Σχετικά με την ονομασία ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ
(Ο πόλεμος των εννοιών- ορισμών)
Επιμέλεια- σύνθεση κειμένων Γιώργος Μεριζιώτης

Εισαγωγικό:
Ο πόλεμος των εννοιών- ορισμών
Παραφράζοντας ένα παλιό χορείο θα ισχυριζόμασταν ότι σήμερα, όπως και χθες, σε κάθε ζωντανή κίνηση, σε κάθε ώρα της ύπαρξής μας, είμαστε «αιχμάλωτοι» στις θηλιές της αστικής κουλτούρας, μη έχοντας άλλες πηγές και μέσα από τα αποτελέσματα και τα επιτεύγματα της κουλτούρας αυτής. Στο σπίτι, στην οικογένεια, στο σχολείο, στη δουλειά… παντού συναντιόμαστε με την αστική παρουσία, με το αστικό πνεύμα, τα αστικά συμφέροντα… Σε κάθε δίσκο, σε κάθε φιλμ, σε κάθε ραδιοφωνικό τηλεοπτικό κύμα, παράγεται η αστική σκέψη, η καπιταλιστική ψυχή. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτή την πανταχού παρούσα «αστικότητα».
Στις μέρες μας που ο αστισμός αναπαράγεται κάθε δευτερόλεπτο ιδιαίτερα από τα μαζικά μέσα αποβλάκωσης και η εδραίωση του συστήματος της διαμεσολαβημένης κοινωνικής ζωής φαντάζει ακλόνητη, μπορεί να αισθανόμαστε ασφυκτικά περικυκλωμένοι από αυτή την κατάσταση, όμως δεν χρειάζεται να περάσουμε σε άλογες πρακτικές. Αυτό που χρειάζεται είναι η ανασυγκρότηση των επαναστατικών εννοιών ενάντια στην ασυναρτησία και τη σύγχυση.
Η γνώμη μας είναι ότι ο καθένας που θέλει να αυτοαναφέρεται ως ελευθεριακός, αντιεξουσιαστής ή αναρχικός, οφείλει να μην αποφεύγει τον πόλεμο ιδεών, να μάχεται, υπερασπίζοντας και γνωρίζοντας την διαχρονικότητα των αναρχικών αξιών ενάντια στην δήθεν «νεωτερικότητα» που προβάλλουν-προωθούν οι σημερινές και αυριανές ελίτ της κυριαρχίας και στην δήθεν αποϊδεολογικοποίηση – αποιστορικοποίηση του κόσμου. Ξέρουμε ότι στην παρούσα κατάσταση δεν μπορούμε να αντιπαλέψουμε με έναν αποτελεσματικό τρόπο την ασυναρτησία, την ασάφεια και τη σκόπιμη αποσύνθεση των εννοιών που παράγει το σύστημα. Όμως μπορούμε να ξεκινήσουμε τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο να οργανώνουμε με σαφήνεια και συνοχή το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Ιδιαίτερα τώρα, που οι ελίτ παρουσιάζουν με ένα κυνικό τρόπο την κρίση του συστήματος ως «δημιουργικό καταστροφισμό».
Η διαστρέβλωση των εννοιών και του λόγου είναι μια πολύ παλιά τακτική των διανοούμενων απολογητών των κυρίαρχων τάξεων για να θολώνουν τα νερά και να προκαλούν σύγχυση στους κυριαρχούμενους. Ο Ράουτερ παρατηρούσε από την δεκαετία του ΄60 κιόλας στο «Η Κατασκευή Υπηκόων» ότι: «…όσο ασαφέστερα εκφράζεται κανείς,τόσο περισσότερο μένει κρυμμένο το ψέμα που υπάρχει στον λόγο του…»! Αλλά δεν είναι μόνο το ψέμα που προκύπτει από την αποσύνθεση των εννοιών που προάγουν και αναπαράγουν οι απολογητές (θεραπαινίδες) του συστήματος. Είναι ο πόλεμος για τη διατήρηση του στάτους της κυριαρχίας.
Εδώ πολύ σωστά παρατηρεί ο Τόμας Σαζ, στο βιβλίο του «Το Δεύτερο Αμάρτημα» , ότι: «… Ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι πόλεμος ορισμών… Ο αγώνας καθορισμού και ελέγχου των νοημάτων είναι αγώνας για επιβίωση… αυτός που πρώτος θα ορίσει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα και τον ορίζει, είναι ο νικητής… έτσι κυριαρχεί κι επιβιώνει. Εκείνος που ετεροκαθορίζεται, υποτάσσεται και ίσως ακόμα και εξοντώνεται…»!
Παράλληλα υπάρχει και αυτή η πλευρά της πραγματικότητας. Ο Ιουδαϊκός μύθος της Βαβέλ έχει την αλληγορία του στο σήμερα, η Βαβέλ είναι ευχή και κατάρα, ευχή είναι όσον αφορά την πολυμορφία και τον πλουραλισμό, κατάρα είναι όταν ο πλουραλισμός, η πολυμορφία και η διαφορετικότητα υποβαθμίζονται σε έναν ατέρμονο σχολαστικισμό που ρέπει στη σύγχυση την ασυνεννοησία και κατά συνέπεια στον κατακερματισμό. Η σύγχυση, η ασυνεννοησία και ο κατακερματισμός είναι οι κατάρες της Βαβέλ. Ο σύγχρονος ταξικός και κοινωνικός αγώνας δεν είναι μόνο “σωματικός”, ούτε μόνο εννοιολογικός, η εποχή απαιτεί εκτός των άλλων να οπλίσουμε και το πνεύμα μας για να γνωρίσουμε καλύτερα τον εχθρό μας .
Α. Ελευθεριακός : Πρώτος ο Γάλλος αναρχικός Ζοζέφ Ντεζάκ (*) χρησιμοποιεί την λέξη αυτή και μάλιστα εκδίδει και μια εφημερίδα “ Ο Ελευθεριακός ” από το 1858 έως το 1861. Σε αυτή την αγνοημένη φυσιογνωμία οφείλουμε μια πρώιμη έννοια του κομμουνιστικού αναρχισμού και πολλά άλλα μέσα από το ουτοπικό του έργο “ Η Ανθρωπόσφαιρα ” (να σημειώσουμε δε, ότι ο Ντεζάκ ήταν ένας «ταπεινός» ταπετσέρης και ελαιοχρωματιστής και όχι κάποιος μικροαστός ή μεσοαστός γραφιάς και συμμετείχε στην επανάσταση του 1848 στο Παρίσι. Στην “Ανθρωπόσφαιρα”, περιγράφει τους πλανήτες και τη γη σαν ζώντες οργανισμούς που ζουν, αναπνέουν και αισθάνονται (πρώιμος»οικολόγος»;). Προτού ο Ντεζάκ σκιαγραφήσει την εικόνα που έχει για την αναρχιστική, όπως λέει κοινωνία, σκιαγραφεί το εγώ:
« … Εγώ έχω όλα τα πάθη, αν και δεν μπορώ βέβαια να τα ικανοποιήσω: το πάθος της αγάπης και του μίσους, όπως επίσης και αυτό της εκλεπτυσμένης πολυτέλειας και της εκλεπτυσμένης απλότητας. Εγώ γνωρίζω κάθε όρεξη: αυτή της καρδιάς και του στομαχιού, της σάρκας και του πνεύματος. Μου αρέσει το άσπρο ψωμί καθώς και το μαύρο, μ’ αρέσουν οι θυελλώδεις συζητήσεις και οι γλυκές κουβέντες. Κάθε φυσική και ηθική δίψα είναι γνωστή σε μένα, κάθε μέθη μου είναι οικεία, κάθε τι στον κόσμο που είναι ερεθιστικό πέρα από κάθε μέτρο, όπως και κάθε τι καταπραϋντικό με δελεάζει: ο καφές και η ποίηση, η σαμπάνια και η τέχνη, το κρασί και ο καπνός, το μέλι και το γάλα, το θέατρο, η οχλαγωγία, το φως, η σκιά, η μοναξιά και το κρύο νερό. Εγώ, αγαπώ την εργασία και το σκληρό μόχθο, όπως αγαπώ επίσης την σχόλη και την καλόβουλη τεμπελιά. … Δεν γνωρίζω κανέναν άνθρωπο που να έχει τόσες λίγες προκαταλήψεις και τόσα πολλά πάθη όπως εγώ..»
Για την δικιά του ένωση σοσιαλισμού και ατομικισμού λέει τα εξής: «…Κάθε χειρωνακτικό και διανοητικό έργο, κάθε τι που είναι αντικείμενο της παραγωγής και της κατανάλωσης, τα κοινά κεφάλαια, η συλλογική ιδιοκτησία, ανήκουν σε όλους και στον καθένα. Κάθε έργο της καρδιάς, κάθε τι που έχει ιδιαίτερη ουσία, που είναι ίδιον της ψυχής και των συναισθημάτων του ατόμου, το ιδιωτικό κεφάλαιο, η ιδιοκτησία του σώματος, κάθε τι τελικά που είναι ο άνθρωπος με την πραγματική του σημασία και αυτό που αυτός επιθυμεί να είναι η ζωή του ή η γενιά του, ανήκει στον εαυτό του…»
Συνεπής κατά τα άλλα στην πίστη του στην αδερφικότητα και τη σύνεση που πηγάζουν από τον εγωισμό, διατυπώνει την πρόταση, η οποία είναι ο ορισμός του κομμουνιστικού αναρχισμού με το δικαίωμα της ελεύθερης χρήσης του: «… Ο καθένας να καταναλώνει και να παράγει σύμφωνα με τις ικανότητες του, σύμφωνα με τις ανάγκες του, διότι και η εργασία είναι μια ανάγκη η οποία είναι ακριβώς τόσο επιτακτική όσο και η ανάγκη να τρώμε. Η τεμπελιά δεν είναι η κόρη της ελευθερίας και της μεγαλοφυΐας της ανθρωπότητας, αλλά της σκλαβιάς και του πολιτισμού…». Ενώ στη θέση του καταναγκασμού και των νόμων εμφανίζει τα έθη και την ηθική συνείδηση.
Στην περιγραφή αυτής της μελλοντικής χώρας της ουτοπίας του ο Ντεζάκ είναι πρώιμος αντιντετερμινιστής. «…Οι αναζητητές της ιδανικής ευτυχίας, ακριβώς έτσι όπως οι αναζητητές της φιλοσοφικής λίθου, ίσως δεν πραγματοποιήσουν ποτέ απόλυτα την ουτοπία τους, όμως η ουτοπία τους θα είναι το αίτιο για τις προόδους της ανθρωπότητας …».
O Κροπότκιν έδωσε μια πιο κινηματική χροιά και χρησιμοποίησε τον όρο ελευθεριακός γύρω στο 1890, για να δημιουργήσει μια ομπρέλα για τις μυριάδες ομάδες που δεν αγωνίζονταν μόνο για ελευθερία, αλλά και για ισότητα και για την εναρμόνιση των δύο αυτών φαινομενικά αντίθετων εννοιών. Υποστήριζε ότι η ελευθερία είναι ποιοτική και ως τέτοια αποτελεί φυσική συνέπεια της ισότητας που βασίζεται στην κοινοτική ζωή και στα δημοκρατικά ιδανικά.
Β. Οι αναρχικοί στην επονομαζόμενη αργότερα Πρώτη Διεθνή, χρησιμοποιούσαν και αυτοί τον όρο σοσιαλιστές μόνο που θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως την αριστερή ριζοσπαστική πτέρυγα του, ήταν συσπειρωμένοι σε δύο κύκλους, τους μουτουαλιστές και τους κολεκτιβιστές. Ο Μπακούνιν πρώτος, χρησιμοποίησε στην συλλογικότητα που δημιούργησε μαζί με άλλους συντρόφους, τον όρο «Συμμαχία για τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία». Αργότερα όταν αυτή η ονομασία υποκλάπηκε από τους Λασσαλικούς και τους Μαρξιστές, δημιουργώντας κόμμα και ονομάζοντάς το σοσιαλδημοκρατικό, ανάγκασε τους αναρχικούς να χρησιμοποιήσουν τον όρο αντιεξουσιαστές σοσιαλιστές για να διαφοροποιηθούν από τους αυταρχικούς – κρατιστές σοσιαλιστές, όρο που υιοθέτησε και ο Μπακούνιν στην μπροσούρα του «Για έναν αντιεξουσιαστικό σοσιαλισμό». Έλεγαν χαρακτηριστικά οι σύντροφοι: «ένας σοσιαλιστής δεν είναι υποχρεωτικά αναρχικός, ένας αναρχικός είναι υποχρεωτικά και σοσιαλιστής». Φυσικά εδώ δεν θα λησμονήσουμε να μνημονεύσουμε την παροιμιώδη φράση του «πατέρα» της αναρχίας Προυντόν. «Είσαι δημοκράτης; Όχι. Μήπως είσαι φιλελεύθερος; Όχι καθόλου. Τι είσαι τότε; Είμαι αναρχικός» ( απόσπασμα από το «Τι είναι ιδιοκτησία»).
Ο Κροπότκιν μίλησε πιο ανοικτά και έδωσε μια πιο θετική έννοια των όρων αναρχικός – αναρχία με την κοινωνική τους διάσταση. Οι αναρχικοί ήταν οι μόνοι που για μεγάλο διάστημα χρησιμοποιούσαν τον επιθετικό προσδιορισμό «αναρχικός κομμουνισμός». Τον όρο, στα τελευταία του υιοθέτησε και ο Μπακούνιν σε σχέση με τον κολεκτιβισμό, όπου σε μια σοσιαλιστική κοινωνία διατηρούσε το μισθωτό σύστημα, ενώ οι αναρχοκομμουνιστές το καταργούσαν. Ο Κροπότκιν, όπως και ο Μπακούνιν άλλωστε, έθεταν την κοινωνική αλληλεγγύη ισότιμη με την ελευθερία και βάσισαν την αναρχική φιλοσοφία και ηθική στην αρχή της κοινωνικότητας.
Ο εξανθρωπισμός του ανθρώπου πραγματοποιείται μέσω των σχέσεων του με τους άλλους ανθρώπους δηλαδή μέσω της κοινωνίας, γι ́ αυτό ο «νόμος της κοινωνικής αλλαγής είναι ο καλύτερος ανθρώπινος νόμος». Μ. Μπακούνιν. Υποστήριζαν ότι η ελευθερία του άλλου δεν είναι με κανέναν τρόπο όριο ή άρνηση της ελευθερίας μου, όπως ορίζει το αστικό πρότυπο ( “εκεί που σταματάει η δική μου ελευθερία αρχίζει του άλλου”) είναι αντίθετα η αναγκαία συνθήκη και η επιβεβαίωση της. Δε γίνομαι πραγματικά ελεύθερος παρά μόνο μέσω της ελευθερίας των άλλων.
Γ. Αναρχικός κομμουνισμός
( Σε σχέση με το θέμα παραθέτω μόνο αυτά τα αποσπάσματα για να μην φλομώσω το νήμα με σχετικά κείμενα. Και για να μην μας την βγαίνουν διάφοροι/ες της μαρξιστικής- λενινιστικής μούχλας που μιλάνε για ελευθεριακό κομμουνισμό, ή διάφοροι βλακώδης αναρχίζοντες – που ανακάλυψαν την Αμερική – περί κομμουνιστικοποίησης ) .
1. Απόσπασμα από το κείμενο της Adriana Dada με τίτλο: “Η αναρχική κομμουνιστική θεωρία και στρατηγική και η αντι-οργανωτική παρέκκλιση” (όλο το κείμενο βρίσκετε εδώ: http://www.vrahokipos.net/old/theory/adada.htm#2.)
{…} Ο αναρχισμός ορίστηκε ως αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός κατά την περίοδο της Α’ Διεθνούς, όταν ο Μπακούνιν και η πλειοψηφία των τμημάτων-μελών της οργάνωσης έθεσαν τα θεμέλια της αναρχικής κομμουνιστικής θεωρίας· τον οργανωτικό δυϊσμό, δηλαδή τον ρόλο των μαζών ως την μόνη επαναστατική δύναμη και τον ρόλο της συνειδητής μειοψηφίας ως τον «αφανή οδηγό» που εισέρχεται στην μαζική οργάνωση, την Διεθνή Ένωση Εργαζομένων και την αναρχία ως την ουτοπιστική διεύθυνση μιας ελευθεριακής κοινωνίας ισότητας την οποία και επιζητούμε.
Ο Κάρλο Καφιέρο συνόψισε τον καταφανή κομμουνιστικό χαρακτήρα του αναρχισμού ως ακολούθως: «δεν είναι αρκετό να δηλώσουμε ότι ο κομμουνισμός είναι κάτι που μπορεί να πραγματοποιηθεί. Ούτε μπορεί κάποιος να είναι κομμουνιστής. Πρέπει να είναι, ακόμα κι αν υπάρχει κίνδυνος να αποτύχει η επανάσταση»· «όταν ονομαστήκαμε κάποτε «κολεκτιβιστές» για να ξεχωρίσουμε από τους ατομικιστές και από τους εξουσιαστές κομμουνιστές, βασικά ήμασταν αντιεξουσιαστές κομμουνιστές και ονομάζοντας τους εαυτούς μας «κολεκτιβιστές» νομίζαμε ότι θα μπορούσαμε να εκφράσουμε την αντίληψή μας ότι κάθε τι πρέπει να είναι κοινό, χωρίς να υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στα μέσα και στις πηγές της εργασίας και της παραγωγής της συλλογικής εργασίας»·
«Δεν μπορεί να είναι κάποιος αναρχικός χωρίς να είναι κομμουνιστής»· «Πρέπει να είμαστε κομμουνιστές, επειδή στον κομμουνισμό μπορεί να επιτευχθεί η πραγματική ισότητα»· «Πρέπει να είμαστε κομμουνιστές επειδή ο λαός που δεν καταλαβαίνει τα κολεκτιβιστικά σοφίσματα, καταλαβαίνει τον κομμουνισμό θαυμάσια»· «Πρέπει να είμαστε κομμουνιστές, επειδή είμαστε αναρχικοί, επειδή αναρχία και κομμουνισμός είναι οι δύο απαραίτητοι όροι της επανάστασης». (*)
*) Σημ. Cafiero C., Anarchia e comunismo. Περίληψη ομιλίας του Κάρλο Καφιέρο στο Συνέδριο της Ομοσπονδίας του Ιούρα. (Στο A. Dada, L’ anarchismo in Italia: fra movimentro e partito, Milan 1984, p. 187-190).
2. Απόσπασμα μελέτης με τίτλο: “ Αναρχία & Επιστημονικός» Κομμουνισμός” Του Λουίτζι Φάμπρι, (όλο το κείμενο, μικρο βιογραφικό, καθώς και χρονολογία έκδοσης δείτε εδώ: http://www.vrahokipos.net/old/theory/fabri01.htm )
{…} ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Αναρχία και Κομμουνισμός
Υπάρχει μια κακή συνήθεια στην οποία πρέπει να αντιδράσουμε. Είναι η συνήθεια που έχουν οι εξουσιαστές κομμουνιστές, εδώ και κάποιο καιρό τώρα, να τοποθετούν τον κομμουνισμό ενάντια στην αναρχία, σαν οι δύο αυτές αντιλήψεις να είναι απαραιτήτως αντιθετικές μεταξύ τους. Η συνήθεια να χρησιμοποιούν αυτές τις δύο λέξεις ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ και ΑΝΑΡΧΙΑ σαν να αποκλείει η μια την άλλη και να έχουν αντίθετο νόημα η μια από την άλλη.
Στην Ιταλία – όπου για περίπου σαράντα χρόνια οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνται μαζί για να συνθέσουν έναν μοναδικό όρο στον οποίο η μια λέξη συμπληρώνει την άλλη, για να μορφοποιηθεί η ακριβέστερη περιγραφή του αναρχικού προγράμματος – αυτή η προσπάθεια να περιφρονηθεί μια τέτοια σπουδαία ιστορική παράδοση και, περισσότερο, να αντιστρέψει τη σημασία των λέξεων αυτών, είναι παράλογη και μπορεί μόνο να προκαλέσει μπέρδεμα στον χώρο των ιδεών και ατελείωτων παρανοήσεων στον χώρο της προπαγάνδας.
Δεν θα προξενήσουμε κανένα κακό, αν θυμηθούμε ότι ήταν, κατά περίεργο τρόπο, στο συνέδριο των Ιταλικών Τμημάτων της Α’ Διεθνούς, το οποίο συνερχόταν παράνομα κοντά στην Φλωρεντία το 1876, που, με πρόταση του Ερρίκο Μαλατέστα, επιβεβαιώθηκε ότι ο κομμουνισμός ήταν η οικονομική διευθέτηση πάνω στην οποία θα μπορούσε να βασιστεί μια κοινωνία χωρίς κυβέρνηση και ότι η αναρχία (δηλαδή, η απουσία κάθε κυβέρνησης), όντας η ελεύθερη και εθελοντική οργάνωση των κοινωνικών σχέσεων, ήταν ο καλύτερος τρόπος να εφαρμοστεί ο κομμουνισμός. Το ένα είναι, κατά τον αποτελεσματικότερο τρόπο, η εγγύηση του άλλου και αντιστρόφως. Από εδώ και η συγκεκριμένη διατύπωση του ΑΝΑΡΧΙΚΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ ως ιδανικού και ως κινήματος για αγώνα.
Έχουμε δείξει αλλού πώς το 1877 η εφημερίδα «Arbeiter Zeitung» της Βέρνης δημοσίευσε τις αρχές ενός «γερμανόφωνου Αναρχικού Κομμουνιστικού Κόμματος» και πώς το 1880 το Συνέδριο του Διεθνούς Ομοσπονδίας του Ιούρα, στo Σω Ντε Φω, έδωσε την έγκρισή του σε ένα μνημόνιο του Κάρλο Καφιέρο πάνω στην «Αναρχία και τον Κομμουνισμό», με την ίδια λογική όπως πριν. Στην Ιταλία την περίοδο αυτή οι αναρχικοί ήσαν περισσότερο κοινώς γνωστοί ως σοσιαλιστές, αλλά όταν ήθελαν να είναι πιο συγκεκριμένοι ονόμαζαν τους εαυτούς τους, όπως κάνουν από τότε, και μέχρι σήμερα, ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ.
Αργότερα, ο Πιέτρο Γκόρι υποστήριξε ότι ο σοσιαλισμός (ο κομμουνισμός) πρέπει να συνθέτει την οικονομική βάση μιας κοινωνίας που έχει μετασχηματιστεί μέσω μιας επανάστασης όπως εμείς την οραματιζόμαστε, ενώ η αναρχία θα μπορούσε να είναι το πολιτικό της αποκορύφωμα.
Όσο για τις συγκεκριμενοποιήσεις του αναρχικού προγράμματος, οι ιδέες αυτές έλκουν, όπως λέει ο λόγος, τα επίκτητα δικαιώματα και την καταγωγή τους από την πολιτική γλώσσα που υιοθετήθηκε από τότε που η Α’ Διεθνής βρισκόταν σε τροχιά θανάτου στην Ιταλία (1880-82). Ως ορισμός ή διατύπωση του αναρχισμού, ο όρος ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ συγχωνεύτηκε στην πολιτική ορολογία ακόμα και από άλλους σοσιαλιστές συγγραφείς, οι οποίοι στο δικό τους πρόγραμμα για την οργάνωση της κοινωνίας από οικονομική άποψη, δεν μίλησαν για κομμουνισμό αλλά, μάλλον, για κολλεκτιβισμό και ουσιαστικά χαρακτηρίστηκαν ΚΟΛΛΕΚΤΙΒΙΣΤΕΣ.
Αυτή ήταν η θέση τους έως το 1918, μέχρι, δηλαδή, που οι Ρώσοι μπολσεβίκοι, για να διαχωριστούν από τους πατριώτες ή τους ρεφορμιστές σοσιαλδημοκράτες, άλλαξαν το όνομά τους σε «κομμουνιστές», κάτι που ταίριαζε και στην ιστορική παράδοση του περίφημου «Μανιφέστου» του 1847 των Μαρξ και Ένγκελς και το οποίο το 1880 χρησιμοποιούνταν από τους Γερμανούς σοσιαλιστές με μια ξεκάθαρα εξουσιαστική, σοσιαλδημοκρατική λογική. Σιγά-σιγά, σχεδόν όλοι οι σοσιαλιστές, δηλώνοντας υποταγή στην Γ’ Διεθνή της Μόσχας, κατέληξαν να ονομάζονται ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ, περιφρονώντας την διαστρέβλωση της έννοιας της λέξης, την διαφορετική χρήση της λέξης, για πάνω από σαράντα χρόνια, στην λαϊκή και προλεταριακή γλώσσα και τις αλλαγές στην στάση των κομμάτων μετά το 1880, δημιουργώντας έτσι έναν πραγματικό αναχρονισμό.
Αλλά αυτοί είναι οι εξουσιαστές κομμουνιστές και όχι εμείς. Δεν θα είχαμε καμία ανάγκη να κάνουμε διάλογο για το γεγονός ότι έχουν ενοχληθεί που έχουν αλλάξει το όνομά τους, αυτό που χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι, ώστε να εκθέσουν ξεκάθαρα τι άλλαξε με την αλλαγή αυτή του ονόματός τους και ποια είναι η αντανάκλαση αυτής της αλλαγής. Βέβαια, οι σοσιαλιστές, οι οποίοι τώρα έγιναν κομμουνιστές, έχουν τροποποιήσει την πλατφόρμα τους σε σύγκριση με αυτή που υιοθέτησαν για την Ιταλία στο Συνέδριο του Κόμματος Εργατών, στην Τζένοα το 1892 και διαμέσου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, στο Συνέδριό της στο Λονδίνο το 1896. Αλλά η αλλαγή στο πρόγραμμα περιστρέφει εξ ολοκλήρου και κατά αποκλειστικό τρόπο τις μεθόδους αγώνα (αποδοχή της βίας, απόρριψη του κοινοβουλευτισμού, δικτατορία αντί δημοκρατία και πάει λέγοντας) και δεν αναφέρεται στην ιδέα της κοινωνικής ανοικοδόμησης, το μόνο πράγμα στο οποίο οι όροι κομμουνισμός και κολλεκτιβισμός μπορούν να αναφερθούν.
Όταν στο πρόγραμμά τους μιλούν για κοινωνική ανοικοδόμηση, για την οικονομική τάξη της μελλοντικής κοινωνίας, βλέπουμε ότι οι σοσιαλιστές-κομμουνιστές δεν έχουν αλλάξει καν. Και δεν ενοχλούνται καν από αυτό. Στην πραγματικότητα, ο όρος κομμουνισμός καλύπτει το παλιό τους εξουσιαστικό, κολεκτιβιστικό πρόγραμμα, το οποίο παραμένει – έχοντας ως φόντο, ένα πολύ μακρινό φόντο, ένα όραμα εξαφάνισης του κράτους που επιτυγχάνεται πριν αποσπαστεί η προσοχή των μαζών από την νέα κυριαρχία, αυτή που οι κομμουνιστές δικτάτορες θα εφαρμόσουν στο όχι μακρινό μέλλον.
Όλο αυτό αποτελεί μια πηγή πλάνης και μπερδέματος ανάμεσα τους εργάτες, που τους λένε ένα πράγμα με λέξεις τέτοιες με τις οποίες τους κάνουν να πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο. Από την αρχαιότητα, ο όρος ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ δεν σήμαινε μια μέθοδο αγώνα και πολύ λιγότερο μια συγκεκριμένη μέθοδο συλλογισμού, αλλά ένα κοινωνικό σύστημα βασισμένο στην ολοκληρωτικά ριζοσπαστική αναδιοργάνωση της κοινωνίας, στη βάση της κοινής ιδιοκτησίας του πλούτου, της κοινής απόλαυσης των καρπών της κοινής εργασίας από τα μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας, χωρίς κανείς να μπορεί να οικειοποιείται κάποιο κοινωνικό κεφάλαιο για τον εαυτό του για τα αποκλειστικά του οφέλη και να αποκλείσει ή να βλάψει τους άλλους. Είναι ένα ιδανικό οικονομικής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας, κοινό σε μια σειρά σχολών του σοσιαλισμού (της αναρχίας συμπεριλαμβανομένης). Οι μαρξιστές με κανέναν τρόπο δεν διατύπωσαν πρώτοι αυτό το ιδανικό.
Ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραψαν ένα πρόγραμμα για το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα το 1847, είναι αλήθεια, καθορίζοντας τις θεωρητικές και πρακτικές του κατευθύνσεις, αλλά το Κομμουνιστικό Κόμμα ήδη υπήρχε πριν από αυτό. Δανείστηκαν τις απόψεις τους για τον κομμουνισμό από άλλους και με κανέναν τρόπο δεν ήσαν οι δημιουργοί του.
Σ΄ αυτό το θαυμάσιο θερμοκήπιο ιδεών, την Α’ Διεθνή, η αντίληψη του κομμουνισμού ήταν διαρκώς αποσαφηνισμένη. Προσέλαβε δε την ειδική της σπουδαιότητα στην διαμάχη με τον κολλεκτιβισμό και γύρω στα 1880, μετά από κοινή συμφωνία, ενσωματώθηκε στην πολιτική και κοινωνική ορολογία των αναρχικών και των σοσιαλιστών επίσης, από τον Καρλ Μαρξ έως τον Κάρλο Καφιέρο και από τον Benoit Malon έως τον Νότσι Βιάνι. Από τη στιγμή αυτή και έπειτα, η λέξη κομμουνισμός πάντα σήμαινε ένα σύστημα παραγωγής και διανομής των αγαθών σε μια σοσιαλιστική κοινωνία, οι πρακτικές κατευθύνσεις της οποίας καθορίζονταν από την αρχή ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΟΥ. Ο κομμουνισμός των αναρχικών, οικοδομημένος πάνω στο πολιτικό τεραίν της άρνησης του κράτους, ήταν και είναι κατανοητό να αποκτά αυτή την σημασία του, δηλώνοντας ένα πρακτικό σύστημα σοσιαλιστικής ζωής μετά την επανάσταση, διατηρώντας και την καταγωγή της λέξης και την ιστορική της παράδοση.
Σε αντίθεση, αυτό που καταλαβαίνουν οι νέο-κομμουνιστές με τον «κομμουνισμό» είναι απλώς λιγότερο ή περισσότερο ένας αριθμός μεθόδων αγώνα και τα θεωρητικά κριτήρια με τα οποία παραμένουν απαθείς στη συζήτηση και στην προπαγάνδα. Μερικοί μιλούν για βία ή κρατική τρομοκρατία που πρέπει να επιβληθεί από το σοσιαλιστικό καθεστώς, άλλοι χρησιμοποιούν την λέξη «κομμουνισμός» για να προσδιορίσουν το σύμπλεγμα θεωριών που είναι γνωστό ως μαρξισμός (ταξική πάλη, ιστορικός υλισμός, κατάληψη της εξουσίας, δικτατορία του προλεταριάτου κ.λπ) και ακόμα άλλοι βλέπουν τον κομμουνισμό εντελώς τυχαία και απλώς ως μια μέθοδο φιλοσοφικής συζήτησης, ως μια διαλεκτική προσέγγιση. Έτσι, μερικοί – ανακατεύοντας λέξεις που δεν έχουν καμία λογική σύνδεση ανάμεσά τους – τον αποκαλούν κριτικό κομμουνισμό ενώ άλλοι το αποκαλούν επιστημονικό κομμουνισμό.
Όπως βλέπουμε, όλοι κάνουν λάθος. Οι ιδέες και οι τακτικές, για τις οποίες μιλήσαμε πριν, μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους κομμουνιστές και να γίνουν περισσότερο ή λιγότερο συμβατές με τον κομμουνισμό, αλλά δεν είναι κομμουνισμός από μόνες τους, ούτε είναι αρκετές για να τον απομακρύνουν, ενώ, αντιθέτως, μπορούν να γίνουν συμβατές με άλλα, πολύ διαφορετικά συστήματα, ακόμα και αυτά που αντιτίθενται στον κομμουνισμό. Εάν θέλουμε να διασκεδάσουμε με παιχνίδια με τις λέξεις, θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχουν αρκετές τέτοιες στο λεξιλόγιο των εξουσιαστών κομμουνιστών, αλλά αυτό που απουσιάζει περισσότερο σε αυτούς δεν είναι τίποτα άλλο από τον ίδιο τον κομμουνισμό.
Ας το κατανοήσουμε ξεκάθαρα, ότι με κανέναν τρόπο δεν αρνούμαστε το δικαίωμα στους εξουσιαστές κομμουνιστές να υιοθετούν όποιο τίτλο πιστεύουν ότι τους ταιριάζει, οτιδήποτε τους αρέσει ή να υιοθετούν ένα όνομα που ήταν αποκλειστικό δικό μας για περίπου μισόν αιώνα και από το οποίο δεν έχουμε καμία πρόθεση να παραιτηθούμε. Θα ήταν γελοίο να αμφισβητήσουμε αυτό μας το δικαίωμα. Αλλά όποτε οι νέο-κομμουνιστές έρθουν να συζητήσουν για την αναρχία και να οργανώσουν δημόσιες συζητήσεις με τους αναρχικούς τότε υπάρχει μια ηθική υποχρέωση από την πλευρά τους, όχι να προσποιηθούν ότι δεν ξέρουν τίποτα για το παρελθόν, αλλά μια βασική υποχρέωση να μην σφετεριστούν το όνομα αυτό σε τέτοιο βαθμό σαν να το μονοπωλούν, σε τέτοιο βαθμό σαν να μην υπάρχει καμία συμβατότητα ανάμεσα στον όρο κομμουνισμό και στον όρο αναρχία, που είναι τεχνητό και λανθασμένο. Όποτε λένε αυτά τα πράγματα μας αποκαλύπτονται σαν να στερούνται πολιτικής τιμιότητας.
Ο καθένας γνωρίζει πώς το ιδανικό μας, εκφρασμένο με την λέξη αναρχία, παρμένο από μια προγραμματική λογική του σοσιαλισμού, οργανωμένο με ένα ελευθεριακό τρόπο, πάντα ήταν γνωστό ως αναρχικός κομμουνισμός. Σχεδόν ολόκληρη η αναρχική φιλολογία, από το τέλος της Α’ Διεθνούς, ανήκε στην κομμουνιστική σχολή του σοσιαλισμού. Και μέχρι το ξέσπασμα της Ρωσικής Επανάστασης του 1917 οι δύο μεγαλύτερες σχολές στις οποίες χωριζόταν ο σοσιαλισμός, ήταν, από την μια πλευρά, ο νόμιμος, κρατικός σοσιαλισμός και, από την άλλη πλευρά, ο αναρχικός, επαναστατικός κομμουνισμός. Όσες πολεμικές (διαμάχες), ανάμεσα στα 1880 και στα 1918, δεν είχαμε με τους μαρξιστές σοσιαλιστές, τις έχουμε με τους σημερινούς νέο-κομμουνιστές, υποστηρίξοντας το κομμουνιστικό ιδανικό ενάντια στον γερμανοθρεμμένο τους κολλεκτιβισμό!
Και έτσι, η ιδεαλιστική τους άποψη για την επερχόμενη αναδιοργάνωση έχει παραμείνει η ίδια και οι εξουσιαστικοί της τόνοι έχουν γίνει ακόμα περισσότερο σαφείς. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στον κολλεκτιβισμό – στον οποίο ασκήσαμε κριτική στο παρελθόν – και στον σημερινό δικτατορικό κομμουνισμό, είναι σε ζητήματα τακτικής ενώ υπάρχει και μια δόση θεωρητικής διαφοροποίησης και δεν εξετάζεται το ζήτημα των άμεσων στόχων. Αλήθεια, αυτό συνδέεται με τον κρατικό κομμουνισμό των πριν το 1880 Γερμανών σοσιαλιστών του Volksstaat ή του λαϊκού Κράτους – εναντίον του οποίου ο Μπακούνιν κατηύθυνε όλη του την αυστηρή κριτική και με τον κυβερνητικό σοσιαλισμό του Λουί Μπλανκ που τόσο θαυμάσια κατεδαφίστηκε από τον Προυντόν.
Αλλά η σύνδεση με την επαναστατική κρατιστική προσέγγιση ανάγεται μόνο στο δευτερεύον επίπεδο πολιτικής και όχι στο επίπεδο εκείνο της συγκεκριμένης της οικονομικής άποψης – δηλαδή την οργάνωση της παραγωγής και την διανομή των αγαθών – για την οποία ο Μαρξ και ο Μπλανκ είχαν μια εκτενέστερη και γενικότερη άποψη απ’ ό,τι οι σημερινοί τους κληρονόμοι.
Αντιθέτως, η διχοτομία δεν είναι μεταξύ αναρχίας και ενός περισσότερο ή λιγότερο «επιστημονικού» κομμουνισμού, αλλά μάλλον ανάμεσα ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ Ή ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ – ορμώμενου απερίσκεπτα προς μια δεσποτική δικτατορία – και του ΑΝΑΡΧΙΚΟΥ Ή ΑΝΤΙ-ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ – με την ελευθεριακή του άποψη περί επανάστασης.
Εάν κάποιος πρέπει να μιλήσει για τις αντιθέσεις στην ορολογία, δεν πρέπει να το κάνει ανάμεσα στον όρο κομμουνισμός και στον όρο αναρχία, οι οποίοι όροι είναι τόσο συμβατοί που ο ένας δεν είναι δυνατός με την απουσία του άλλου. Εκεί όπου υπάρχει κράτος ή κυβέρνηση δεν είναι δυνατός ο κομμουνισμός. Τουλάχιστον, είναι τόσο δύσκολο να συμφιλιώσεις αυτά τα δύο και τόσο απαιτητικό να θυσιάσεις κάθε ανθρώπινη ελευθερία και αξιοπρέπεια, που κάποιος μπορεί να υποθέσει ότι είναι αδύνατον σήμερα που το πνεύμα της εξέγερσης, της αυτονομίας και της πρωτοβουλίας είναι τόσο διαδεδομένο ανάμεσα στις μάζες, να πεινάμε όχι μόνο για ψωμί, αλλά και για ελευθερία.
3. Επιπλέον προσθήκες
(Αποσπάσματα από το βιβλίο “ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΟΣΗΣ” )
{…} Ο Μαλατέστα υπήρξε όχι μόνον ο πνευματικός κληρονόμος και ο πιστότερος συνεχιστής του Μπακούνιν αλλά και από τους αναρχικούς θεωρητικούς (όλων των εποχών και όλων των χωρών) αυτός που εργάστηκε ακούραστα για να υπερασπίσει και να διαδώσει τις βασικές αρχές της οργάνωσης. Αρκεί να απαριθμήσουμε τις πολλαπλές δραστηριότητές του ή να παραθέσουμε ορισμένα αποσπάσματα από τα γραπτά του σχετικά με το θέμα.
Ο Μαλατέστα διετέλεσε ιδρυτικό μέλος της Ιταλικής Ομοσπονδίας, τμήματος της Διεθνούς (1872). Την ίδια χρονιά συμμετέχει στο Συνέδριο του Σαιντ-Ιμιέ (ιδρυτική πράξη του οργανωμένου κοινωνικού αναρχισμού), αγωνίζεται δραστήρια μαζί με τον Μπακούνιν στα πλαίσια της Συμμαχίας, συμμετέχει στο Συνέδριο του ιταλικού τμήματος (στη Μπολόνια, 1873) και στο παράνομο αναρχικό Συνέδριο της Φλωρεντίας (1876). Στη διάρκεια αυτού του Συνεδρίου, έγινε μια πρώτη επεξεργασία του λεγόμενου κομμουνιστικού αναρχισμού. Τον ίδιο χρόνο, συμμετέχει στο 6ο Συνέδριο της αντιεξουσιαστικής Διεθνούς που έγινε στη Βέρνη και οργανώνει το Συνέδριο των Επαναστατών – Σοσιαλιστών στο Λονδίνο, το 1881 (εδώ, μαζί με τον Κροπότκιν, ορίζεται μέλος της τριμελούς γραμματείας).
Όσο για το συγγραφέα της ‘’Αλληλοβοήθειας’’, χρειάζεται να ανατρέξουμε σε κείμενα όταν όλοι ξέρουν ότι ο Κροπότκιν, όπως και ο Μπακούνιν άλλωστε, έθετε την αλληλεγγύη πάνω απ΄ την ελευθερία και βάσισε την αναρχική φιλοσοφία και ηθική στην αρχή της κοινωνικότητας ; Ο Ζαν Γκραβ και η Μαρία Γκόλντσμιθ, πιο γνωστή ως Μαρία Κορν, που ανήκαν και οι δύο στην τάση του Κροπότκιν, εξέφρασαν πολλές φορές, με πολύ συγκεκριμένο τρόπο, τη σκέψη του – βλ. λόγου χάρη : ‘’Οργάνωση, πρωτοβουλία και συνοχή’’ , εισήγηση του Ζαν Γκραβ στο Διεθνές Συνέδριο του 1900, το οποίο απαγορεύτηκε από τη Γαλλική κυβέρνηση. Αυτή η τοποθέτηση για το πρόβλημα της οργάνωσης εκφράζεται με σαφήνεια στην απόφαση της συνδιάσκεψης του 1906, στην οποία πήρε μέρος κι ο Κροπότκιν :
‘’ Οι αναρχικοί κομμουνιστές, όπως και οι σύντροφοί τους της Δυτικής Ευρώπης, απορρίπτουν κάθε μορφή ιεραρχικής οργάνωσης που ταιριάζει στους εξουσιαστές σοσιαλιστές και προτείνουν να δημιουργηθεί στους κύκλους τους ένα άλλο είδος οργάνωσης που θα βασίζεται στην ελεύθερη συμφωνία ανάμεσα στις ανεξάρτητες ομάδες’’.
Και η Μαρία Κορν γράφει στην εισήγηση, που χρησίμευσε ως βάση για τη λήψη αυτής της απόφασης : … ‘’η επιθυμία για την πλήρη ανάπτυξη του ανθρώπινου υποκειμένου μας ωθεί προς την τελειότερη μορφή κοινωνικής αλληλεγγύης. Δεν είμαστε κομμουνιστές παρόλο που είμαστε αναρχικοί, αλλά ακριβώς γιατί είμαστε αναρχικοί ‘’.
Αυτή η τοποθέτηση υπέρ της αρχής της οργάνωσης αποδεικνύεται σαφώς μέσα από τη μακρόχρονη συλλογική πείρα, αποκρυσταλλώνεται σε πολλά ‘’καταστατικά’’, ‘’προγράμματα’’, ‘’συμφωνίες ένωσης’’ κτλ
Η απόφαση του διεθνούς αναρχικού συνεδρίου του Άμστερνταμ (26-31 Αυγούστου, 1907) είναι ξεκάθαρη ως προς τη συλλογική διακήρυξή της :
H ΟΡΓΑΝΩΣΗ
«… Οι αναρχικοί που συγκεντρώθηκαν στο Άμστερνταμ στις 27 Αυγούστου 1907, επειδή θεωρούν ότι η ιδέα της αναρχίας και η αρχή της οργάνωσης, χωρίς καθόλου να είναι ασυμβίβαστες μεταξύ τους όπως υποστηριζόταν άλλοτε, συμπληρώνουν και διασαφηνίζουν η μια την άλλη, αφού αυτή καθαυτή η αρχή της αναρχίας βασίζεται στην ελεύθερη οργάνωση των παραγωγών,
‘’… επειδή θεωρούν ότι η ατομική δράση όσο σημαντική κι αν είναι, δε θα μπορούσε να αναπληρώσει την έλλειψη συλλογικής δράσης, όπως και η συλλογική δράση δε θα μπορούσε να αναπληρώσει την ατομική δράση… ‘’
‘’… ότι η οργάνωση των αγωνιστών θα εξασφαλίσει την παραπέρα ανάπτυξη της προπαγάνδας και δε μπορεί παρά να επιταχύνει τη διάδοση των ιδεών του επαναστατικού φεντεραλισμού στην εργατική τάξη…”
“… ότι η εργατική οργάνωση, που βασίζεται στην ταυτότητα των συμφερόντων, δεν αποκλείει την οργάνωση που βασίζεται στην ταυτότητα των επιθυμιών και των ιδεών…”
‘’…πιστεύουν ότι οι σύντροφοι απ΄ όλες τις χώρες πρέπει να θέσουν στην ημερήσια διάταξη της δράσης τους τη δημιουργία αναρχικών ομάδων και την ομοσπονδιοποίηση των ομάδων που υπάρχουν…”
‘’… Η Αναρχική Ομοσπονδία είναι μία ένωση ομάδων και ατόμων, όπου κανείς δε μπορεί να επιβάλλει τη θέληση του ή να περιορίσει την πρωτοβουλία των άλλων. Όσο αφορά τη σημερινή κοινωνία, θέτει ως συγκεκριμένο στόχο της να μεταβάλλει όλες τις ηθικές και οικονομικές συνθήκες. Μ΄ αυτήν την έννοια, διακηρύσσει την αναγκαιότητα του αγώνα με όλα τα κατάλληλα μέσα …» {…}
4. Ακόμη
{…} Το 1900, με τις εισηγήσεις που έγιναν σε αυτό το συνέδριο, ‘εμφανίστηκαν δύο τάσεις… αυτή των ESRI (Διεθνιστών Επαναστατών Σοσιαλιστών Φοιτητών), που υποστήριξε τη δημιουργία μιας Διεθνούς Επαναστατικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, και εκείνη του Jean Grave, που υποστήριξε την απλή σύνθεση για τη διευκόλυνση της αμοιβαίας ενημέρωσης’’ (βλ. Chronologie des Internationales Libertaires, 1864-1914, Roland Bardy, Documents No2, έκδοση της ORA, Παρίσι 1974).
Το 1902, με ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στο Les Temps Nouneaur, ο Jean Grave επαναλαμβάνει την άρνησή του για ένα συγκεκριμένο τρόπο οργάνωσης: ‘’προς τι όλες αυτές οι διαμαρτυρίες; Ότι δηλαδή, οι αναρχικοί δεν έχουν συνοχή, ότι δρουν λίγο στην τύχη, χωρίς κανενός είδους σύνδεση, χάνοντας έτσι αρκετές από τις δυνάμεις τους ελλείψει της αναγκαίας σταθερότητας για να δώσουν συνέχεια στη δράση τους.
Είναι αλήθεια ότι, πολύ συχνά, οι ομάδες και τα άτομα αγωνίζονται δίχως να επιδιώκουν τον συντονισμό της δράσης τους με τη δράση των άλλων που αγωνίζονται παράλληλα για τον ίδιο σκοπό. Είναι επίσης αλήθεια ότι οι αναρχικοί, φαινομενικά, δεν έχουν συνοχή, ότι σε πολλές περιπτώσεις έχουν μεγάλη δυσκολία να βρουν τους συντρόφους που χρειάζονται. Δεν πιστεύω όμως πως κάτι τέτοιο είναι τόσο μεγάλο κακό. Η μέθοδος των εξουσιαστικών κομμάτων είναι ακριβώς να αποφασίζουν διά διατάγματος τη συνένωση, την ομοσπονδία, δημιουργώντας ένα σωρό οργανώσεις που έχουν σαν σκοπό να εξασφαλίζουν αυτή τη συνένωση και την ενότητα ως προς τους στόχους. Οι αναρχικοί είναι αδιάλλακτοι πολέμιοι αυτού του τρόπου οργάνωσης, θεωρούν πολύ πιο φυσικό ν΄ αρχίσουν να αγωνίζονται ο καθένας απ΄ την πλευρά του…’’
Προτείνει, ωστόσο, τη δημιουργία μιας χαλαρής και ρεαλιστικής οργανωτικής δομής, όπου : ‘’… η Οργάνωση, θα πρέπει να απορρέει απ΄ την ενότητα ως προς το σκοπό και τη δράση … Απ΄ τις ίδιες τις Ομάδες, που συνενώνονται σιγά – σιγά μέσα από τη δράση, πρέπει να ξεπηδήσει η αναρχική ομοσπονδία κι όχι επειδή θα έχει αποφασιστεί η δημιουργία μιας ομάδας επιφορτισμένης να οργανώσει αυτήν την ομοσπονδία. {…}
{…} ‘’ Αποφάσεις της Συνδιάσκεψης των Ρώσων αναρχικών – κομμουνιστών, 1906’’, ύστερα από εισήγηση της Μαρίας Κορν και του Κροπότκιν. Δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα ‘’ Ψωμί κι ελευθερία’’, Νο 1, 30 Οκτωβρίου 1906.
Παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμα των αποφάσεων: ‘’ Οι Ρώσοι αναρχικοί- κομμουνιστές, όπως και οι σύντροφοί τους της Δυτ. Ευρώπης, απορρίπτουν κάθε μορφή ιεραρχικής οργάνωσης που ταιριάζει στους εξουσιαστές σοσιαλιστές και προτείνουν να δημιουργηθεί στους κύκλους τους ένα άλλο είδος οργάνωσης που θα βασίζεται στην ελεύθερη συμφωνία ανάμεσα στις ανεξάρτητες ομάδες. ‘’ Η στενή σύνδεση μεταξύ όλων των μελών κάθε ομάδας είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη και την επιτυχία αυτού του είδους της οργάνωσης.
Γι΄ αυτόν ακριβώς το λόγο, είναι πιο χρήσιμο να υπάρχουν στις πόλεις και τις ευρύτερες περιοχές πολλές μικρές ομάδες, συνδεμένες σε μια ομοσπονδία, παρά σε μια μόνο μεγάλη ομάδα. ‘’ Οι ομάδες, ακόμη και όταν αναλαμβάνουν πολύ ειδικά καθήκοντα, δε μπορούν ποτέ να λειτουργούν σαν επιτροπές, εφόσον οι αποφάσεις δεν είναι υποχρεωτικές για τις άλλες ομάδες που δεν τις εγκρίνουν. ‘’ Η καλύτερη σύνδεση ανάμεσα στις ομάδες δε μπορεί να επιτευχθεί με τη μεσολάβηση διαφόρων μόνιμων επιτροπών, που εκλέγονται εκ των προτέρων για να χειριστούν τις δραστηριότητες της ομοσπονδίας. Αυτές οι επιτροπές έχουν την τάση να γίνονται μονημες …. {…}
Δ. Όλοι οι ρεφορμιστές και οι ριζοσπάστες σοσιαλιστές λασσαλικοί μαρξιστές και οι μετέπειτα οπαδοί των Κάουτσκυ, Λούξεμπουργκ, κτλ, αναφερόντουσαν σαν σοσιαλδημοκράτες μέχρι που διαφοροποιήθηκαν οι μπολσεβίκοι (εκείνη την περίοδο ήταν μια μικρή πτέρυγα του ρώσικου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και μέλη της Δεύτερης Διεθνούς), ονόμασαν το κόμμα τους κομμουνιστικό. Λίγο αργότερα, αποχώρησαν από τη Δεύτερη Διεθνή και δημιούργησαν την Τρίτη Διεθνή (κομμουνιστική). Αυτό δημιούργησε άλλο ένα πρόβλημα στους αναρχικούς αφού δεν ήθελαν να τους ταυτίζουν με τους αυταρχικούς εξουσιαστές κομμουνιστές του μαρξισμού – λενινισμού. Έτσι υιοθέτησαν ευρύτερα τον όρο ελευθεριακός κομμουνισμός.
Αργότερα δημιουργήθηκε άλλη μια διεθνής, η Τέταρτη, από τον Τρότσκι για να διαφοροποιηθεί από τον Στάλιν που θεωρούσε σφετεριστή της εξουσίας και της ηγεσίας του μπολσεβίκικου κουμμουνιστικού κόμματος. Η επονομαζόμενη Δεύτερη Διεθνής, η σοσιαλδημοκρατική, που έγινε για να πετάξει έξω τους αναρχικούς και την οποία ίδρυσαν οι λασσαλικοί μαζί με τον Ένγκελς και τους υπόλοιπους μαρξιστές, έφτασε μέχρι τις μέρες μας. Η συνέχεια της είναι αυτό το κακέκτυπο σοσιαλφιλελεύθερο συνοθύλευμα, που βλέπουμε σήμερα σαν Σοσιαλιστική Διεθνή όπου συμμετέχουν και οι δικοί μας σοσιαλιστές του ΠΑΣΟΚ.
Αυτά τα λίγα για την ιστορία του κλεψίματος τον όρων και του πολέμου των ιδεών – εννοιών. Εμείς σήμερα μπορεί να τα θεωρούμε όλα αυτά είτε ιδεοληψίες, είτε φανατισμούς ιδεολογικής καθαρότητας. Αλλά για σκεφτείτε σύντροφοι, να παρουσιαζόταν ένα κόμμα είτε σαν αντιεξουσιαστικό – αναρχικό είτε σαν ελευθεριακό και να κατέβαινε στις εκλογές να ζητήσει την ψήφο μας για να κυβερνήσει!
Ε. Μόνο κατά την δεκαετία του 50 άρχισαν κάποιοι μαρξιστές και αριστεροί διανοούμενοι να ασκούν κριτική στην κομματική γραφειοκρατία και το σοβιετικό κράτος με έναν δανικό τρόπο αυτό κατά ανάγκη δεν είναι κακό, ώμος εκτός από τον μαρξιστή κριτικό του μαρξισμού Κώστα Παπαιωάνου που αναφέρει ότι στην κριτική του επηρεάστηκε από τους αναρχικούς , από όσο ξέρω κανένας άλλος δεν αναφαίρετε, μέχρι εδώ κανένα πρόβλημα .
Το ζήτημα για μένα προκύπτει όταν με αλαζονικό και πομπώδες τρόπο παρουσιάζεται μια κριτική ανάλυση ως νέα και πρωτότυπη, πχ όπως οι Ιταλοί ευρωκομουνιστές που ήταν ενάντια στην δικτατορία του προλεταριάτου και ισχυρίζονταν ότι αυτοί το έθεσαν για πρώτη φορά αποκρύβοντας την εξ αρχής θέση των αναρχικών για αυτό το θέμα. Δεν θα αναφέρω εδώ ονόματι συγγραφέων ούτε θα κάνω συγκριτική αντιπαράθεση συγγραμμάτων, δεν είναι αυτός ο στόχος.
Ζ. Σχετικά με τον πόλεμο των εννοιών – λογοκλοπές
Γιατί ο αναρχισμός αποκαλείται επίσης και ελευθεριακός σοσιαλισμός;[1]
1. Πολλοί αναρχικοί, βλέποντας την αρνητική διάσταση του ορισμού του «αναρχισμού», έχουν χρησιμοποιήσει άλλους όρους για να δώσουν έμφαση στην δομικά θετική και εποικοδομητική πλευρά των ιδεών του. Οι πιο συνηθισμένοι όροι είναι «ελεύθερος σοσιαλισμός» ή «ελεύθερος κομμουνισμός». Για τους αναρχικούς, ο ελευθεριακός σοσιαλισμός, ο ελευθεριακός κομμουνισμός και ο αναρχισμός είναι στην ουσία εναλλακτικοί ο ένας του άλλου. Όπως το θέτει ο Βαντζέτι:
«Σε τελική ανάλυση, είμαστε σοσιαλιστές όπως οι σοσιαλδημοκράτες, οι σοσιαλιστές, και οι κομμουνιστές είναι όλοι Σοσιαλιστές. Η διαφορά – η βασική διαφορά- που μας ξεχωρίζει απ’ όλους τους άλλους είναι ότι υποστηρίζουν την εξουσία ενώ εμείς την ελευθερία. Πιστεύουν στο Κράτος ή την Κυβέρνηση τους, εμείς πιστεύουμε στο να μην υπάρχει Κράτος ή Κυβέρνηση» (Νικόλα Σάκκο και Μπαρτολομέο Βαντζέτι, Τα γράμματα του Σάκκο και Βαντζέτι, σελ.274).
Όμως είναι σωστό αυτό; Μελετώντας ορισμούς από το Λεξικό της Αμερικανικής Κληρονομιάς, βλέπουμε ότι: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ: κάποιος που πιστεύει στην ελευθερία πράξης και σκέψης, κάποιος που πιστεύει στην ελεύθερη βούληση.
ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ: ένα κοινωνικό σύστημα στο οποίο οι παραγωγοί κατέχουν τόσο την πολιτική ισχύ όσο και τα μέσα παραγωγής και διανομής αγαθών.
Αν απλώς συγχωνεύσουμε αυτούς τους δύο πρώτους ορισμούς προκύπτει: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ: ένα κοινωνικό σύστημα που πιστεύει στην ελευθερία πράξης και σκέψης και στην ελεύθερη βούληση, στο οποίο οι παραγωγοί κατέχουν τόσο την πολιτική ισχύ όσο και τα μέσα παραγωγής και διανομής αγαθών. (Παρόλο που πρέπει να προσθέσουμε ότι τα συνηθισμένα σχόλιά μας για την έλλειψη πολιτικής κουλτούρας των λεξικών εξακολουθούν να ισχύουν. Ο μόνος λόγος που χρησιμοποιούμε αυτούς τους ορισμούς είναι για να δείξουμε ότι με το «ελευθεριακός» δεν υποδηλώνεται ο καπιταλισμός της «ελεύθερης αγοράς» ούτε ο “σοσιαλισμός» με το κράτος ιδιοκτήτη. Άλλα λεξικά, προφανώς, θα έχουν διαφορετικούς ορισμούς – ειδικά για τον σοσιαλισμό. Εκείνοι που επιθυμούν να ερίζουν γύρω από ορισμούς λεξικών είναι ελεύθεροι να ακολουθήσουν αυτό το ατέρμονο και πολιτικά άχρηστο χόμπι, εμείς ωστόσο δε θα το κάνουμε).
Ωστόσο, λόγω της δημιουργίας του Ελευθεριακού Κόμματος στις ΗΠΑ[2] που δημιουργήθηκε από θιασώτες του παλιού και νέου φιλελευθερισμού , πολλοί άνθρωποι θεωρούν τώρα ότι η ιδέα του «ελευθεριακού σοσιαλισμού» είναι αντιφατική ως προς τους όρους της. Για την ακρίβεια πολλοί «Ελευθεριακοί» πιστεύουν ότι οι αναρχικοί απλώς επιχειρούν να συσχετίσουν τις «αντι ελευθεριακές» ιδέες του «σοσιαλισμού» (όπως τον αντιλαμβάνονται οι Ελευθεριακοί) με την ελευθεριακή ιδεολογία προκειμένου να κάνουν αυτές τις «σοσιαλιστικές ιδέες» πιο «αποδεκτές» – με άλλα λόγια προσπαθούν να κλέψουν την ταμπέλα του «ελευθεριακού» από τους νόμιμους ιδιοκτήτες της.
Τίποτα δε θα μπορούσε να απέχει περισσότερο απ’ την αλήθεια. Οι αναρχικοί χρησιμοποιούν τον όρο «ελευθεριακός» για να περιγράψουν τους εαυτούς τους και τις ιδέες τους από τη δεκαετία του 1850. Όπως προείπα (πιο πάνω), σύμφωνα με τον αναρχικό ιστορικό Μαξ Νετλώ ο επαναστάτης αναρχικός Ζόζεφ Ντεζάκ δημοσίευσε το Le Libertaire Journal du Mouvement Social, (O Ελευθεριακός, Εφημερίδα του Κοινωνικού (σοσιαλιστικού) Κινήματος) στη Νέα Υόρκη μεταξύ του 1858 και 1861 ενώ η χρήση του όρου «ελευθεριακός κομμουνισμός» χρονολογείται από το Νοέμβριο του 1880, όταν ένα γαλλικό αναρχικό συμβούλιο τον υιοθέτησε (Μαξ Νετλώ Ιστορία της Αναχίας, σελ. 75 και σελ.145). Η χρήση του όρου «Ελευθεριακός» από τους αναρχικούς έγινε δημοφιλέστερη από τη δεκαετία του 1890 και στο εξής, αφότου χρησιμοποιήθηκε στη Γαλλία σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης των αντιαναρχικών νόμων και αποφυγής της αρνητικής συσχέτισης της λέξης «αναρχία» στον κοινό νου. (Σεμπάστιαν Φωρ και Λουιζ Μισέλ δημοσίευσαν την εφημερίδα Le Libertaire – ο Ελευθεριακός – στη Γαλλία το 1895 για παράδειγμα).
Από τότε, ειδικά εκτός της Αμερικής, πάντα η λέξη σχετιζόταν με τις αναρχικές ιδέες και τα κινήματα. Παίρνοντας ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα, στις ΗΠΑ, οι αναρχικοί οργάνωσαν την «Ελευθεριακή Λίγκα» τον Ιούλιο του 1954, που διαπνεόταν από αναρχοσυνδικαλιστικές αρχές και κράτησε μέχρι το 1965. Από την άλλη πλευρά το «Ελευθεριακό» κόμμα με έδρα τις ΗΠΑ, υπάρχει από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ενώ οι αναρχικοί/ες χρησιμοποιούν τον όρο πάνω από 100 χρόνια, μετά την πρώτη φορά που οι αναρχικό χρησιμοποίησαν τον όρο για να περιγράψουν τις πολιτικές τους αντιλήψεις. (και 90 χρόνια αφότου υιοθετήθηκε η έκφραση «ελευθεριακός κομμουνισμός». Το κόμμα είναι, κι όχι οι αναρχικοί, αυτό που «έκλεψε» τη λέξη.
2. Δεδομένης της αναρχικής καταγωγής της λέξης «ελευθεριακός», λίγοι αναρχικοί είναι ευτυχείς να διαπιστώνουν ότι έχει κλαπεί μια έννοια – όρος από μια ιδεολογία που έχει ελάχιστα κοινά με τις δικές μας αντιλήψεις. Στις ΗΠΑ, όπως σημείωσε ο Μάρεϊ Μπούκτσιν, ο ίδιος ο όρος «ελευθεριακός», ασφαλώς, εγείρει ένα πρόβλημα, ειδικά, την παραπειστική ταύτιση μιας αντιεξουσιαστικής ιδεολογίας με ένα κίνημα που παλεύει για «αγνό καπιταλισμό» και «ελεύθερη αγορά». Αυτό το κίνημα δε δημιούργησε ποτέ τη λέξη, την σφετερίστηκε από το αναρχικό κίνημα του (δεκάτου ενάτου) αιώνα. Και θα πρέπει να ανακτηθεί από εκείνους τους αντιεξουσιαστές…που προσπαθούν να κάνουν λόγο για καταπιεσμένους ανθρώπους συνολικά, όχι για εγωτικά άτομα που ταυτίζουν την ελευθερία με την επιχειρηματικότητα και το κέρδος.» Γι’ αυτό οι αναρχικοί στην Αμερική θα πρέπει να «επαναφέρουν στην πράξη μια παράδοση που έχει μεταλλαχθεί από την» δεξιά της ελεύθερης αγοράς. (Η Σύγχρονη Κρίση, σελ. 154-5).
Τελειώνοντας να προσθέσουμε ότι η λογοκλοπή είναι μια πανάρχαια κατάσταση, δεν πρέπει και είναι λάθος εμείς οι αναρχικοί/ες να παραδινόμαστε με την έννοια ότι αφού μας κλέβουν κάποιες έννοιες εμείς παύουμε να της χρησιμοποιούμε όπως κάνουν πολλοί με το όνομα Ελευθεριακός,[3] γιατί με αυτή την έννοια πρέπει να σταματήσουμε να λεγόμαστε και αναρχικοί/ες ή αναρχοκομμουνιστές αφού κάποιοι χρησιμοποιούν στις μέρες μας την έννοια αναρχοκαπιταλισμός – αναρχοκαπιταλιστές [4] και είναι μια από της ποιο ακραίες εκδοχές του νεοφιλελευθερισμού. Στην Ελλάδα έχει αρχίσει να χρησιμοποιείτε ο όρος ελευθεριακός κομμουνισμός και μαρξισμός από κάποιους αριστερούς κύκλους και από ένα συνονθύλευμα τροτσκιστών, σταλινικών κλπ. [5]
Η. Ένα μικρό απόσπασμα σαν παράδειγμα
Από το επαναστατικό πρόγραμμα της CNT (ένα μήνα προτού ξεσπάσει ο εμφύλιος και η επανάσταση)
{…} ΔΙΑΚΥΡΗΞΗ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΣΑΡΑΓΟΣΑ
1η Μάη 1936 Διακηρύσσουμε:
1) Για να θέσουμε τον ακρογωνιαίο λίθο του οικοδομήματος της δράσης μας πρέπει να προχωρήσουμε έχοντας επίγνωση της αρμονίας που υπάρχει ανάμεσα στα δύο επίπεδα, το ατομικό και το συλλογικό, δίνοντας όλα τα περιθώρια παράλληλης και ανεμπόδιστης ανάπτυξης και στα δύο.
2) Αποδεχόμαστε προς χάριν της αρμονικής σύνθεσης, την αναγνωρισμένη σημασία του ατομικού. Με αυτή την έννοια ‘’τοποθετούμε’’ την ελευθερία πάνω από κάθε επιβαλλόμενη πειθαρχία. Πρέπει να δημιουργήσουμε τους κατάλληλους θεσμούς, αυτούς που είναι αναγκαίοι από τη ζωή, στρέφοντας προς τα εκεί τις σχέσεις μας. Και αυτό μέσα από την κοινωνικοποίηση του κοινωνικού πλούτου, την κατάκτηση των μέσων παραγωγής, δίνοντας την δυνατότητα σε όλους για την παραγωγή, δυνατότητα, να έχουν όλοι το δικαίωμα να πράττουν όπως οι φυσικοί νόμοι ορίζουν επιτακτικά για την επιβίωση, από όπου και ξεπηδά η αναρχική αρχή της ελεύθερης συμφωνίας για να υπάρξει μέσα στους ανθρώπους η διατήρηση, η συνέχεια της συμφωνίας αυτής.
Να σχεδιάσουμε όλα αυτά που θα υπάρχουν στη νέα κοινωνία, με μαθηματική ακρίβεια, θα είναι παράλογο, γιατί πολλές φορές υπάρχει ανάμεσα στην ‘’θεωρία’’ και στην πράξη πολλή μεγάλη διαφορά. Γι΄ αυτό δεν πρόκειται να κάνουμε το λάθος ορισμένων πολιτικών, που δήθεν έχουν και παρουσιάζουν έτοιμες λύσεις για όλα τα προβλήματα. Λύσεις που στην πρακτική εφαρμογή σφάλλουν τραγικά, μια και ακολουθούν μια μέθοδο για όλες τις εποχές, χωρίς να λογαριάζουν την πραγματική εξέλιξη της ανθρώπινης ζωής.
Δεν πρόκειται να κάνουμε αυτό το λάθος εμείς γιατί έχουμε μια διαφορετική αντίληψη για τα κοινωνικά προβλήματα. Σύμφωνα με τις αρχές του Ελευθεριακού Κομμουνισμού, δεν παρουσιάζουμε ένα πρόγραμμα μοναδικό, που δεν επιδέχεται αλλαγές. Τέτοιες λογικά θα προκύψουν άμεσα από τις νέες αναγκαιότητες και εμπειρίες που θα τις υποδείξουν.Έστω και αν φανεί ότι απομακρυνόμαστε λίγο από αυτά που λέμε, πιστεύουμε ότι μια ακριβής και λεπτομερής περιγραφή της δικιάς μας αντίληψης για την επανάσταση, ‘όπως και των βασικότερων προβλημάτων ασφαλώς θα πρέπει να προΐσταται.
Έχει συζητηθεί πολύ το πρόβλημα του χαρακτήρα της επανάστασης και της σχέσης της ως προς το καπιταλιστικό σύστημα, σαν ένα βίαιο επεισόδιο ή σαν ολική ρήξη με το καθεστώς. Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα εντοπίζεται στο φαινόμενο της ενσωμάτωσης αυτής της τάξης των πραγμάτων στην συλλογική συνείδηση.
Επιβάλλεται επομένως να οδηγηθεί η επανάσταση στο σημείο εκείνο – δεδομένης της κοινά αποδεκτής αντίθεσης που υπάρχει μεταξύ του κοινωνικού καθεστώτος και της ατομικής συνείδησης – μιας συλλογικής αντίδρασης εναντίον του.
Γι΄ αυτό πρέπει να ειπωθούν λίγα λόγια για την αντίληψη μας για τον χαρακτήρα της επανάστασης:
1) Σαν ψυχολογική κατάσταση εναντίον μιας τάξης πραγμάτων που καταπιέζει τις κοινωνικές ανάγκες και επιθυμίες.
2) Σαν μια κοινωνική εκδήλωση που προωθεί την συλλογικότητα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τα καπιταλιστικά δεδομένα.
3) Σαν ένας σχηματισμός που προσπαθεί να δημιουργήσει τις κατάλληλες εκείνες προϋποθέσεις, που χρειάζονται για την πραγματοποίησή του.
Επομένως πάνω σε αυτά πρέπει να επιτευχθούν οι εξής στόχοι:
α) Πάλη ενάντια στον εθισμό καθυπόταξης του καπιταλιστικού καθεστώτος.
β) Επιδίωξη κατάρρευσης του στο οικονομικό επίπεδο.
γ) Χτύπημα της πολιτικής του έκφρασης, και στο δημοκρατικό καθεστώς, σαν τελευταία και πιο ραφιναρισμένη έκφραση του, όπως και για τον κρατικό καπιταλισμό που δεν είναι άλλο πράγμα από έναν Αυταρχικό Κομμουνισμό.
Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων θα ‘’ανοίξει’’ την περίοδο εκείνη του βίαιου περάσματος για την κοινωνική επανάσταση.Θεωρώντας ότι είμαστε ακριβώς σ΄ αυτήν την περίοδο και στο ακριβές σημείο απαρχής, όπου συγκλίνουν όλοι αυτοί οι παράγοντες που γεννούν αυτή την υποσχόμενη δυνατότητα, πρέπει σε γενικές γραμμές να ανασυντάξουμε τις θέσεις μας, βάζοντας τα πρώτα θεμέλια για την οικοδόμηση της μελλοντικής κοινωνίας {…}
Σημειώσεις:
*) Ζοζέφ Ντεζάκ – Joseph Déjacque, 1821-1864
Δείτε επίσης: «Το μανιφέστο του ελευθεριακού κομμουνισμού» pdf
Δείτε:
[1] Εμβαθύνοντας στο νόημα της κοινωνικής αναρχίας
[2] Το «Ελευθεριακό» κόμμα με έδρα τις ΗΠΑ
Libertarian Party (United States)
[3] Ελευθεριακά και φιλελεύθερα: Dr Yaron Brook
[4] Αναρχοκαπιταλισμός – αναρχικαπιταλιστές
Σαλπάροντας για τη φιλελεύθερη Ουτοπία: (“Ο καπιταλισμός είναι η πληρέστερη έκφραση του αναρχισμού και ο αναρχισμός η πληρέστερη έκφραση του καπιταλισμού”. Murray Rothbard)
[5] Σάββας Μιχαήλ Ελευθεριακός μαρξισμός ,