Στοχασμοί πάνω στην έννοια του κράτους
Συνέντευξη με τον Πιέρ Κλάστρ
Σε αυτή τη συνέντευξη του 1975 ο Clastres αναφέρεται στο κράτος και την εξουσία στις πρωτόγονες κοινωνίες. Υποστηρίζει ότι εάν εξετάσουμε με ποιον τρόπο η πρωτόγονη κοινωνία καθορίζει τη θέση της εξουσίας, θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε από μια απλοϊκή και θετικιστική αντίληψη σχετικά με την ανάπτυξη της ανθρωπότητας και να επαναθέσουμε με νέους όρους το ζήτημα της εξουσίας και του κράτους. Η συνέντευξη θέτει και διερευνά το ερώτημα αν μπορούν να υπάρξουν κοινωνίες χωρίς τον καταπιεστικό θεσμό του κράτους και χωρίς τη διαίρεση σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους.
Οι πρωτόγονες κοινωνίες, λέει, είναι κοινωνίες χωρίς κράτος γιατί είναι θεμελιωδώς κοινωνίες άρνησης του κράτους, του οποίου η απουσία δεν αποτελεί έλλειψη αλλά επιλογή. Όταν λέγεται ότι οι πρωτόγονες κοινωνίες είναι κοινωνίες χωρίς κράτος, αυτή η πραγματολογική κρίση, σωστή καθεαυτή, υποκρύπτει στην πραγματικότητα μια αξιολογική κρίση. Αυτό που στην ουσία δηλώνεται είναι ότι οι πρωτόγονες κοινωνίες στερούνται κάτι που είναι απαραίτητο. Επομένως, οι κοινωνίες αυτές είναι λειψές, δεν είναι εντελώς αληθινές κοινωνίες ή εκπολιτισμένες.
Ο Clastres, του οποίου το έργο θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως φιλοσοφική / πολιτική ανθρωπολογία, απέρριψε την άποψη αυτή όπως και τη χρήση της οικονομιστικής ορολογίας της μαρξιστικής θεωρίας στην οποιανδήποτε προσπάθεια να γίνουν κατανοητές οι λεγόμενες «πρωτόγονες» κοινωνίες, συμφωνώντας με την άποψη που εκφράστηκε από τον M. Sahlins στις ΗΠΑ και τον J. Lizot στην Γαλλία, μία άποψη που υποστήριζε ότι η ουσιαστική λειτουργία των «πρωτόγονων κοινωνιών» έγκειται στην αντιπαραγωγή, ότι δηλαδή δεν υπάρχει παραγωγή και πλεόνασμα, καθώς αυτή δεν είναι η πρόθεση της «πρωτόγονης» κοινωνίας. Η παραγωγική δραστηριότητα στις πρωτόγονες κοινωνίες εναρμονίζεται με την ικανοποίηση των αναγκών. Είναι οι πρώτες κοινωνίες του ελεύθερου χρόνου. Οι υποτιμούμενες ως «πρωτόγονες» οικονομίες, είναι οικονομίες όχι φτωχές αλλά πλούσιες σε αγαθά και σε ελεύθερο χρόνο, κάτι που λείπει από τις υποτιθέμενες «προηγμένες» καπιταλιστικές κοινωνίες και οικονομίες. Η τάση για συσσώρευση δεν υποκαθιστά την έννοια του ελεύθερου χρόνου γιατί εκλείπει η δύναμη της καταπίεσης, η ικανότητα του καταναγκασμού, δηλαδή η πολιτική εξουσία.
Έτσι η ανθρωπολογία παύει πλέον να είναι οικονομική, γίνεται πολιτική. Στην πρωτόγονη κοινωνία, κοινωνία φύσει εξισωτική, οι άνθρωποι είναι κύριοι της δραστηριότητάς τους και της διακίνησης των προϊόντων αυτής της δραστηριότητας. Για τον Clastre η πολιτική σχέση εξουσίας προηγείται από την οικονομική σχέση εκμετάλλευσης και τη θεμελιώνει, από την πολιτική διαίρεση γεννάται και η οικονομική διαίρεση, αντιθέτως με τη μαρξιστική θεωρία. Η αλλοτρίωση είναι πρωτίστως πολιτική, η εξουσία προπορεύεται της εργασίας, το οικονομικό είναι μια απόκλιση του πολιτικού και η έλευση του κράτους καθορίζει την εμφάνιση των τάξεων.
Με άλλα λόγια, και σε ό,τι αφορά τις πρωτόγονες κοινωνίες, η οικονομική υποδομή δεν καθορίζει καθόλου τη συνεπαγόμενη αντανάκλασή του, το πολιτικό εποικοδόμημα, αφού αυτό φαίνεται να είναι ανεξάρτητο από την υλική του βάση. Εάν η κοινωνία είναι οργανωμένη από καταπιεστές ικανούς να εκμεταλλεύονται τους καταπιεζόμενους, αυτό συμβαίνει επειδή η συγκεκριμένη ικανότητα επιβολής της αλλοτρίωσης στηρίζεται στη χρήση μιας δύναμης, δηλαδή σ’ αυτό που συνιστά την ίδια την υπόσταση του κράτους, του «μονοπωλίου της νόμιμης φυσικής βίας». Δεν υπάρχει τίποτε στην οικονομική λειτουργία μιας πρωτόγονης κοινωνίας, μιας κοινωνίας χωρίς κράτος που να επιτρέπει να εισαχθεί η διαφορά ανάμεσα σε πλουσιότερους και φτωχότερους, γιατί κανείς σε μια τέτοια κοινωνία δεν αισθάνεται την ανάγκη της συσσώρευσης.
Υποστηρίζεται, επίσης, ότι οι πρωτόγονες κοινωνίες είναι κοινωνίες χωρίς κράτος, γιατί τα μέλη της φυλής δεν έχουν καμιά υποχρέωση υπακοής. Ο αρχηγός εκτιμάται από τα «τεχνικά» του προσόντα, το ρητορικό χάρισμα, την επιδεξιότητα στο κυνήγι, ικανότητα να συντονίζει τις πολεμικές δραστηριότητες, επιθετικές ή αμυντικές. Και με κανέναν τρόπο η κοινωνία δεν αφήνει τον φύλαρχο να υπερβεί αυτό το τεχνικό όριο, δεν επιτρέπει μια τεχνική ανωτερότητα να μετατραπεί σε πολιτική αρχή.
Ο φύλαρχος είναι στην υπηρεσία της κοινωνίας και γι’ αυτό είναι αδύνατο να αντιστρέψει τη σχέση αυτή προς όφελός του και να θέσει την κοινωνία στη δική του υπηρεσία, να ασκήσει δηλαδή εξουσία. Η ουσιώδης ιδιότητα της πρωτόγονης κοινωνίας είναι επομένως ότι ασκεί απόλυτη και πλήρη εξουσία πάνω σε κάθε τι που τη συγκροτεί και απαγορεύει την αυτονομία ενός οποιουδήποτε από τα υποσύνολα που την απαρτίζουν, απαγορεύοντας την εμφάνιση μιας πολιτικής εξουσίας .
Στην συνέντευξη τονίζεται η εσωτερική αδυναμία να υπάρξει χωριστή πολιτική εξουσία σε μια πρωτόγονη κοινωνία και η αδυναμία γένεσης του κράτους εκ των ένδον της πρωτόγονης κοινωνίας. Αυτό που τον απασχολεί δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο αρχηγός μίας ινδιάνικης φυλής δεν έχει την δυνατότητα να ασκήσει εξουσία πάνω στα υπόλοιπα μέλη της φυλής, όσο ο λόγος ύπαρξης ενός τέτοιου θεσμού χωρίς εξουσία. Αυτό το παράδοξο της ύπαρξης ενός αρχηγού χωρίς εξουσία αποτελεί τον κεντρικό άξονα της έρευνάς του. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει είναι ότι οι «πρωτόγονες» κοινωνίες συγκεκριμενοποιούν την εξουσία στο πρόσωπο του αρχηγού της φυλής και δεν του παρέχουν εξουσίες γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο θέλουν να «δηλώσουν» ότι τον αρνούνται. Ο αρχηγός στις πρωτόγονες κοινωνίες δεν έχει κανένα δικαίωμα διαταγής. Στον θεσμό του αρχηγού της φυλής, ο Clastres βλέπει την συμβολική έκφραση της θέσης που παίρνουν οι λεγόμενες «πρωτόγονες» ινδιάνικες κοινωνίες απέναντι στην εξουσία.
Οι κοινωνίες αυτές λοιπόν δεν είναι απλά κοινωνίες χωρίς κράτος, αλλά κοινωνίες που συγκρούονται καθημερινά με την έννοια του κράτους, είναι κοινωνίες ενάντια στο κράτος. Και ακριβώς αυτή η θέση του Clastres αποτελεί και την σημαντικότερη συμβολή του στην ανθρωπολογία. Το γεγονός δηλαδή ότι δεν ανάγει την έλλειψη του κράτους στις «πρωτόγονες» κοινωνίες σε μία πιθανή «καθυστέρησή» τους στην διαδικασία της ιστορικής εξέλιξης αλλά την ορίζει ως συνειδητή επιλογή τους. Και αυτή η συνειδητή επιλογή τους, είναι ενδεικτική της διορατικότητας της «πρωτόγονης» κοινωνίας γιατί έτσι μειώνουν στο ελάχιστο τις δυνατότητες εμφάνισης μίας πραγματικής εξουσίας. Επιπροσθέτως, τα κείμενά του δεν έχουν μόνο επιστημονική αλλά και αισθητική αξία. Ο συνδυασμός εθνογραφίας, πολιτικής ανθρωπολογίας και φιλοσοφίας που συνοδεύεται από μία αυθεντική και γνήσια γραφή, προσδίδουν στο έργο του έναν έντονο ποιητικό χαρακτήρα, κληρονομιά του δασκάλου του Levi – Strauss, για τον οποίο είναι γενικά αποδεκτό ότι δεν υπήρξε μόνο επιστήμονας αλλά και λογοτέχνης.
σημ.
Ο Πιερ Κλαστρ (Pierre Clastres 1934-1977) ήταν Γάλλος αντιεξουσιαστής ανθρωπολόγος, εθνολόγος και φιλόσοφος. Σπούδασε φιλοσοφία και εθνολογία στη Σορβόννη.
Ήταν μαθητής του Κλοντ Λεβί-Στρος, αλλά στη συνέχεια διαφοροποιήθηκε από τις αντιλήψεις του για τον δομισμό. Επίσης, απέρριψε την πολιτική ανθρωπολογία των Εθνομαρξιστών. Το 1970 συνεργάστηκε με τους Μαρσέλ Γκοσέ, Κορνήλιο Καστοριάδη και Κλωντ Λεφόρ στο περιοδικό Textures, το οποίο εκδιδόταν μέχρι το 1975.
Ασχολήθηκε με τις «πρωτόγονες» κοινωνίες της Λατινικής Αμερικής και ιδιαίτερα με τους Guayaki (Ache) της Παραγουάης και με τους ευρύτερα γνωστούς Yanomami της Βενεζουέλας. Υπήρξε συνεργάτης του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας στην Γαλλία, που προώθησε συστηματικά την ανθρωπολογική έρευνα, ιδιαίτερα μετά την διεθνή απήχηση και ακτινοβολία που είχε το έργο του Claude Levi – Strauss.
Ο Κλαστρ έφυγε πρόωρα από την ζωή το 1977, μετά από ένα αεροπορικό δυστύχημα σε ηλικία μόλις 43 ετών. Οι συνεργάτες του στο περιοδικό «Libre» έγραψαν, ανάμεσα σε άλλα, στην νεκρολογία του: «Το έργο του υπάρχει και θα πάρει τον δρόμο του.
Ένα βιογραφικό του Πιέρ Κλάστρ:
ΠΙΕΡ ΚΛΑΣΤΡ: ΕΝΑΣ ΕΘΝΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Βιβλιογραφία του Πιέρ Κλάστρ στα ελληνικά: