικής, η τάση να ψηφίζουμε πρόσωπα, όχι πολιτικές προτάσεις δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο και απόρροια της τηλεπολιτικής. Όπως διαπιστώνει ο αμερικανός Μάρεϊ Εντελμαν στην «Κατασκευή του πολιτικού θεάματος», όσο λιγοστεύουν οι προγραμματικές διαφορές ανάμεσα στα κόμματα τόσο οι πολιτικοί ηγέτες προβάλλουν στυλιστικές διαφορές και αντιθέσεις, πουλάνε μια κατασκευασμένη ηγετική φυσιογνωμία, αυτοπαρουσιάζονται ως «μοναδικές επιλογές», προσφέροντας κάτι διαφορετικό από τους αντιπάλους τους σε θέμα στυλ, προσωπικότητας, άσκησης πολιτικής, συναίσθησης ή ευφυΐας».
Ποιες είναι οι διαχρονικές συμβουλές του πολιτικού ψεύδους
Απαραίτητα εγχειρίδια για τους σύγχρονους πολιτικάντηδες είναι, φυσικά, ο «Ηγεμόνας» του Μακιαβέλι, η «Τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας» του Τζόναθαν Σουίφτ και το «Εγχειρίδιο προεκλογικής εκστρατείας» του Ρωμαίου ρήτορα και πολιτευτή Κικέρωνα.
Διαβάζοντας το εγχειρίδια του Κικέρωνα ανακαλύπτουμε ότι σήμερα, 2.000 χρόνια αργότερα, κάποια πράγματα παραμένουν αναλλοίωτα όπως το ρουσφέτι για την διατήρηση και αύξηση της πελατείας και οι χαμογελαστές χαιρετούρες: “Τα ρουσφέτια πρέπει να τα διαφημίζεις και να τα προβάλλεις, φροντίζοντας να είσαι προσιτός μέρα και νύχτα, κρατώντας ανοιχτή όχι μόνο την πόρτα του σπιτιού σου, αλλά και την έκφραση του προσώπου σου, που είναι το κατώφλι της ψυχής σου”.
Εδώ να κάνουμε μια μικρή ιστορική παρένθεση και να αναφέρουμε επίσης, ότι η λέξη πελατεία είναι λατινική και σήμαινε στην κυριολεξία την εξής διαδικασία: Κάθε Ρωμαίος άνεργος πολίτης δικαιούταν επίδομα ανεργίας το οποίο ένα τμήμα δίνονταν σε ποσότητα σιταριού που μοιράζονταν αποκλειστικά από τους συγκλητικούς.
Ο συγκλητικός που εξασφάλιζε περισσότερες ποσότητες – μερίδες – σιταριού για να τις διανέμει δωρεάν στους άνεργους ( και φυσικά όσο πιο πλούσιος ήταν ο συγκλητικός, τόσες περισσότερες μερίδες μπορούσε να αγοράσει) έπαιρνε και τις περισσότερες ψήφους για να επανεκλεγεί στην σύγκλητο , η διαδικασία αυτή λέγονταν «πελατεία» και ο άνεργος πολίτης «πελάτης» αλήθεια τι έχει αλλάξει από τότε;
Να σημειώσουμε επίσης ότι, το σιτάρι όλης της Σικελίας πήγαινε αποκλειστικά για το επίδομα ανεργίας, γιαυτό και ο Σπάρτακος ο στρατηγός των επαναστατημένων σκλάβων έκανε έφοδο στο νησί και όχι στην Ρώμη ενώ βρίσκονταν στα περίχωρα της, (δεν μπήκε μέσα στην πόλη γιατί δεν ήθελε να προκαλέσει μακελειό ) και θέλοντας να αποκόψει τον εφοδιασμό με σιτάρι στην πόλη, ήλπιζε ότι οι άνεργοι πολίτες της Ρώμης θα εξεγερθούν. Όμως αλίμονο για τους σκλάβους αυτή η εξέγερση δεν συνέβη ποτέ, μετά από λίγο οι αήττητες λεγεώνες των σκλάβων ηττήθηκαν από την Ρώμη και οι επαναστατημένοι σκλάβοι μαζί με τον Σπάρτακο σταυρώθηκαν έξω από την πόλη, στην Εγνατία οδό για παραδειγματισμό.
Παράλληλα και κλίνοντας αυτή την μικρή ιστορική παρένθεση υποστηρίζουμε, είναι μέγας μύθος ότι η εκλογική πελατεία εμφανίζετε μόνο σε καθυστερημένες πολιτικά χώρες λ.χ όπως η Ελλάδα ή χώρες του “τρίτου κόσμου”, υπάρχει σε διαφορετικές εκδοχές και στα εξελιγμένα εκσυγχρονισμένα κράτη – μητρόπολης του καπιταλισμού, πχ ομάδες συμφερόντων τα λεγόμενα και λόμπι με τους λομπίστες κλπ. 8
Επανερχόμενοι στο θέμα μας διαπιστώνουμε ότι, τις πιο συναρπαστικά μοντέρνες συμβουλές τις έδωσε ο Τζόναθαν Σουίφτ πριν από σχεδόν τρις αιώνες στο εγχειρίδιο του η «Τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας»: “Το κόμμα που θέλει να αποκαταστηθεί το κύρος και η αξιοπιστία του πρέπει επί τρεις μήνες να μην πει και να μη δημοσιεύσει τίποτα που να μην είναι αληθινό και πραγματικό”. “Είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποκτήσει το δικαίωμα να πλασάρει ψέματα τους επόμενους έξι μήνες. Προσοχή, όμως, θέλει και το ψέμα τη ρέγουλά του: «Το να δίνεις στο λαό να καταπιεί πολλά μαζί δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να γίνεις πιστευτός. Όταν βάζεις παραπάνω σκουλίκι στο αγκίστρι δεν τσιμπάει ο κοκοβιός”.
Γιώργος Μεριζιώτης
Πειραιάς – Δραπετσώνα Δεκέμβρης 2010
* Δείτε και αυτό το κείμενο ως συμπληρωματικό
«Προοίμιο για μια παγκόσμια ιστορία της ατιμίας«
Σημειώσεις:
α) Καρλ Σμιτ, [Carl Schmitt] Ο καταραμένος συνοδοιπόρος του Χίτλερ. Η παραπάνω διάγνωση- δραματικά επίκαιρη και πάλι σήμερα σε πλανητικό επίπεδο- αποτέλεσε τον υπαρξιακό πυρήνα του αντιφιλελεύθερου πνεύματος που κυριολεκτικά στοίχειωσε τον πολιτικό στοχασμό του αμφιλεγόμενου πολιτειολόγου και διαβόητου φιλοσόφου του δικαίου Καρλ Σμιτ (1888-1985). Το όνομά του αναφέρεται συχνά σε έναν μακρύ κατάλογο «καταραμένων» φιλοσόφων και καλλιτεχνών ( Χάιντεγκερ, Γιούνγκερ, Μπεν, Φουρτβένγκλερ κ.ά.) που προετοίμασαν και στήριξαν θεωρητικά το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα στη Γερμανία.
Οι ιδέες του που επέδρασαν σε όλο το φάσμα του πολιτικού στοχασμού της μεταπολεμικής Ευρώπης, από την άκρα Δεξιά ως ενός μέρους της κεντρο – φιλελεύθερης δεξιάς και της Αριστεράς. Υπήρξε θεωρητικός του κράτους, εχθρός του Σιωνισμού, με σαφή αντιφιλελεύθερο λόγο και ο επιφανέστερος πολέμιος του φιλελευθερισμού, ο οποίος μέμφονταν την ομοιογένεια που δημιουργεί στην κοινωνία η δημοκρατία, διότι έτσι εξοντώνεται η ετερογένεια.
Κατέδειξε ότι ο φιλελευθερισμός είναι τυφλός μπροστά στην ανταγωνιστική διάσταση της πολιτικής, δεν μπορεί να κατανοήσει την ιδιαιτερότητα του πολιτικού, δηλαδή τη διάκριση φίλος/εχθρός. Ανήκει στην παράδοση που παραπέμπει στον ρομαντικό εθνικισμό του 19ου αιώνα και πίστευε ότι το μεγαλείο των Γερμανών αντλούσε δυνάμεις από τις αναζητήσεις τους στον υπερβατικό κόσμο του πνεύματος.
Ήταν συντηρητικός ερμηνευτής του Συνταγματικού Δικαίου, με τεράστιο εύρος ενδιαφερόντων, αμετακίνητος καθολικός και πιστός χριστιανός. Υιοθέτησε την ιδέα του «εντεταλμένου δικτάτορα» που ο Μακιαβέλι είχε ανακαλύψει στη ρωμαϊκή δημοκρατία, που θεωρούσε ότι προοριζόταν για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, ακόμα και με επιβολή καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης περιορισμένης χρονικής διάρκειας, ενώ θεωρούσε ότι ο Μαρξισμός αποτελεί μόνιμη απειλή για τη νομιμότητα.
Είπε πως «μπορούμε να πούμε ότι ο Χέγκελ πέθανε την ημέρα που ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία». Θεωρούσε ότι «..ο κοινοβουλευτισμός έχει μετατρέψει όλες τις δημόσιες υποθέσεις σε αντικείμενο εκμετάλλευσης και συμβιβασμού των κομμάτων και των οπαδών τους, και η πολιτική που δεν αποτελεί πλέον σε καμία περίπτωση υπόθεση μιας ελίτ, έχει καταλήξει να είναι η απαξιωμένη ενασχόληση μιας απαξιωμένης τάξης ανθρώπων».
Πριν την κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου υποστήριξε την άποψη, ότι «…Κυρίαρχος είναι όποιος αποφασίζει για το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης..», την οποία μετά την λήξη του πολέμου επαναδιατύπωσε λέγοντας, «..Κυρίαρχος είναι όποιος κατέχει τα κύματα της περιοχής..». Θεωρούσε ότι το κυρίαρχο κράτος, είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα του δυτικού ρασιοναλισμού ενώ σε διάφορες εποχές τάχθηκε κατά του συνταγματικού κράτους, του κοινοβουλευτισμού και του πλουραλισμού, πήρε θέση υπέρ της «δημοψηφισματικής δημοκρατίας» και του «ισχυρού κράτους της ελεύθερης οικονομίας» ενώ υπερασπίστηκε τον περιορισμό της ελευθερίας, αυτό που ονόμαζε «condition of the liberty».
Όρισε την πολιτική ως σύγκρουση εχθρών και φίλων. Θεωρούσε ότι το Κατέχον αντιπροσωπεύει την διανοητικοποίηση της αρχαίας Χριστιανικής Αυτοκρατορίας, που με όλες τις αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις της επιδιώκει να επιβάλει την ορθόδοξη ηθική . Στο ημερολόγιό του που δημοσιεύθηκε μετά το θάνατό του και στην καταχώριση της 19ης Δεκεμβρίου του 1947, γράφει, «…Πιστεύω στο Κατέχον: είναι για μένα ο μόνος δυνατός τρόπος για να κατανοήσουμε την χριστιανική ιστορία και να την βρούμε γεμάτη νόημα….{…}…Κάποιος πρέπει να είναι σε θέση να αναφέρει το Κατέχον για κάθε εποχή των τελευταίων 1948 χρόνων. Ο χώρος ουδέποτε υπήρξε κενός, αλλιώς δεν θα υπήρχαμε πλέον….». Καρλ Σμιτ, [Carl Schmitt]
β) Eduardo Colombo: “Περί της Πόλεως και του Πληβειακού Κοινωνικού Χώρου”
γ) Η ιδέα του ορντο-φιλελευθερισμού (ordoliberalism) εισήχθη για πρώτη φορά το 1937 στο Ordnung der Wirtschaft , ένα γερμανικό περιοδικό και δημοσιεύθηκε από τους Walter Eucken, Franz Böhm και Hans Großmann-Doerth . Από το 1948 αναπτύχθηκε περαιτέρω στο περιοδικό ORDO .
Η διάκριση μεταξύ ορντο-φιλελευθερισμού, νεοφιλελευθερισμού και αυταρχικού φιλελευθερισμού είναι ρευστή. Ορθά ο Φουκώ (2012) θεωρεί ότι ο ορντο-φιλελευθερισμός είναι η αρχική διατύπωση του νεοφιλελευθερισμού. Είναι η πρώτη ισχυρή φιλελεύθερη απάντηση της αγοράς απέναντι στην κολεκτιβιστική πρόκληση. Η ορντο-φιλελεύθερη αντίληψη έθεσε το ερώτημα: Τι πρέπει να γίνει για να διασφαλιστεί και να διατηρηθεί η τάξη της ελευθερίας της αγοράς; Τι είναι αναγκαίο; Στην πραγματικότητα, υπάρχει μόνο μια διαφορά στο πού δίνεται η έμφαση καθώς η ορντο-φιλελεύθερη αντίληψη ότι η εξέγερση των φτωχών μαζών πρέπει να αντιμετωπιστεί από την εξέγερση της ελίτ δεν έρχεται σε αντίθεση με τις φιλελεύθερες αρχές. Συνηγορεί υπέρ τους.
Όπως ο Κρλ Σμιτ έτσι και οι ορντο-φιλελεύθεροι γνωρίζουν καλά τους κινδύνους της ελευθερίας. «Οι εχθροί», λέει ο Röpke (2007), «επωφελούνται επίσης από αυτή, και στο όνομα της ελευθερίας τούς παρέχεται κάθε πιθανή ευκαιρία να θέσουν τέλος στη φιλελεύθερη δημοκρατία». Απηχώντας τις προειδοποιήσεις του Σμιτ για τη δημοκρατία που δεν αναγνωρίζει τον «εχθρό», ο Röpke (1942: 253) υποστηρίζει ότι «όλοι γνωρίζουν πως η δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει πραγματικά σωστά μόνο όταν υπάρχει μια ελάχιστη συμφωνία σχετικά με τα ουσιώδη προβλήματα του εθνικού βίου». Η δημοκρατία λειτουργεί σωστά μόνο ως δημοκρατία των φίλων. Μόλις τα συμφέροντα της μάζας πάρουν τον έλεγχο της δημοκρατίας, «αυτή πέφτει αναγκαστικά θύμα είτε της αναρχίας είτε του κολεκτιβισμού» (Röpke, 1942: 246). Σε κάθε περίπτωση, η πολιτικοποιημένη μαζική κοινωνία συνεπάγεται την «απώλεια της κοινωνικής ενσωμάτωσης», αμβλύνει τη «διαφοροποίηση της κοινωνικής θέσης» και οδηγεί στην ενίσχυση της «τυποποίησης και της ομοιομορφίας».
(Περισσότερα εδώ: Αυταρχικός φιλελευθερισμός: Από τον Καρλ Σμιτ και τον ορντο-φιλελευθερισμό στο ευρώ).
1) Ο Μάρεϊ Μπούκτσιν γράφει σχετικά: «… Από τον 6ο και 5ο π.Χ. αιώνα, αρκετές ελληνικές πόλεις αρχίζουν ήδη να παίρνουν, επιφανειακά τουλάχιστον, τη μορφή μιας σύγχρονης αστικής κοινότητας. Εν γένει, θα πρέπει να δούμε τις νέες ελληνικές πόλεις σαν ανεξάρτητες αστικές οντότητες, ελεύθερες από την κυριαρχία τοπικών αρχόντων και ισχυρών γαιοκτημόνων. (Αυτό αποτελεί την καθοριστική διαφορά ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις-κράτη, ή ακριβέστερα στις πόλεις, αφ’ ενός, και τις πόλεις της Εγγύς και Απω Ανατολής, αφ’ ετέρου). Η ζωή της πόλης υπάρχει πια ως αυτοσκοπός, όχι ως συμπλήρωμα μιας αγροτικής κοινωνίας, και απολαμβάνει μια αυτονομία που θα ήταν αδιανόητη στο πλαίσιο των ιστορικά προηγηθέντων ασιατικών συστημάτων γαιοκτησίας. Αλλά οι ελληνικές πόλεις δεν είναι πραγματικά σύγχρονες πόλεις με την πολιτική και κοινωνική έννοια του όρου.
Ως πολιτειακές δομές, διαφέρουν βαθύτατα όχι μόνο από τις ασιατικές πόλεις αλλά και από τις μητροπόλεις ή ακόμα και τις μικρότερες πόλεις της δικής μας εποχής. Αυτό που μας κάνει αμέσως εντύπωση στην Αθήνα, την πιο ανεπτυγμένη από τις ελληνικές πόλεις, είναι ότι η πολιτική δραστηριότητα συνεπάγεται έναν εξαιρετικά υψηλό βαθμό συμμετοχής στα κοινά. Ολες οι στρατηγικές αποφάσεις της πόλεως διαμορφώνονται άμεσα από μία λαϊκή συνέλευση, την Εκκλησία, στην οποία συμμετέχει κάθε άνδρας πολίτης της πόλεως και των περιχώρων της (Αττική). Η εκτέλεση των αποφάσεων της Εκκλησίας ανατίθεται στη Βουλή των Πεντακοσίων, η οποία αποτελείται από αιρετούς πολίτες από όλα τα μέρη της Αττικής, οι οποίοι σε ομάδες των πενήντα, εναλλάσσονται στο αξίωμα τους κάθε δέκατο του χρόνου.
Οι πρακτικές πλευρές της διαχείρισης της πόλεως συνήθως ανατίθενται με εκλογές ή κλήρο σε δημόσια συμβούλια και όχι σε επαγγελματίες γραφειοκράτες -δηλαδή στους εννέα άρχοντες, δέκα αιρετούς στρατηγούς, στα συμβούλια οικονομικών, εκπαίδευσης, ναυστάθμων και ούτω καθ’ εξής -Εφ’ όσον οι δημόσιες αρχές των Αθηνών ανανεώνονταν κάθε χρόνο, ένας μεγάλος αριθμός πολιτών συμμετείχε ανά πάσα στιγμή στα εκτελεστικά σώματα της πόλης. Αλλά οι διοικητικές πλευρές της αθηναϊκής πολιτικής ζωής συλλαμβάνουν μόνο μια όψη της ολοκληρωμένης, ισορροπημένης και έντονα κοινωνικής φύσης αυτού που τόσο σωστά ονομάστηκε «ο ελληνικός τρόπος». Για πολλούς αιώνες αργότερα, οι άνθρωποι θα αναπολούσαν την Αττική όπου, για μια σύντομη χρονική περίοδο, άνθισε μια κοινότητα της οποίας η ανάπτυξη δεν έμελλε ποτέ να ξεπεραστεί στη διάρκεια της μετέπειτα ιστορίας.
Αυτό που αμέσως εντυπωσιάζει, όταν μελετούμε την ελληνική κοινωνία, είναι ο πλούτος των εκφάνσεων της αθηναϊκής ζωής — η ορθολογικότητα της που περιέβαλε τα πάντα και η ανθρώπινη κλίμακα της. Η αθηναϊκή ζωή, στη διάρκεια των καλύτερων στιγμών της, αποτελούσε μια ολότητα που στηριζόταν στην ισορροπία και την ενότητα της ίδιας της πόλεως. Σε έναν Έλληνα, θα φαινόταν εξωφρενικό να διαχωρίζουμε το πνεύμα από το σώμα, την τέχνη από την κοινωνία, τον άνθρωπο από τη φύση, την παιδεία από την πολιτική. Η πόλις ήταν ο άνθρωπος και ο άνθρωπος η πόλις. Ο εξοστρακισμός από την πόλιν ήταν ένας αφανισμός χειρότερος κι από το θάνατο. Ο Έλληνας πολίτης τρεφόταν από την κοινότητα του, όπως το δέντρο από το χώμα.
Δε χρειάζεται καν να τονίσουμε ότι η ελληνική κοινωνία σπιλωνόταν από τη δουλεία και από ένα αυστηρά πατριαρχικό σύστημα απέναντι στις γυναίκες. Αυτά τα σκληρά χαρακτηριστικά είναι κοινά σε όλες τις πόλεις-κράτη που άρχισαν να πληθαίνουν στις ακτές της Μεσογείου χαρακτηριστικά που αποτελούν τμήμα της γενικής βαρβαρότητας της εποχής. Αλλά δεν μας εξηγούν γιατί η πόλις κατόρθωσε με τόσο αξιοθαύμαστο τρόπο να ξεπεράσει αυτήν τη βαρβαρότητα και ιδιαίτερα, τη φρίκη που έμελλε να επακολουθήσει την παρακμή της πόλεως, δηλαδή την εμφάνιση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και του πρώιμου μεσαίωνα.
Αν δε θέλουμε να χάσουμε κάθε αίσθηση προοπτικής προς της εξέλιξη της πόλης, δεν πρέπει ποτέ να πάψουμε να εστιάζουμε την προσοχή μας στα ουσιαστικά στοιχεία που δημιούργησαν μια κοινωνία τόσο εξελιγμένη όσο η αθηναϊκή πόλις. Το κοινοτικό πνεύμα των Αθηνών πηγάζει από τις αρετές των ανεξάρτητων μικρών παραγωγών, όχι από τη δουλεία ή την πατριαρχία. Η εσωτερική ενότητα των Αθηνών ξεπηδά από άνδρες με ισχυρό χαρακτήρα, με αμείωτη την αφοσίωση τους στην κοινωνία και με εκλεπτυσμένους τρόπους, διότι είχαν σταθερούς δεσμούς με τη γη και ανεξάρτητη οικονομική θέση. Εργασία και γη, πόλη και ύπαιθρος, άνθρωποι και κοινωνία ήταν συνδεδεμένοι σε μια κοινή μοίρα.
Στην αστική κοινωνία, η κοινότητα διασπάται σε ανταγωνιστικές μονάδες και κατακλύζεται από την πνευματική μετριότητα αμέσως μόλις η υλική υπόσταση του ανθρώπου γίνει υπόδουλη, ανασφαλής και μονόπλευρη. Στην πόλιν, η κοινότητα επιτυγχάνει την ενότητα και ανθεί πνευματικά, καθώς η υλική υπόσταση του ανθρώπου φτάνει σε μια σχετική ελευθερία, ανεξαρτησία και ολοκλήρωση. Στην αστική κοινωνία, το εμπόρευμα που μεσολαβεί σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις, όχι μόνον «ενώνει» την κοινωνία σ’ ένα χρηματικό δεσμό και μια λεπτομερή κατανομή εργασίας, αλλά ταυτόχρονα χωρίζει τον άνθρωπο από τα εργαλεία παραγωγής, την εργασία από τη δημιουργικότητα, το αντικείμενο από το υποκείμενο και τελικά, τον άνθρωπο από τον άνθρωπο.
Στην πόλιν, η σχετική ανεξαρτησία του ατόμου δίνει τη δυνατότητα να κατανοηθεί η πραγματική εξάρτηση του ανθρώπου από την κοινότητα, ταυτίζοντας απόλυτα τον Αθηναίο με την κοινωνία του. Τέλος, ακριβώς επειδή στην αστική κοινωνία, ο άνθρωπος έχει «υποτάξει» τη φύση χωρίς να συντονίσει ορθολογικά την κοινωνική ζωή του, αρκεί η συνειδητοποίηση να στραφεί προς την υπάρχουσα κοινωνία για να επιφέρει τα πιο καταστροφικά και τα πιο ανόητα αποτελέσματα. Η απαίδευτη σκέψη τίθεται στην υπηρεσία πραγμάτων τόσο φρικτών που ακόμα και οι πιο τυφλές δυνάμεις της φύσης δε θα μπορούσαν να προκαλέσουν.
Το κλασικό αθηναϊκό δράμα δεν τελειώνει με έναν ακόμα Αισχύλο, που οι τραγωδίες του επικεντρώνονται στη σταθεροποίηση της πόλεως, αλλά με τον Αριστοφάνη, που η άγρια κοροϊδία του εκφράζει την τραγική επίγνωση της κοινωνικής διάλυσης. Η ειρωνεία των ελληνικών συνθηκών βρίσκει εδώ την κατάλληλη μορφή της, διότι οι ίδιες δυνάμεις που δημιούργησαν τους ανεξάρτητους μικρούς παραγωγούς τους – «άντρες του Μαραθώνα» – οδηγούν και στην εξόντωση τους. Εξαιτίας της περιορισμένης υλικής βάσης της ελληνικής κοινωνίας, η αριστοκρατία που αναδύθηκε μέσα από τις φυλές, δεν μπορεί να αντικατασταθεί από το μικρό παραγωγό, χωρίς να δημιουργηθούν συγχρόνως όροι ευνοϊκοί για μια νέα πιο πεζή αριστοκρατία – την αριστοκρατία του εμπορίου, της τοκογλυφίας και του πλούτου.
Αυτή η κρίση δεν ήταν διόλου κάτι το νέο για την ελληνική κοινωνία. Ήδη από την εποχή του Ησίοδου, τον 8ο αιώνα π.Χ., οι έμποροι και οι τοκογλύφοι άρχισαν να καταπατούν τις μικρές ιδιοκτησίες, συνενώνοντας τα μικρά κτήματα σε μεγάλα, και υποχρεώνοντας πολλούς πολίτες σε μια θέση οφειλετών – δούλων. Στους δύο αιώνες που χωρίζουν τον Ησίοδο από τον Κλεισθένη, η Αττική σπαράσσεται από έντονους κοινωνικούς αγώνες, που αργότερα θα παραλληλιστούν με τις αντίστοιχες συγκρούσεις στην πρώιμη ρωμαϊκή δημοκρατία. Αντίθετα με τη Ρώμη, που οι ληστρικές επιδρομές πέρα από τα σύνορα της ενίσχυσαν τη δύναμη και τον πλούτο των κυρίαρχων τάξεων, η κρίση της Αττικής παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό εσωτερική και η πόλις κατόρθωσε να φτάσει σε μια πιο ορθολογική λύση των προβλημάτων της.
Ενώ η Ρώμη σύντομα υπέκυψε στο σύστημα των λατιφούντιων (μια μορφή γεωργίας με φυτείες που τις διαχειρίζονταν πλούσιοι γαιοκτήμονες και τις δούλευαν ομάδες σκλάβων), η Αττική επέστρεψε ξανά στη μικρή ιδιοκτησία. Ο Σόλων, ο Πεισίστρατος και ο Κλεισθένης μοίρασαν τα μεγάλα κτήματα μεταξύ των άκληρων και επέτρεψαν ένα μικρό περιθώριο ανεξαρτησίας στους τεχνίτες και τους εμπόρους. Ο Πεισίστρατος, μετά από τη δεύτερη εξορία του, ξερίζωσε ανελέητα τους μεγάλους γαιοκτήμονες. Τα κτήματα τους κατασχέθηκαν και μοιράστηκαν στους αγρότες, τους άκληρους εργάτες γης και τους Αθηναίους φτωχούς. Ο Κλεισθένης ήρθε και συμπλήρωσε αυτό το τεράστιο έργο κατέπνιξε κάθε απόπειρα για την αναστύλωση της αριστοκρατίας και θέσπισε την αθηναϊκή δημοκρατία, που έμελλε να περάσει στην ιστορία ως το πολιτικό πρότυπο της κλασικής πόλεως.
Το αθηναϊκό πρότυπο μας εκφράζει σαν αναρχικούς, μόνο ως αναφορά της δυνατότητας οργάνωσης από τα κάτω και αυτοκυβέρνησης του λαού, όπως επίσης ότι για πρώτη φορά σπάει τα κλειστά δικαιώματα της φατρίας – κάστας και της αιματοσυγγένειας διευρύνοντας την έννοια του πολίτη συμμέτοχου ισότιμα στην διεύθυνσης της πόλης ανεξάρτητα από καταγωγή και αιματο συγγένεια, ως διαδικαστικό και πολιτειακό μοντέλο, εμπλουτισμένο, φυσικά, στις σημερινές συνθήκες. Όμως στο κοινωνικό περιεχόμενο, ως ελευθεριακό ιδανικό και ως γνήσιο πεδίο της αναρχικής ελευθερίας, η αθηναϊκή δημοκρατία υπολείπεται και είναι λειψή (όσο λειψή είναι στις μέρες μας και η αστική δημοκρατία), στον πληθυσμό της συγκαταλέγονταν δούλοι, υποτελείς γυναίκες και μέτοικοι δίχως δικαίωμα συμμετοχής, συναποφάσισης και ψήφου. Πολιτικά δικαιώματα είχε μονάχα η μειονότητα των αρρένων πολιτών, η οποία διηύθυνε την πόλη χωρίς να ζητάει τη γνώμη του ευρύτερου πληθυσμού. Ενώ υλικά η σταθερότητα της πόλεως στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό στην εργασία των μη πολιτών, των δούλων και των μετοίκων.
2) Εδώ θα διαφωνήσουν κάποιοι που έχουν εξιδανικεύσει και ταυτίσει την δημοκρατία με την κλασική ελληνική αρχαιότητα και ιδιαίτερα με την Αθήνα, όμως εμείς αναφερόμαστε στον τρόπο όχι στο όνομα, επίσης μπορεί η γέννεσης της δημοκρατίας από την μια να έχει σχέση με την ανάδυση του ορθού λόγου, την εξέλιξη της πόλης και του πολίτη αλλά από τη άλλη το θέατρο δημιούργημα της δημοκρατίας έχει της ρίζες του στα διονυσιακά μυστήρια. Είμαστε της άποψης ότι η δημοκρατία – ο τρόπος δηλαδή – έχει βαθιές ρίζες στην προϊστορία της ανθρωπότητας προτού την ανάδυση και επιβολή της πατριαρχίας που είναι και η πρώτη αρχαΐζουσα μορφή παγκοσμιοποίησης, με την έννοια ότι επιβλήθηκε δια της βίας και της κατάκτησης από της πατριαρχικές φυλές που αναδύθηκε στις υπόλοιπες .
3) 2016: το 1% του πληθυσμού θα κατέχει πάνω από το 50% του πλούτου
http://tvxs.gr/news/kosmos/2016-1-toy-plithysmoy-tha-katexei-pano-apo-50-toy-ploytoy
4) Στο σχήμα 1α σκόπιμα απουσιάζει η δικαστική εξουσία η οποία είναι συμπλήρωμα και όχι ιδιοσύσταση της αστικής κυριαρχίας. Η δικαστική εξουσία είναι η θεραπενίδα της κυβερνητικής – εκτελεστικής εξουσίας, η περίφημη διάκριση των εξουσιών, είναι μια συμπαιγνία παραπλάνησης των αστών και μια φαντασίωση του Μοντεσκιέ, που ποτέ δεν ίσχυσε – ισχύει στο αστικό καπιταλιστικό δικαιακό – πολιτειακό καθεστώς. Καθεστώς που δεν είναι τυχαίο το γεγονός, πως η καρδιά του (ιδιαιτέρα του δυτικού), αναβρίσκεται στο ρωμαϊκό δίκαιο. Αυτό το γελοίο παιχνίδι που λέγετε διάκριση των εξουσιών δεν ίσχυσε ποτές, γιατί η κυβερνητική πλειοψηφία μέσω της βουλής (νομοθετικό σώμα) που κατέχει την πλειοψηφία νομοθετεί και η ίδια κυβέρνηση (εκτελεστική εξουσία) εφαρμόζει ή εφαρμόζει κατά το δοκούν τους νόμους. Η περίφημη ανεξαρτησία της δικαιοσύνης είναι η διεκπεραίωση ενός δίκαιου που παράγετε από τις κυβερνήσεις όχι μόνο γιατί αυτό το δίκαιοι παράγετε από τους ισχυρούς ή για λογαριασμό τους για να το επωμίζονται οι ανίσχυροι
5) H γραφειοκρατία είναι μια μορφή οργάνωσης κατά την οποία οι αποφάσεις παίρνονται στην κορυφή, τις οποίες πρέπει να υπακούουν οι από κάτω και μεταφέρονται διαμέσου μιας σειράς διαταγών όπως σε ένα στρατό. Mια γραφειοκρατία δεν είναι μια αληθινή κοινότητα, η οποία προϋποθέτει ένα σύνδεσμο ίσων ανθρώπων που παίρνουν τις αποφάσεις από κοινού και τις μεταφέρουν έξω από το σύνδεσμο επίσης από κοινού.
6) «… Απορρίπτοντας, σε συμφωνία με τις έρευνες του ανθρωπολόγου Πιέρ Κλαστρ (μαθητή του Κλωντ Λεβί-Στρως), κάθε προσπάθεια να αποδοθεί η ανάδυση της κυριαρχίας μέσα στην ιστορία σε απλούς οικονομικούς παράγοντες, θέση που υποστηρίζεται τόσο από τη φιλελεύθερη όσο και από τη μαρξιστική σκέψη, ο Μάρεϊ Μπούκτσιν συμπληρώνει και θεωρεί ότι η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο προηγήθηκε και αποτέλεσε τη βάση της κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση: «Δεν είναι η ανάγκη για πλεόνασμα υλικού πλούτου που δημιουργεί τις ιεραρχίες και τις κυρίαρχες τάξεις· αντιθέτως, είναι οι ιεραρχίες και οι κυρίαρχες τάξεις που δημιουργούν τα τεράστια πλεονάσματα του υλικού πλούτου».
Η ιεραρχική διάκριση δεν δημιουργήθηκε απλώς από την ανάγκη να ξεπεραστεί το χαμηλό επίπεδο οικονομίας που χαρακτήριζε τις άγριες κοινωνίες: ήταν αντιθέτως «οι ιεραρχίες με βάση την ηλικία και το φύλο και οι ημι-θρησκευτικές και ημιπολιτικές ανάγκες που δημιούργησαν την εξουσία και εκείνες τις υλικές σχέσεις που προκάλεσαν το σχηματισμό των τάξεων».
Η ανάδυση, μέσα στην εξέλιξη της ανθρώπινης κοινότητας, της ιεραρχίας, δηλαδή των «παραδοσιακών πολιτισμικών και ψυχολογικών συστημάτων της προσταγής και της υπακοής» (η κυριαρχία του ηλικιωμένου πάνω στο νέο, του άνδρα πάνω στη γυναίκα, μίας εθνικής ομάδας πάνω στην άλλη, της πόλης πάνω στην ύπαιθρο, του μυαλού πάνω στο σώμα, μιας επί-πεδης εργαλειακής ορθολογικότητας πάνω στο πνεύμα, της κοινωνίας και της τεχνολογίας πάνω στη φύση) είναι λοιπόν προγενέστερη της διαίρεσης της κοινωνίας σε τάξεις και της συγκρότησης των κρατικών δομών. Στην πραγματικότητα, η κυριαρχία εδραιώθηκε αρχικά πάνω στις βιολογικές διαφορές που υπήρχαν στις οργανικές κοινωνίες μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας, μεταξύ των ηλικιωμένων και των νέων, καθώς και μεταξύ των εμβρυωδών μορφών επικοινωνίας με το θείο (οι Σαμάνοι) και της υπόλοιπης κοινωνίας.
Έτσι, διαμορφώθηκαν οι πρώτες κυρίαρχες κάστες, και αυτές οι κοινωνικές ομάδες εξέφρασαν, κατά την πρωτοϊστορία της ανθρωπότητας, την τριλογία της πρωταρχικής κυριαρχίας, που προοδευτικά, αργότερα, συγκροτήθηκε στις θεσμισμένες καταστάσεις του στρατού, του κράτους και του κλήρου. H προοδευτική παρακμή των αξιών και των πρακτικών της αλληλεγγύης των οργανικών κοινωνιών συμβάδισε με την αρχή εκείνου που, με μια ρουσωική έκφραση, ο Μπούκτσιν ονόμασε «μακρύ χειμώνα της κυριαρχίας και της καταπίεσης, που κοινώς είναι γνωστός ως πολιτισμός».
Η αποκρυστάλλωση της κυριαρχίας, συνεπώς, κατά τον Μπούκτσιν, δεν έλαβε χώρα μόνο στο υλικό επίπεδο, με τη γέννηση της πόλης, του κράτους, μιας εξουσιαστικής τεχνικής και μιας υψηλά οργανωμένης οικονομίας της αγοράς· η εδραίωση του μονοπωλίου της δύναμης «εκφράστηκε με την εμφάνιση ενός αισθήματος και ενός συνόλου καταπιεστικών αξιών, που οργάνωσαν ψυχολογικά ολόκληρο το βασίλειο της εμπειρίας, κατά μήκος των γραμμών της προσταγής και της υπακοής». Πρόκειται για αυτό που ο Αμερικάνος στοχαστής ονομάζει επιστημολογίες της κυριαρχίας, στις οποίες αφιερώνει κάποιες από τις καλύτερες σελίδες του πιο σημαντικού έργου του, Η Οικολογία της Ελευθερίας, που δεν είναι τυχαίο ότι φέρει τον υπότιτλο Ανάδυση και Αποσύνθεση της ιεραρχίας .
Από τη μια πλευρά, αυτές προώθησαν «την ανάπτυξη της κυριαρχίας και μιας εγωιστικής ηθικής στους κόλπους των κυρίαρχων ομάδων της κοινωνίας»· από την άλλη, «τροφοδότησαν τους κυριαρχούμενους με ένα ψυχικό μηχανισμό βασισμένο πάνω στην έννοια της ενοχής και της παραίτησης». Στην πραγματικότητα, το κράτος «δεν είναι απλά ένα σύνολο εξαναγκαστικών και γραφειοκρατικών θεσμών. Αποτελεί επίσης και μια διανοητική κατάσταση, μια ενσταλαγμένη νοοτροπία που διευθετεί την πραγματικότητα … Χωρίς ένα υψηλό βαθμό συνεργασίας των κατώτερων τάξεων της κοινωνίας, η εξουσία του θα εξαφανιζόταν».
Οι επιστημολογίες της κυριαρχίας έφτασαν στο αποκορύφωμά τους, σύμφωνα με τον Μπούκτσιν, κατά το τέλος του 15 ου αιώνα, όταν η εμφάνιση μιας νέας τάξης, της πρωτο-αστικής και εμπορικής, οδήγησε στη διάδοση των σαφώς αντι-αλληλέγγυων αξιών και μιας αυστηρά χρησιμοθηρικής αντίληψης για τη φύση. Έτσι, ο άνθρωπος ήταν «υποχρεωμένος» να καθυποτάξει τη φύση ως κυρίαρχος, προκειμένου να επιτύχει ένα υψηλό στάδιο προόδου και πολιτισμού…».
“ Πριν να είναι οικονομική, η αλλοτρίωση είναι πολιτική. Η εξουσία είναι πριν την εργασία, Η οικονομία είναι παράγωγο της πολιτικής. Η ανάδειξη του κράτους καθορίζει και την εμφάνιση των τάξεων». Στη Χαλδαία την Αίγυπτο, εδώ και πέντε χιλιάδες χρόνια, μαζί με το Κράτος, έκανε την εμφάνιση του το καθετί που ξέρουμε και σήμερα: η σύγχρονη πόλη με τους έμπορους της, τους υπαλλήλους της, τους σκλάβους της, τις πόρνες της, τους ιερείς της, τους αστυνομικούς της, τους στρατιωτικούς της, και πάνω απ΄ όλους ο ηγεμόνας, ο βασιλιάς ή ο πρίγκιπας, ή ο πρωθυπουργός, ο οποίος κυβερνά το κράτος διαμέσου της κυβέρνησής του…”
7) εξουσία – κυριαρχία του κράτους είναι μόνιμη εξουσία ( το κράτος έχει συνέχεια μας λένε οι πολιτικές ελίτ) και ασκείται από ορισμένους ανεπηρέαστους θεσμούς που δεν υπόκεινται στην ασταθή επιρροή της ψήφου : θα πρέπει να εξετάσουμε αυτούς ακριβώς τους οργανισμούς για να αντιληφθούμε που εδράζει η πραγματική εξουσία. Οι κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται, ο κρατικός μηχανισμός όμως εξακολουθεί να λειτουργεί. Το κράτος αποτελείται πρώτα και κύρια απ΄ αυτούς τους μόνιμους, ανεπηρέαστους θεσμούς από τις εναλλαγές των κυβερνήσεων : το στρατό (μόνιμοι αξιωματικοί, ειδικές στρατιωτικές μονάδες, επίλεκτα σώματα), την αστυνομία, τα υπουργεία, τα ΝΠΔΔ, τους οργανισμούς κοινωνικών ασφαλίσεων και πρόνοιας, το δικαστικό σώμα κτλ. – δηλαδή αποτελείται απ΄ τους αποκαλούμενους ‘’εκτελεστικούς’’ θεσμούς που δε δεσμεύονται από τα εκλογικά αποτελέσματα αλλά δέχονται κυβερνητική επιρροή αλλά, στην ουσία καμιά απολύτως επιρροή από το κοινοβούλιο.
Η εκτελεστική εξουσία ενισχύεται συνεχώς. Κάθε ένας από αυτούς τους θεσμούς αναπαράγει στη δομή του την ιεραρχική πυραμίδα του κράτους : απ΄ την κορυφή αυτών των ιεραρχιών (καθώς και από τις διευθύνσεις μεγάλων δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων και σε βαθμό που ποικίλει επίσης, απ΄ την ηγεσία των κομμάτων και των συνδικαλιστικών οργανώσεων), γίνονται εκείνες οι επιλογές – θέσεων και προσώπων – τις οποίες παρουσιάζει το κοινοβούλιο στη σκηνή των πολιτικών θεσμών.
Η σύγχρονη δημοκρατία είναι μια τυπική αστική επίκληση των ατομικών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Οι πολιτικές κάστες εκφραστές αυτής της δημοκρατίας στην πραγματικότητα από την μια προωθούν την λεγόμενη συμμετοχή στα κοινά που εξαντλείται στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος και από την άλλη προωθούν την παραίτηση από τα κοινά με την επαγγελματοποίηση, κομματικοποίηση της πολιτικής ζωής, ενώ το λεγόμενο πλειοψηφικό σύστημα που διατυμπανίζουν καταρρέει από την μη αθρόα προσέλευση των ψηφοφόρων στις εκλογές. Φυσικά δεν τους απασχολεί να κυβερνούν μειοψηφικά αρκεί να μην υπάρξει κυβερνητικό κενό, διαλύουν τον κοινωνικό ιστό και εξατομικεύουν τα πρόσωπα προωθώντας από τη μία την ιδιώτευση – ο σώζων εαυτό σωθήτω – και από την άλλη τη μαζικοποίηση.
Οι κυρίαρχες πολιτικές ελίτ, μέσα από το προσωπείο της λεγόμενης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας -σε όλες τις εκδοχές της- και μέσω της διαδικασίας των εκλογών, καλλιεργούν την αυταπάτη πως έτσι εκφράζεται η λαϊκή θέληση, δημιουργούν (ή επιβάλλουν όταν χρειάζεται) τις ανάλογες συναινετικές διαδικασίες και νομιμοποιούνται. Με αυτή τη διαδικασία, ανεξάρτητα αν την επόμενη των εκλογών αναιρούνται οι υποσχέσεις, και τα προγράμματα των πολιτικών ελίτ και οι βεβαιότητες του λαού μετατρέπονται σε θολές καταστάσεις, αυτή η αντιπροσώπευση δεν μπορεί να ανακληθεί. Στερείται, έτσι, η δύναμη του λαού και μεταβιβάζεται στην κυρίαρχη τάξη και στην πολιτική ελίτ που την εκπροσωπεί. Από την άλλη, όμως, κάθε εναλλαγή της κυβερνητικής εξουσίας κρύβει τη μεγαλύτερη δυνατή υπόσχεση αλλά και απάτη για την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας, ενώ αφαιρεί από τους ανθρώπους την συνείδηση ότι έχουν την δυνατότητα και μπορούν να παίρνουν αποφάσεις ως ίσοι μεταξύ ίσων για την κοινωνία.
Το μοντέλο της δήθεν διαδοχής συστημάτων πολιτικής διακυβέρνησης σε όλο τον πλανήτη (ενώ στην ουσία δεν αλλάζουν οι πολιτικές αλλά τα πρόσωπα), και του κοινοβουλευτισμού που προωθούν οι Αμερικάνοι και οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές εξασφαλίζει τη δυναμική ενσωμάτωση όλων εκείνων των στοιχείων που επιβάλλει σε κάθε χώρα μια κυρίαρχη ομάδα-ελίτ επαγγελματιών πολιτικών, εξουσιοδοτημένη από τις οικονομικές ολιγαρχίες να λαμβάνει για λογαριασμό όλης της κοινωνίας αποφάσεις ακόμα και όταν επικαλούνται κατ ́ επίφαση φυσικά, τις επαναστατικές αξίες της ισότητας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας. Έτσι στις μέρες μας, και κύρια στην καπιταλιστική Δύση που κομπάζει για την δημοκρατικότητά της, αποκαλύπτεται και η τελευταία αυταπάτη και ο μύθος για την «δημοκρατία» του λαού.
Αποκαλύπτεται το ψεύδος ότι εκφράζει την θέλησή του και επιλέγει τα πρόσωπα και τα πολιτικά προγράμματα μέσα από τις εκλογές . Και ότι το κοινοβούλιο είναι ο εκφραστής της λαϊκής κυριαρχίας όπου μέσα σε αυτό παίρνονται οι αποφάσεις, ενώ στην ουσία πρέπει να μιλάμε για την δημοκρατία καθ ́ υπαγόρευση των πολυεθνικών εταιριών, των «αόρατων» μετόχων και των στρατηγικών επενδυτών. Τα «σύγχρονα» πολιτειακά συστήματα, νεοφιλελεύθερα, σοσιαλιστικά, θεοκρατικά είναι ολιγαρχικά, είναι άδικα, κοινωνικά ανάλγητα και ληστρικά. Τείνουν προς το μονοσήμαντο, την ομοιομορφία, το μονοδιάστατο, τη στρατιωτικοποίηση της ζωής και τον ολοκληρωτισμό.
8) Οι «λομπίστες» αποφασίζουν για την Ευρώπη
http://www.topontiki.gr/article/39913/
Δείτε επίσης:
Αμεσοδημοκρατικές και κοινοτιστικές ρίζες του αναρχισμού στην Ελλάδα
https://athens.indymedia.org/post/890410/
Πολίτευμα: πολίτευμα ή πολιτικό σύστημα
Η Προέλευση και η Eξάπλωση της Πατριαρχίας
https://autonomidrasi.com/2015
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
* Eduardo Colombo: “Περί της Πόλεως και του Πληβειακού Κοινωνικού Χώρου”
Πλάτων: “Πολιτεία”, εκδ. ΠΟΛΙΣ
Κικέρων: “ Εγχειρίδιο προεκλογικής εκστρατείας”, εκδ. Πατάκη
Μακιαβέλι: “ Ο Ηγεμόνας ”, εκδ. Καζαντζάκη
Τόμας Χόμπς : “Λεβιάθαν”, εκδ. Γνώση
Τζόναθαν Σουίφτ: “ Τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας”, εκδ. Άγρα
Πιοτρ Α. Κροπότκιν: “ Αλληλοβοήθεια. Ενας παράγοντας της εξέλιξης”,εκδ. Καστανιώτη
Πιοτρ Α. Κροπότκιν: «Η κατάκτηση του ψωμιού«, εκδ. Ελεύθερος Τύπος
Α. Ράουτερ: “Κατασκευή υπηκόων”, εκδ. Αιγόκερως
Μάρεϊ Εντελμαν: “Κατασκευή του πολιτικού θεάματος”, εκδ. Παπαζήση
Μάρεϊ Μπούκτσιν: “ Η οικολογία της ελευθερίας ” , εκδ. Αντιγόνη
Κορνήλιος Καστοριάδης: “Η ορθολογικότητα του καπιταλισμού”.εκδ. Ύψιλον
Ριάν Άσλερ: “ Η κύλιξ και το ξίφος ” , εκδ. Γλάρος
Καρλ Σμιτ: «Ο λεβιάθαν στην πολιτειολογία του Τόμας Χομπς«, εκδ. Σαββάλας
Η πυραμίδα του παγκόσμιου πλούτου
Πολιτικοκοινωνικά σχήματα
Αν σχηματοποιούσαμε την πολιτειακή και κοινωνική συγκρότηση των σύγχρονων αλλά και πολλών αρχαίων κοινωνιών θα διακρίναμε δυο σχήματα:
1) Αυτό της πυραμίδας (ολιγαρχία -ιεραρχία – ανισότητα) που προέρχεται από την αρχαία Μεσοποταμία, την Αίγυπτο κλπ.
2) Και το οριζόντιο (δημοκρατία – ισότητα) που προέρχεται από πολλές «πρωτόγονες» φυλές, την αρχαία Αθήνα κλπ.
Το πυραμοειδείς (ολιγαρχικό) σχήμα με πολλαπλές παραλλαγές έχει επικρατήσει μέχρι τις μέρες μας. Ενώ το οριζόντιο (δημοκρατικό) είναι το ζητούμενο όχι ως στατικό στοιχείο- σχήμα – αλλά ως τρόπος και κυρίως ως υπέρβαση προς την καθολική περιεκτική δημοκρατία, δηλαδή την κυκλική πολιτειακή και κοινωνική συγκρότηση των ίσων.
4 Comments
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.